The Counterfeiters: Οι φετινές "Ζωές των Άλλων"

Αποφεύγοντας αριστοτεχνικά την εύκολη συγκίνηση και τα στερεότυπα, η γερμανόφωνη ταινία που κέρδισε το φετινό Όσκαρ, στηρίζεται τόσο στην ενδιαφέρουσα ιστορία της όσο και στις άψογες ερμηνείες, και ισορροπεί ανάμεσα στα στοιχεία θρίλερ και τα διλήμματα που παραμένουν πάντα δύσκολα.
The Counterfeiters: Οι φετινές Ζωές των Άλλων
του Λουκά Τσουκνίδα

Οι ιστορίες του ολοκαυτώματος είναι απ' ότι φαίνεται τόσες πολλές, που θα πετάγονται μπροστά μας μέσω λογοτεχνίας και κινηματογράφου για πολύ καιρό ακόμα. Στα φετινά μη-αγγλόφωνα Όσκαρ είχαμε δυο τέτοιες αφηγήσεις, το “Katyn” του πολωνού Αντρέι Βάιντα και το “The Counterfeiters” του αυστριακού Στέφαν Ρουζοβίτσκι. Το βραβείο πήγε στη δεύτερη κι ο αυστριακός μπορεί να λέει ότι νίκησε τα μεγαθήρια Βάιντα και Μιχάλκοφ σε μια τελική μονομαχία όμως που, σκανδαλωδώς νομίζω, δεν περιελάμβανε ένα τουλάχιστον απ' τα “4 Months, 3 Weeks and 2 Days” του Κρίστιαν Μούντζιου, “Secret Sunshine” του Λι Τσανγκ-Ντονγκ και “The Edge of Heaven” του Φατίχ Ακίν.

Παρ' όλ' αυτά και πέρα από διαγωνισμούς εντυπώσεων, το “The Counterfeiters” του Ρουζοβίτσκι κέρδισε επειδή ό,τι του λείπει σε ειδικό βάρος, το αναπληρώνει σε συνολική αρτιότητα και ψυχαγωγική αξία ενώ αποφεύγει πολύ έξυπνα, να εκμεταλλευτεί τη φόρτιση του ολοκαυτώματος για να πλασάρει το θέμα του. Η ιστορία που μας αφηγείται θα μπορούσε να συμβεί σε οποιαδήποτε εποχή, όπου άνθρωποι φυλακίζονται για αδιευκρίνιστους λόγους κι έρχονται αντιμέτωποι με διαχρονικά διλήμματα. Σ' αυτήν την προσήλωση στους πρωταγωνιστές της, παρά στην ευρύτερη εικόνα της τραγωδίας, βρίσκεται και η δύναμή της ταινίας.

Ο Σάλομον Σόροβιτς (Καρλ Μάρκοβικς) είναι ένας εβραίος παραχαράκτης και ζωγράφος, που συλλαμβάνεται πάνω στην ακμή του απ' τον αστυνομικό Φρίντριχ Χέρτζογκ (Ντέβιντ Στρίεζοφ). Λίγο αργότερα, μεταφέρεται από τις ποινικές φυλακές σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου χρησιμοποιεί τις ζωγραφικές του ικανότητες για να γλιτώνει τη σκληρή δουλειά. Εν τω μεταξύ, ο Χέρτζογκ γίνεται αξιωματικός των Ες Ες, υπεύθυνος για την “Επιχείρηση Μπέρνχαρντ”, την πιο μεγάλη απόπειρα διαρροής πλαστών χαρτονομισμάτων στις αγορές της Βρετανίας και των ΗΠΑ με σκοπό την κατάρρευση των οικονομιών τους. Όταν του χρειάζεται κάποιος άξιος για να επιβλέπει τη δουλειά, θυμάται τη μεγαλύτερή του σύλληψη και καλεί τον Σόροβιτς κοντά του. Στο καινούργιο του περιβάλλον, μια κλειστή προνομιούχα φυλακή στο κέντρο ενός φρικαλέου στρατοπέδου συγκέντρωσης της εποχής, ο παραχαράκτης θα είναι υπεύθυνος για την τύχη της επιχείρησης, του Χέρτζογκ αλλά και των καινούργιων συντρόφων του...

