Gone Baby Gone: Οι αδελφοί Άφλεκ σε αστυνομικές περιπέτειες

Με άνεση, λόγω της βοστονέζικης καταγωγής, σεναριογραφεί και σκηνοθετεί ο -παρεξηγημένος κατά τ'αλλα- Μπεν Άφλεκ τον αδερφό του αλλά και τον πάντα εξαιρετικό Μόργκαν Φρήμαν, σε μία αστυνομική περιπέτεια που εκτυλίσσεται στις γειτονιές της Βοστόνης.
Gone Baby Gone: Οι αδελφοί Άφλεκ σε αστυνομικές περιπέτειες
του Λουκά Τσουκνίδα

Η ηθική είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Κι αν δεχτούμε ότι ο σκοπός μπορεί και ν' αγιάζει τα μέσα, αυτό συμβαίνει μόνο αν κι ο ίδιος είναι “άγιος”, κάτι που συνήθως δεν είναι καθόλου, μα καθόλου, ξεκάθαρο. Η συζήτηση τότε φεύγει απ' το “πώς”, όπου εντέχνως έχει μετατεθεί απ' τη λαϊκή σοφία (και προφανώς όχι απ' τη φιλοσοφία) και περιστρέφεται γύρω απ' το “πού” ή το “γιατί”. Και μπορεί να λέμε ότι σημασία έχει το ταξίδι κι όχι ο προορισμός, αλλά υποτιμούμε έτσι σημαντικά ότι χωρίς αυτόν δε θα υπήρχε καν ταξίδι κι αγνοούμε έναν πολύ βασικό μοχλό πίσω απ' τη δράση, το κίνητρο.

Ο Μπεν Άφλεκ, παρά το ότι αντιληφθήκαμε την ύπαρξη του από ένα Όσκαρ (πρωτότυπου σεναρίου για το “Good Will Hunting”), πέρασε ένα μεγάλο διάστημα στη σφαίρα του παρεξηγημένου από τους απανταχού φαν-μπόιζ κι έγινε της μόδας να τον αποκαλούμε ατάλαντο. Το ότι άρεσε στις γυναίκες δε βοήθησε και πολύ, ούτε η θητεία του στο πλευρό της (πληθωρικής ως σελέμπριτι) Τζένιφερ Λόπεζ με την οποία ξεμπέρδεψε και φαίνεται να βρήκε την υγειά του. Δυο πολύ καλές παρουσίες δηλαδή, στα υποτιμημένα “Hollywoodland” (βραβείο καλύτερου ηθοποιού στη Βενετία) και “Man About Town” κι αμέσως μετά η πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, το σκοτεινό αστυνομικό δράμα “Gone Baby Gone”.

Ο μικρός αδερφός του Μπεν, ο Κέισι Άφλεκ (τον είδαμε ως “δειλό Ρόμπερτ Φορντ” πρόσφατα), είναι ο Πάτρικ Κένζι, ένας ιδιωτικός ντέτεκτιβ στα προάστια της Βοστόνης, όπου μαζί με την κοπέλα του Άντζι (Μισέλ Μόναγκαν) ερευνούν αδιάφορες περιπτώσεις χαμένων προσώπων, κυρίως ανθρώπων που εξαφανίζονται γιατί χρωστάνε. Ο Πάτρικ ξέρει τις γειτονιές αυτές, όπου και μεγάλωσε, απ' έξω κι ανακατωτά κι έχει έναν υπόγειο τσαμπουκά που πηγάζει απ' αυτή την άνεση. Η Άντζι δε μοιάζει πολύ χαρούμενη μ' αυτό, όπως δεν είναι και με τη νέα υπόθεση που αναλαμβάνουν. Η μικρή Αμάντα, κόρη της αλκολικής Έλεν Μακρίντι (Έιμι Ράιαν) έχει χαθεί και το ζευγάρι των θείων της έρχεται στους νεαρούς ερευνητές για έξτρα βοήθεια, μιας κι η αστυνομία δε φαίνεται να κάνει πολλά. Ο Πάτρικ μετά από σκέψη, αποφασίζει ν' αναλάβει τη δουλειά.

Ο αρχηγός της σχετικής αστυνομικής υπηρεσίας (Μόργκαν Φρήμαν) καλεί τους δυο ντέτεκτιβ και τους ζητά να συνεργαστούν με τους αστυνομικούς που δουλεύουν στην υπόθεση, τους παλιακούς και σκληροτράχηλους Ρέμι Μπρεσάντ (Εντ Χάρις) και Νικ Πουλ (Τζον Άστον). Η συνεργασία τους είναι αναμενόμενα ταραχώδης, όπως και με την απρόθυμη μάνα, που προτιμά να κρύψει τις παράνομες δραστηριότητές τις απ' το να τους βοηθήσει στην έρευνα. Όταν τα προσωπικά αντικείμενα της μικρής βρεθούν στην παρακείμενη λίμνη, η υπόθεση μοιάζει να έχει κλείσει. Όμως ο Πάτρικ θα βρεθεί σύντομα μπροστά σ' ένα δίλημμα, που ίσως αλλάξει τις ζωές όλων...

