Be Kind Rewind & Diary of the Dead: 2 ταινίες για τη σύγχρονη δημιουργία

Δύο ταινίες με "ψυχή" αναλαμβάνουν αυτήν την εβδομάδα να μας βάλουν σε προβληματισμούς, θέτοντας ερωτήματα σχετικά με τη φύση του κινηματογράφου ως μέσου και μιλώντας με αγάπη και σκεπτικισμό για τον κόσμο τους.
Be Kind Rewind & Diary of the Dead: 2 ταινίες για τη σύγχρονη δημιουργία
του Λουκά Τσουκνίδα

Η πρόοδος της τεχνολογίας και η εναρμόνισή της με τις ανάγκες της μαζικής αγοράς έχει κάνει την σύλληψη και διανομή της κινούμενης εικόνας προσιτή στον καθένα. Το ίντερνετ ειναι γεμάτο από τέτοιες ερασιτεχνικές προσπάθειες κάτω από έναν γενικό τίτλο, που περιέχει στα σίγουρα τη λέξη επανάσταση κι είτε κραυγάζεται με στόμφο είτε υπονοείται με μια δήθεν σεμνότητα. Η αλήθεια όμως, σκληρή για τον ερασιτέχνη (αλλά και τον επαγγελματία) που πίστεψαν στο τεχνολογικό θαύμα ως αυτόματο πιλότο, είναι ότι τα συστατικά που κάνουν μια κινηματογραφική δημιουργία αξιόλογη είναι άυλα και για να μιλήσεις τη γλώσσα του κινηματογράφου με τρόπο κατανοητό, δε φτάνει να έχεις καλή άρθρωση ή να κάνεις καθαρά γράμματα με τα καλύτερα μολύβια.

Για να είναι μια ταινία “ψαγμένη” δεν αρκεί να είναι ευρωπαϊκή και για να είναι διασκεδαστική δεν αρκεί να είναι “χολιγουντιανή”. Για να είναι κακόγουστη δεν αρκεί να είναι “αμερικανιά” και για να είναι βαρετή δεν αρκεί να είναι “ιρανιά”. Τα κλισέ βοηθούν στη συνεννόηση μεταξύ μας αλλά αναβαπτίζουν επικίνδυνα την υποκειμενικότητα σε αντικειμενικότητα κι αυτό είναι άστοχο. Από κάθε ταινία μπορείς να πάρεις κάτι καλό, λέει ένας πιο καλοπροαίρετος φίλος μου και μάλλον είναι έτσι, πέρα από βαθμολογίες οι οποίες δε βοήθησαν ποτέ κανένα (ίσως μόνο την επιτροπή που όριζε σημαιοφόρο και παραστάτες).

Μεγάλη σημασία για παράδειγμα έχει αυτό που σκέφτεται εκείνος που κρατάει την κάμερα ή, για να φωτογραφίσω καλύτερα το σκηνοθέτη, που καθοδηγεί την κίνησή της. Εκεί βρίσκεται όλη η υποκειμενικότητα του έργου του, άρα και οι εκκούσιες ή ακούσιες προθέσεις του, ακόμα κι αν πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ που διαφημίζεται ως το απαύγασμα της αντικειμενικότητας. Αν καίγεται ας πούμε να βγάλει λεφτά, η πρόθεση αυτή θα φανεί με κραυγαλέο τρόπο από τα στρογγυλέματα που θα κάνει και τις συνταγές που θ' ακολουθήσει για να ικανοποιήσει τους πάντες. Δυο ταινίες αυτή την εβδομάδα απευθύνουν σχετικά με το μέσο ερωτήματα προς το κοινό, το “Be Kind Rewind” του μάγου Μισέλ Γκοντρί και το “Diary of the Dead” του αγέραστου Τζορτζ Ρομέρο. Εύστοχα ή άστοχα, σίγουρα το παλεύουν γερά.

