Νέος Ταραντίνο: "Φτουράει" το καλτ- προκάτ;

Ένα φιλοσοφικό road movie με ψυχή, Ο Νεκρός του Τζιμ Τζάρμους, και ο φόρος τιμής του Κουέντιν Ταραντίνο στις trash movies Γ' διαλογής, υπό τον... ευρηματικό τίτλο Death Proof, βγαίνουν αυτήν την εβδομάδα στις αίθουσες –με το πρώτο να κερδίζει στα σημεία.
Νέος Ταραντίνο: Φτουράει το καλτ- προκάτ;
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο κινηματογράφος είναι μια τέχνη αναφορών. Αναφέρεται συχνά σε άλλες τέχνες, αλλά πιο πολύ, αναφέρεται στον εαυτό του. Οι νέοι σκηνοθέτες εμπνέονται από παλιότερους και οι ταινίες τους είναι γεμάτες από φόρους τιμής, σ’ εκείνους ή στα είδη που υπηρέτησαν. Το ερώτημα εδώ είναι: τι συνιστά αναφορά και τι μιμητισμό;

Πριν από 12 χρόνια ο Τζιμ Τζάρμους ήταν ο ανερχόμενος σταρ του ανεξάρτητου σινεμά. Πήρε λοιπόν τον Τζόνι Ντεπ, και τον έριξε στη μέση ενός αλλόκοτου ασπρόμαυρου γουέστερν. Το «Dead Man», που δίχασε τους κριτικούς αφού, για κάποιο λόγο, άλλα περίμεναν από τον Τζάρμους, είναι επίσης μια διαρκής αναφορά στον Άγγλο ποιητή Γουίλιαμ Μπλέικ.

Συνώνυμος του ποιητή, ο πρωταγωνιστής, ξεκινά απ’ το Κλίβελαντ για να βρει την τύχη του ως λογιστής στην αναπτυσσόμενη δύση. Τρώει άγρια πόρτα απ’ την εταιρεία όπου πόνταρε να εργαστεί και μένει μόνος σ’ ένα αφιλόξενο περιβάλλον. Σαστισμένος και απελπισμένος, βρίσκεται στο λάθος σημείο τη λάθος στιγμή και τη γλιτώνει με μια σφαίρα πλησίον της καρδιάς και τον πρώτο φόνο στο ενεργητικό του. Είναι πλέον φυγάς, αν και ο μοναχικός –και οπαδός του ποιητή– ινδιάνος ονόματι «Κανένας», που τον παίρνει υπό την προστασία του, του λέει με σιγουριά ότι είναι νεκρός. Μαζί ταξιδεύουν προς τα ‘κει, όπου ο Μπιλ Μπλέικ θα ξεκινήσει το επόμενο ταξίδι του.

Ο Τζάρμους παίρνει τα είδη, μιξάρει με βασικό συστατικό το προσωπικό του στιλ, την αγάπη του για τον Γουίλιαμ Μπλέικ και την φιλοσοφία του τελευταίου για το θάνατο, την υπέροχα υποβλητική μουσική του Νιλ Γιανγκ και τις εμφανίσεις εξαιρετικών ηθοποιών σε μικρούς ρόλους –πάγια τακτική του– και κάνει ένα φιλμ, αν μη τι άλλο, με ψυχή. Στις ερμηνείες, την παράσταση κλέβει ο Γκάρι Φάρμερ, στο ρόλο του «Κανένα» ή αλλιώς, «Εξέμπετσε»: εκείνου που μιλά δυνατά, χωρίς να λέει τίποτα...

Η ποίηση του Μπλέικ, είναι διάσπαρτη στην ταινία, είτε σε ατάκες είτε σε συνειρμούς σχετικούς με το θάνατο, κάτι που δίνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στους πιο «ψαγμένους» με την ποίησή του. Δεν πρόκειται όμως για κάποιο εσωστρεφές ελιτίστικο ανέκδοτο, για λίγους και καλούς. Η αναφορά είναι ενσωματωμένη στην πλοκή –ο ινδιάνος δηλώνει φαν του ποιητή και τον ταυτίζει με τον Μπιλ– και γίνεται εύκολα αντιληπτή απ’ τον καθένα. Η δύση δεν φωτογραφήθηκε ποτέ μ’ αυτόν τον τρόπο από την εποχή των βουβών ταινιών του γουέστερν. Το ταξίδι, που οδηγεί τελικά σε νέο ταξίδι, είναι η βάση γι’ αυτό το φιλοσοφικό ρόουντ-μούβι, που αυτές τις μέρες ξαναβγαίνει στις αίθουσες.