[Δείτε το trailer της ταινίας] 


Ο Βοστονέζος Μπεν Άφλεκ φωτογραφίζει με ιδιαίτερη άνεση τις γειτονιές και τους ανθρώπους της πόλης του, όπως π.χ. ο Γούντι Άλεν τη Νέα Υόρκη. Συνεπώς, ο αδελφός του πείθει με τη σειρά του χωρίς κόπο για ντόπιος, γέννημα θρέμμα της συνοικίας που ερευνά. Η μικρή γωνιά της Βοστόνης όπου γίνεται το έγκλημα, μοιάζει με ανεξάρτητη πόλη, καθώς η έρευνα για τον πιθανό απαγωγέα περιορίζεται στην γειτονιά ενώ ύποπτοι, άνθρωποι του υποκόσμου, ερευνητές και θύματα, γνωρίζονται ήδη απ' τα σχολικά τους χρόνια. Στο στήσιμο λοιπόν της ατμόσφαιρας, ο πρωτάρης σκηνοθέτης παίρνει άριστα, όπως φυσικά και στο κάστινγκ.

Η μάνα Έιμι Ράιαν έχει ήδη βαρεθεί να μαζεύει βραβεία (είναι υποψήφια και για Όσκαρ), ο Κέισι Άφλεκ προσθέτει μια ακόμα ιδιόμορφη (εδώ τιθασεύει κάπως το αρρωστημένα νυσταλέο του βλέμμα) ερμηνεία στο βιογραφικό του κι ο (αμετανόητος καρατερίστας μετά από τόσους πρωταγωνιστικούς ρόλους) Εντ Χάρις, προσφέρει το τέλειο αντίβαρο με μια ακόμα άψογη μεταμόρφωσή του.

Είναι το σενάριο (θεωρητικά το δυνατό σημείο του Άφλεκ) που μπορεί να ξενίσει σε κάποιους, ειδικά εκείνον που δε θα “ψηθεί” και τόσο με τις ανατροπές, που έρχονται λίγο πιο αργά απ' όσο θα έπρεπε. Εκεί ο ρυθμός αλλάζει απότομα και η μπερδεμένη υπόθεση λύνεται σχετικά βιαστικά. Πάντως είναι συνεπές στην ουσία του, παραμένει βαρύ και χωρίς απολογίες απ' την αρχή ως το τέλος. Εκεί όπου κι ο ήρωας ακόμα, αντιλαμβάνεται πως δε θα μάθει ποτέ αν πήρε τελικά την πιο σωστή απόφαση.

Μια πολύ καλή αστυνομική ταινία που προκαλεί ίσως και τη συζήτηση γύρω από ένα ευαίσθητο θέμα.

Βγαίνουν ακόμα:

* Η δεύτερη κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου θεατρικού έργου “Sleuth” απ' τον Κένεθ Μπράνα με τους Τζουντ Λο και Μάικλ Κέιν, σε σενάριο Χάρολντ Πίντερ. Σε ένα κλειστοφοβικό, ψυχρό περιβάλλον, οι δυο ηθοποιοί καλούνται ν' απογειώσουν το έργο με τις ερμηνείες τους ενώ η σκηνοθεσία είναι διακριτική ως οφείλει. Εγώ δεν ενθουσιάστηκα, ούτε απ' τις ερμηνείες ούτε απ' το τέλος, αλλά οι διάλογοι του Πίντερ είναι σίγουρα άξιοι ιδιαίτερης προσοχής (που μάλλον δεν επέδειξα) για να διαπεραστεί η επιφάνειά τους. Ενδιαφέρον.
* Η βουβή ασπρόμαυρη ταινία “La Antena” του αργεντίνου Εστέμπαν Σαπίρ. Φόρος τιμής στο βουβό σινεμά; Όχι. Σύγχρονο βουβό σινεμά με εξαιρετική χρήση του ήχου, της μουσικής και της λεζάντας ως ζωτικά τμήματα της όλης αισθητικής, αλλά και της... πλοκής. Υπέροχο.
* Η επανέκδοση του “Ivan`s Childhood” του Αντρέι Ταρκόφσκι, το παρωχημένο δυστυχώς “Ο Αστερίξ στους Ολυμπιακούς Αγώνες” κι η αδιάφορη κωμωδία “Mad Money”.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v