Στην ταινία του Γκοντρί, ένα από τα τελευταία βίντεο-κλαμπ με VHS κασέτες πνέει τα λοίσθια όταν ο Τζέρι (Τζακ Μπλακ) μαγνητίζεται λόγω ενός ατυχήματος κι απομαγνητίζει όλες τις ταινίες. Για να ικανοποιήσουν αρχικά μια γειτόνισσα (Μία Φάροου) κι ύστερα όλη τη γειτονιά, γυρίζουν μαζί με τον Μάικ (Μος Ντεφ), τον υπάλληλο του μαγαζιού και τη γλυκύτατη Άλμα (Μελόνι Ντίαζ), νέες, δικές τους 20λεπτες εκδοχές των ταινιών που τους ζητάνε (μπορείτε να τις δείτε όλες στο επίσημο σάιτ). Το αφεντικό (Ντάνι Γκλόβερ) τους αμφισβητεί κι ο νόμος τους σταματά, αλλά έτσι παίρνουν το έναυσμα να γράψουν και να γυρίσουν τη δική τους ταινία έστω κι αν οι δυνάμεις της “προοπτικής και της προόδου” τους περιμένουν αμείλικτες στη γωνία.

[Το trailer του Be Kind, Rewind]

Το θέμα εδώ, πίσω από τη χιλιοειπωμένη ιστορία του αδηφάγου γίγαντα που έρχεται να ποδοπατήσει τη μικρή γειτονιά, το συνοικιακό μαγαζί ή όλα αυτά μαζί, είναι κατά πόσο ο θεατής συνειδητοποιεί ότι μπορεί κι εκείνος να γίνει δημιουργός κι αν είναι έτοιμος ν' αντιμετωπίσει και τις αντίστοιχες δυσκολίες ή τα διλήμματα, πέρα απ' την προοπτική της δόξας. Οι πρωταγωνιστές κάνουν ριμέικ με ό,τι μέσο διαθέτουν αλλά η πρόθεσή τους είναι ευγενής κι αυτό εκπέμπεται απ' το έργο τους προς τους θεατές, οι οποίοι παραβλέπουν τα ελαττώματα και αγκαλιάζουν τις αδέξιες προσπάθειές τους.

Τα μικρά εκτρώματα που αποκαλούν ταινίες, έχουν (μεταφράζω απευθείας) “καρδιά και ψυχή” (το όνομα άλλωστε της Άλμα σημαίνει ψυχή στα ισπανικά) κι αυτό δεν μπορεί να τους το πάρει κανείς. Όπως έχει βέβαια και αυτή η ταινία του Γκοντρί που αποδεικνύεται γνήσιος οραματιστής κι αστείρευτη πηγή ιδεών, αν και λίγο άτσαλος στο τελικό αποτέλεσμα. Με την αναφορά του στη λανθάνουσα νοσταλγία των νέων, αλλά και το δικαίωμα του καθενός να πει μια ιστορία με τον τρόπο του, ο σκηνοθέτης δίνει το στίγμα της δικής του θέσης στο σύγχρονο κινηματογραφικό στερέωμα. Ή και της γενιάς του ακόμα.

Για τον Τζορτζ Ρομέρο απ' την άλλη δεν τίθεται θέμα νοσταλγίας. Όπως ο Ντάνι Γκλόβερ στην προηγούμενη ταινία, έτσι κι ο βετεράνος εφευρέτης του “ζόμπι της γειτονιάς” αποφασίζει να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, να τις καταλάβει και να τις κρίνει, όχι με βάση το συντηρητισμό του “παλιού”, αλλά τη γνώση που του 'χει δώσει η εμπειρία του (εδώ υπάρχει μια σύντομη και περιεκτική συνέντευξή του). Στο “Diary of the Dead” γυρίζει εικονικά πίσω στη νύχτα που όλα ξεκίνησαν (“Night of the Living Dead - 1968) και την εξετάζει από μια άλλη σκοπιά, σα να συνέβαινε σήμερα. Μια φοιτητική ομάδα κινηματογραφιστών, γυρίζει μια ταινία με μούμιες υπό την επίβλεψη του καθηγητή της ενώ το ξύπνημα των νεκρών έχει ξεσπάσει παντού. Καθώς κινούνται με το βανάκι τους προσπαθώντας να επιβιώσουν και να βρουν ασφαλές καταφύγιο, ο εκκολαπτόμενος σκηνοθέτης καταγράφει τα πάντα με την κάμερά του στο όνομα της “δημοσιογραφίας των πολιτών” και της εκπομπής της αλήθειας στο πλανεμένο κοινό. Εμείς βλέπουμε τη μονταρισμένη εκδοχή όσων τράβηξε πριν το τέλος...