[Το trailer της ταινίας]

Ένας πρώην απατεώνας λοιπόν, που έμαθε να επιβιώνει ανεξάρτητα απ' την ιδιαιτερότητα της καταγωγής του και να συναναστρέφεται όποιον το απαιτεί η “δουλειά”, βρίσκεται σε μια φυλακή διαφορετική από εκείνες που είχε μάθει. Εδώ το κοινό σημείο μεταξύ των παροικούντων δεν είναι η παράνομη δράση αλλά η φυλετική ταυτότητα και η δεξιότητα που άλλοτε του έφερε προβλήματα τώρα τον καθιστά προνομιούχο. Επιπλέον, έχει στα χέρια του την ευθύνη για τη ζωή των υπολοίπων εκτός απ' τη δική του κι αν μέχρι τώρα ήταν ένα εγωκκεντρικό κάθαρμα, οι συνθήκες απαιτούν να επαναπροσδιορίσει τον ίδιο του τον εαυτό. Η επιλογή του είναι ρεαλιστική, να τελειώσει τη δουλειά ελπίζοντας ότι έτσι δεν αποφασίζει εκείνος για τις ζωές των άλλων.

Σ' αυτο αποκτά έναν σημαντικό αντίπαλο, τον επίσης νεοφερμένο τυπογράφο Άντολφ Μπέργκερ (Άουγκουστ Ντίελ), έναν ιδεαλιστή πρώην ακτιβιστή κατά του ναζισμού, ο οποίος σκοπεύει να σαμποτάρει την επιχείρηση. Κατά τη θέση του, προτιμά να πεθάνουν όλοι εμποδίζοντας τα σχέδια των καταπιεστών παρά να τους βοηθήσουν, ενώ ο μισός κόσμος βρίσκεται σε πόλεμο και μόλις έξω απ' το προνομιούχο κλουβί τους, οι σύντροφοί τους βασανίζονται και δολοφονούνται. Η κόντρα των δύο πρωταγωνιστών, που αντιλαμβάνονται τη θέση του άλλου αλλά εμμένουν ο καθένας στη δική του με πείσμα, αναδεικνύει και το ηθικό δίλημμα μεταξύ δυο επιλογών που μοιάζουν αντίστοιχα εύλογες. Οι θέσεις τους έχουν άμεση σχέση με το παρελθόν τους, τη μέχρι τώρα στάση ζωής τους αλλά και το πώς αντιμετωπίζουν την παρούσα κατάσταση και τους ανθρώπους γύρω τους.

Ο Ρουζοβίτσκι, ως έμπειρος στο σινεμά τρόμου, επιλέγει να ντύσει την ταινία του με στοιχεία θρίλερ. Υπονοεί τον τρόμο που βασιλεύει εκτός των τειχών μέσω του ήχου και αποφεύγει να μας δείξει τη βία, η οποία με το ζόρι κρατιέται έξω απ' αυτά και ξεσπά λίγο λίγο. Γνωρίζοντας απ' την αρχική σκηνή ότι ο Σόροβιτς έχει επιζήσει, αναρωτιόμαστε φυσιολογικά ποια στάση επικράτησε και αν σώθηκαν οι υπόλοιποι. Όσο οι δυο πρωταγωνιστές ξιφουλκούν ιδεολογικά, μικρά περιστατικά έντασης μεταξύ των υπολοίπων έρχονται στο προσκήνιο, για να θυμίζουν πως δεν είναι η προσωπική τους μάχη που μετράει τελικά. Ο χαρακτήρας του γερμανού αξιωματικού που χτίζει την ψευδαίσθηση ότι βοηθά τους κρατούμενους να σώσουν τη ζωή τους ενώ αφήνει τη βρώμικη δουλειά στον κλασικό απάνθρωπο ναζί υπαρχηγό, είναι ίσως η πιο τραγική φιγούρα απ' όλους, δεν έχει καμία στέρεη αξία για να κρατηθεί απ' αυτήν όπως ο Μπέργκερ με τον Σόροβιτς.

Αν και το σενάριο βασίστηκε στ' απομνημονεύματα του Μπέργκερ (ο οποίος έμεινε τελικά φίλος με τον πραγματικό Σόροβιτς), η ισορροπία δεν αλλάζει ποτέ εμφανώς πλευρά και μέχρι το τέλος δεν μπορούμε να επιλέξουμε, ίσως, ούτε κι εμείς. Οι ερμηνείες, από τις κύριες μέχρι την πιο μικρή, είναι άψογες κι απόλυτα δεμένες με το πνεύμα της ταινίας και της ιστορίας, ο Μάρκοβικς όμως με τον Μπέργκερ πραγματικά γεμίζουν τη οθόνη.

Μια πολύ καλή ταινία για μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, που δεν κερδοσκοπεί επιπλέον πάνω σε εύκολες συγκινήσεις και ηθικολογικά στερεότυπα.

Βγαίνουν ακόμα: 
- Το “21”, η ιστορία των φοτητών απ' το ΜΙΤ που ξετίναξαν το Λας Βέγκας με όπλο την επιστήμη, το θρίλερ του Αλέν Κορνό “The Second Wind”, η κομεντί της Βαλέρια Μπρούνι Τεντεσκί “Actresses”, η ελληνική ταινία φαντασίας “Ιστορία 52” και η ταινία κινουμένων σχεδίων “Horton hears a Who!”.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v