Ο Κουέντιν Ταραντίνο από την άλλη, είναι γνωστός για τις εμμονές του. Μαζί με τον Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ αποφάσισαν να τιμήσουν τις ταινίες των νιάτων τους, τις Γ’ διαλογής «τρασιές» δηλαδή, που παιζόταν δυο-δυο σε φτηνιάρικους κινηματογράφους (Grindhouse) κάποιες δεκαετίες πριν -στην Αμερική κυρίως. Αλόγιστη βία και σεξ, με απλοϊκά σενάρια και κακόγουστες εικόνες ήταν το χαρακτηριστικό των ταινιών που ονομάστηκαν «Exploitation». Αφού πάτωσαν στην Αμερική σαν «πακέτο», η Miramax αποφάσισε να τις βγάλει στον υπόλοιπο κόσμο μία-μία κι έτσι μας φόρτωσαν με τη φουλ-έξτρα έκδοση του «Death Proof».

Η ταινία του Ταραντίνο, είναι προφανώς κακή, επειδή έτσι πρέπει να είναι μια «Grindhouse» ταινία. Όμως λείπει κάτι: η ορίτζιναλ ατμόσφαιρα, μιας και αυτές οι ταινίες δεν προορίζονταν για να προκαλέσουν το μποξ-όφις κι έτσι μπορούσαν ν’ αφήσουν τον συντηρητισμό τους στη γκαρνταρόμπα. Στο «Death Proof», η πλοκή είναι μηδενική, η δράση λίγη, οι επίπεδοι διάλογοι υπερβολικά πολλοί, η βία ελεγχόμενη και το σεξ απόν, εκτός από το υλικό για ποδολάγνους, που αποτελεί και τη μοναδική προσωπική συμβολή του σκηνοθέτη στο είδος. Κερδοσκοπική συντήρηση μέιντ-ιν Χόλιγουντ και φλυαρία που σε κανονική «Grindhouse» αίθουσα, θα έδιωχνε το κοινό στο εικοσάλεπτο το πολύ.

Η αγάπη για το είδος λοιπόν, εξαντλείται σε στείρα μίμηση, άψυχη, όπως είναι πάντα το προκατασκευασμένο καλτ. Όλοι μπορούν να συνεχίσουν το γύρισμα καθώς πέφτουν τα σκηνικά, όμως ένας το έκανε στ’ αλήθεια, ένας είναι ο γνήσιος Εντ Γουντ. Αποδεικνύεται απλά πως η αυθεντικότητα δεν αναπαράγεται και μια κακή ταινία σ’ ένα φτηνό υπόγειο σινεμά, έχει την ανάλογη σχέση με το κοινό της αλλά και την κοινωνική θέση αυτού ή τις συνθήκες που το οδήγησαν σ’ αυτήν.

Η περιφορά ενός τέτοιου προϊόντος στα σαλόνια των Κανών, προδίδει σπουδαιοφάνεια και έλλειψη αυτογνωσίας
. Έτσι, η λατρεία για το κακό σινεμά γίνεται αίφνης λατρεία για τον ίδιο μας τον εαυτό.

Κι ο Κουέντιν Ταραντίνο, είναι ο αυθεντικός «Εξέμπετσε»…


Βγαίνουν ακόμα:

- Η κωμωδία στο γνωστό στιλ του Άνταμ Σάντλερ, «I Now Pronounce you Chuck and Larry». Είναι πιστή στην καφρίλα της κατά τα δύο τρίτα, πριν βουλιάξει στην κινούμενη άμμο της πολιτικής ορθότητας και του απλοϊκού διδακτισμού. Κρίμα.
- Τα αξιόλογα θρίλερ «Unknown» και «Bug».
- Η ταινία δράσης και πρησμένων τρικεφάλων «The Condemned», η τέταρτη συνέχεια του γαλλικού «Taxi» που το έχει κουράσει αφάνταστα και η χλιαρή κομεντί κατασκήνωσης «Nos Jours heureux», με πολλά άτακτα παιδάκια και ερωτιάρηδες ομαδάρχες.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v