Goya’s Ghosts: Ενας Φόρμαν... εκτός φόρμας

του Λουκά Τσουκνίδα
Όταν ήμουνα στο σχολείο οι δάσκαλοι συχνά φώναζαν. Στο πανεπιστήμιο φώναζαν οι καθηγητές αλλά κυρίως... οι ”βαθιά πολιτικοποιημένοι” νέοι. Στο στρατό φώναζαν όλοι. Φωνάζει ο κλέφτης λένε, για να φοβηθεί ο νοικοκύρης. Πολλοί φωνάζουν, όταν μιλούν για τον εαυτό τους- μάλλον για να πειστούν οι ίδιοι.
Στο ”Πάρτυ” του Μπλέικ Έντουαρντς, κάποιος ρωτά με ύφος 40 γκριζομάλληδων ιστιοπλόων (βλ. Λένο Χρηστίδη) τον Ινδό Πίτερ Σέλερς, ”Μα, ποιος νομίζεις ότι είσαι;” κι εκείνος του απαντά: ”Στην Ινδία δε νομίζουμε... ξέρουμε ποιοι είμαστε”.
Η νέα ταινία του ”παλιού” Μίλος Φόρμαν έχει για κεντρικό χαρακτήρα τον μεγάλο Ισπανό ζωγράφο Φρανσίσκο Γκόγια αλλά ασχολείται περισσότερο με τις μεταλλάξεις ενός ανθρώπου της εξουσίας, ενός ”προστάτη” του λαού με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, του Λορέντζο Κασαμάρες. Ανάμεσά τους μια όμορφη κοπέλα, ως προσωποποίηση της φρίκης που απεικόνισε ο Ισπανός καλλιτέχνης στις πιο σκοτεινές περιόδους του.
Ο Φρανσίσκο Γκόγια (Στέλαν Σκάρσγκααρντ) είναι ζωγράφος ”του Βασιλιά” αλλά και άνθρωπος του κόσμου που ζει στην καρδιά της πόλης και παρατηρεί τα πάντα. Κάποια στιγμή, ζωγραφίζει παράλληλα το πορτραίτο του ανερχόμενου κληρικού Λορέντζο (Χαβιέ Μπαρντέμ) και της κόρης κάποιου γνωστού εμπόρου, της όμορφης Ινές (Νάταλι Πόρτμαν). Εκείνος την προσέχει και όταν αυτή αργότερα, πέσει στα δόντια της Ισπανικής Ιεράς Εξέτασης, ο Λορέντζο βρίσκει την ευκαιρία να ”αμαρτήσει”.
Ο πατέρας της κοπέλας ζητά από τον Γκόγια να μεσολαβήσει, στριμώχνει τον κληρικό αλλά η κοπέλα μένει φυλακισμένη κι εκείνος φυγαδεύεται ντροπιασμένος. Δεκαπέντε χρόνια μετά, στα συντρίμμια που άφησε ο εμφύλιος, ο κουφός πια ζωγράφος θα ξανασυναντηθεί με τα… φαντάσματά του.
Ο Φόρμαν δεν είναι σε φόρμα (μ’ αυτό το αστείο πέφτω χαμηλά για ν’ αναδείξω το σπουδαίο) και πιθανόν στα χέρια ενός πιο ”ορεξάτου” σκηνοθέτη να είχαμε άλλο αποτέλεσμα. Παρ’ όλ’ αυτά, μια μέτρια ταινία που σ’ αφήνει την εντύπωση ότι είχε δυνατότητες μπορεί να είναι εξίσου χρήσιμη με μία που σε ικανοποιεί πλήρως.
Εδώ για παράδειγμα, οι εικόνες του πολέμου, της εισβολής των Γάλλων και της λεηλασίας που ακολούθησε, αντιστοιχίζουν πειστικά το περιβάλλον όπου ο Γκόγια εμπνεύστηκε τη φρίκη που συναντούμε στα έργα του. Πολύ ωραία κι η ενδιάμεση σκηνή όπου παρακολουθούμε όλη τη διαδικασία παραγωγής και τύπωσης των περίφημων χαρακτικών του.
Οι δύο άντρες πρωταγωνιστές, Σκάρσγκααρντ και Μπαρντέμ, βάζουν τα δυνατά τους να δώσουν διάσταση στους χαρακτήρες τους και μάλλον τα καταφέρνουν. Η δύσκολη δουλειά είναι του δεύτερου, καθώς ο Κασαμάρες αντιπροσωπεύει τον πιο διαχρονικό ιό των αγαθών προθέσεων, την υποκρισία.
Είτε ως αμφιλεγόμενος κληρικός είτε μετά την οπορτουνιστική επιστροφή του ”στα πράγματα” από... άλλο πόστο, ο Μπαρντέμ οφείλει να πείσει ότι αυτός ο τύπος συνανθρώπου μας δεν είναι καρικατούρα αλλά εξαιρετικά αληθινός και καθόλου σπάνιος: παρασιτοζωεί εδώ και αιώνες πάνω στην ανάγκη του λαού για ”ιστορική δικαίωση”- ότι κι αν σημαίνει αυτό!
Αντίθετα, η Νάταλι Πόρτμαν ως το αντικείμενο του πόθου τους, του καλλιτεχνικού για τον Γκόγια και του αμαρτωλού για τον Κασαμάρες, δεν πείθει. Η εμφάνισή της ως τρελή, απελευθερωμένη απ’ τα μπουντρούμια των καθολικών, είναι κάπως γραφική και η απόλυτη ομοιότητά της με τη χαμένη κόρη της (την υποδύεται η ίδια η Πόρτμαν) δε δικαιολογείται. Πόσο μάλλον, όταν η διαφορά ηλικίας τους μοιάζει να χάθηκε στο μακιγιάζ.
Τελικά, το σενάριο μας συστήνει απλά τον Γκόγια αλλά δε μας τον γνωρίζει και οι μεταμορφώσεις του Κασαμάρες μένουν σε επίπεδο σχηματικό, διδάγματα που ξέρουμε καλά, πριν μπούμε καν στην αίθουσα.
Βγαίνουν ακόμα:
* Η νέα ταινία του Φρανσουά Οζόν ”Angel”, το 3D-ανιμέισιον της Ντίσνεϊ ”Meet The Robinsons”, το κορεάτικο έπος ”Shadowless Sword” και η νέα μεγάλου μήκους περιπέτεια του ”Mr Bean” ο οποίος... πάει διακοπές!