[Το trailer του Diary of the Dead]

Ο σκηνοθέτης κάνει κριτική στη νέα κουλτούρα της εικόνας, την ψευδαίσθηση ότι η αλήθεια είναι κάτι που τραβάς απ' το παράθυρό σου και την πλάνη των “αμοντάριστων πλάνων”. Το πρώτο μοντάζ γίνεται στο μυαλό εκείνου που πιέζει διαδοχικά το κόκκινο κουμπί με την ένδειξη rec και τίποτε δεν είναι τελείως αθώο. Άλλωστε, όσο οι εικόνες πληθαίνουν, τόσο πιο δύσκολο είναι να ξεχωρίσεις την πιο αυθεντική κι επιστρέφεις πάλι στην αρχή. Ο Ρομέρο είναι φρέσκος όσο ποτέ, διαθέτει ψυχή σε αντίθεση με το τεχνικά άρτιο ιμιτασιόν-χόουμ-βίντεο που λέγεται “Cloverfield” κι εκπέμπει σαφή μηνύματα που χάνουν όμως σε δύναμη, αφού επιλέγει ουκ ολίγες φορές να τα κυρήξει μέσω της πρωταγωνίστριάς του. Επιπλέον, η ταινία του είναι τελείως ανεξάρτητη παραγωγή όπως κι η θρυλική πρώτη, κάτι που προσθέτει στη φρεσκάδα της οπτικής του.

Δυο ταινίες που δε θα συγκλονίσουν κανέναν, αλλά μιλούν για τον κόσμο τους με αγάπη και σκεπτικισμό κι έχουν σίγουρα “καρδιά”.

Βγαίνουν ακόμα: 

- Η ταινία του Σίντεϋ Λιούμετ “Before the Devil knows you 're Dead”, με τον πολύ καλό Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν, την πανέμορφη Μαρίσα Τομέι και τον λίγο Ίθαν Χοκ. Μια ταινία που λατρεύτηκε γενικώς αλλά δε μου φάνηκε να πηγαίνει παραπέρα από ένα τραβηγμένο οικογενειακό δράμα, αφηγημένο με εμβόλιμα φλας-μπακ που δε ρίχουν φως στους χαρακτήρες, παρά μόνο αποκαλύπτουν προβλέψιμες πληροφορίες. Τα απαισιόδοξα φινάλε μάλλον είναι της μόδας, αλλά έχουν αρχίσει να μοιάζουν σαν εύκολες έξοδοι σε σεναριογραφικά αδιέξοδα. Ενδιαφέρον παρ' όλ' αυτά. 
- Το κόκκινο πανί για τους Ταλιμπάν “The Kite Runner” του Μαρκ Φόρστερ βασισμένο στο ομώνυμο μπεστ σέλερ. Σε τρεις πράξεις, παρακολουθούμε μια γενιά αφγανών που είτε ενηλικιώθηκε μαζί με την εγκαθίδρυση της ισλαμικού τύπου δικτατορίας είτε κατέφυγε στην ξενιτιά για να σωθεί. Όμορφη μελοδραματική ιστορία, αλλά με αρκετές απιθανότητες κατά το οδοιπορικό του αμερικανοθρεμμένου συγγραφέα στο επικίνδυνο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν.
 Η, κάπως μπαγιάτικη, νέα ταινία του Παρκ Τσαν Γουκ “I'm a Cyborg, but That's Ok”, η ταινία δράσης “Doomsday”, το γερμανικό ντοκιμαντέρ “Το μεγάλο ξεπούλημα”, το ισπανικό δράμα “Η Νύχτα των Ηλιοτροπίων”, η αδιάφορη αμερικάνικη κωμωδία “The Game Plan” και η “Διόρθωση” του Θάνου Αναστόπουλου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v