Μπέλα Ταρ: Ο Άνθρωπος από το Πεκς

"Ό,τι ήταν να πω το λένε οι ταινίες μου" δήλωνε ένας περίεργος Ούγγρος σκηνοθέτης σε μια συνέντευξή του πριν από 5 χρόνια στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Όσα έχει να πει ο Μπέλα Ταρ -και είναι πολλά- θα τα ακούσουμε στη ρετροσπεκτίβα του έργου του, που προβάλλεται στο Τριανόν από σήμερα και μέχρι τις 31/10, παρουσία του ιδίου.
Μπέλα Ταρ: Ο Άνθρωπος από το Πεκς
του Λουκά Τσουκνίδα

Πριν από πέντε χρόνια στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, έγινε ένα αφιέρωμα σ’ έναν περίεργο Ούγγρο, με τραχιά φυσιογνωμία και απόλυτες απόψεις για το σινεμά, του οποίου μάλιστα δε θεωρεί τον εαυτό του γνώστη. Ο Μπέλα Ταρ ερωτήθηκε θυμάμαι από το «Πρώτο Πλάνο», την επίσημη ημερήσια εποθεώρηση του Φεστιβάλ, γύρω από την επτάωρη ταινία του «Satantango». Η απάντησή του περιελάμβανε, πάνω κάτω, και το εξής σχόλιο: «Ο κόσμος πηγαίνει να δει όπερα και χρυσοπληρώνει για πολύ λιγότερο χρόνο θεάματος. Το να δεις την ταινία μου είναι φτηνό και κρατά κι επτά ώρες. Στο κάτω κάτω ποιος είναι αυτός που λέει πως μια ταινία πρέπει να είναι 90 λεπτά;»

Τότε, δεν επιχείρησα να δω κάποια ταινία του κι επέλεξα πιο βατούς δρόμους για την περιήγησή μου στο Φεστιβάλ. Φέτος η μορφή του επέστρεψε μπροστά μου, πρώτα με τη συμμετοχή του στις Κάνες με καινούργια ταινία («The Man from London», συμβατικής διάρκειας) και ύστερα με το επικείμενο αφιέρωμα στο έργο του, που θα προβληθεί ολόκληρο για μια εβδομάδα στον κινηματογράφο «Τριανόν», με παρουσία και του ιδίου. Η δεύτερή μου ευκαιρία να μάθω τι εστί Μπέλα Ταρ. Το Σάββατο λοιπόν θα πάρω θέση και θα βυθιστώ στην επτάωρη εμπειρία του «Satantango». Μιας και δεν είμαι φαν της όπερας, η σύγκριση ευνοεί τον αξύριστο Ούγγρο και τις ατελείωτες σεκάνς του, όπου η μουσική και η κάμερα θεωρούνται ότι συμμετέχουν εξίσου με τους ηθοποιούς, στην ερμηνεία των τεκταινόμενων.

Ο Μπέλα Ταρ δεν είναι κανένας συνηθισμένος δημιουργός. Έκανε την πρώτη του ταινία στα 16, κι εκεί που ήθελε να γίνει φιλόσοφος κατέληξε κινηματογραφιστής απλά επειδή μπορούσε να το κάνει. Έκανε μικρές και μεγάλες ταινίες για αληθινούς ανθρώπους και τα βάσανά τους υπό το κομμουνιστικό καθεστώς κι αργότερα, αφού σπούδασε σινεμά όπως υποχρεούταν για να κάνει αυτή τη δουλειά ξεκίνησε να χτίζει σιγά σιγά το προσωπικό στιλ του. Όποιο κι αν είναι αυτό λοιπόν (θα το διαπιστώσει όποιος δοκιμάσει και μόνο), το σίγουρο είναι πως αποτελεί αδιαπραγμάτευτη σταθερά για τον ίδιο τον Ταρ, που νιώθει εκτός όχι μόνο του μέινστριμ κόσμου του θεάματος και των πολιτικών συμβιβασμών αλλά και του κόσμου του σινεμά.

Στην αδιάκοπη προσπάθεια όσων του παίρνουν συνέντευξη να ομολογήσει κάποια βαθύτερη σκέψη ή κατασκευή μηνύματος πριν από το γύρισμα των ταινιών του, δεν υποκύπτει και δηλώνει απερίφραστα ότι το μόνο που τον απασχολεί είναι τα πρακτικά θέματα και όχι οι θεωρητικές βάσεις. Χρησιμοποιεί την απλή γλώσσα των εικόνων για να δείξει κάποια πράγματα που συμβαίνουν σε κάποια μέρη και να εγείρει ερωτήματα ως προς το γιατί και το πώς. Δεν κρίνει, δεν ερμηνεύει και δεν προτείνει νέα συστήματα αξιών. Και φυσικά δε δέχεται κουβέντα γι’ αυτό.

Αν είχα έστω κι έναν δισταγμό, διαβάζοντας τις δύο συνεντεύξεις που θα βρείτε στα λινκς, διαλύθηκε στη στιγμή. Ο Μπέλα Ταρ είναι ανεπιτήδευτα ξεκάθαρος και το Σωκρατικό κλισέ «Εν οίδα, ότι ουδέν οίδα» ξεπηδά πίσω από κάθε φράση του αποκρούοντας με την ακρίβεια ενός Στίβεν Σιγκάλ κάθε προτροπή σε περιαυτολογία. Η φράση που μου είχε μείνει από εκείνο το παλιό «Πρώτο Πλάνο» ήρθε και κόλλησε με τις υπόλοιπες επιβεβαιώνοντας την εντύπωση που είχα σχηματίσει τότε. Μόνο που τώρα θα προσπαθήσω να τη συμπληρώσω με εικόνες από το ίδιο του το έργο αφού αν θυμάμαι καλά (όποιος έχει εκείνο το τεύχος του 2002 ας ρίξει μια ματιά) σ’ εκείνη τη συνομιλία είχε καταλήξει: «Δε χρειάζεται να μιλήσω άλλο. Ότι ήταν να πω το λένε οι ταινίες μου.»
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v