Οι βιντεοκασέτες με τις οποίες μεγαλώσαμε part 2

Για να θυμούνται οι παλιοί που τρέχανε στα βίντεοκλαμπ και να μαθαίνουν οι νέοι που δεν πρόλαβαν τη χρυσή εποχή της βιντεοκασέτας.
Οι βιντεοκασέτες με τις οποίες μεγαλώσαμε part 2
Δεν ξέρουμε για σένα, αλλά εμείς είμαστε παιδιά του Γιάννη Δαλιανίδη και δεν θέλουμε μεροκάματο αντίθετα γουστάρουμε χιλιάρα μηχανή και θάνατο όπως λέει και η επική τραγουδάρα των Ημισκουμπρίων.

Για αυτόν τον λόγο ανεβήκαμε ξανά στο πατάρι και βγάλαμε το κουτί με τις βιντεοκασέτες που ανάγκαζαν μεγάλους και μικρούς να συρρέουν στα συγχωρεμένα πια αλλά πολύ αγαπημένα βίντεοκλαμπ.

Η Στροφή του Γιάννη Δαλιανίδη (1982)



Ποια καλτοταινία θα μπορούσε να αποδώσει καλύτερα το μεγαλείο της αδελφικής σχέσης καλύτερα από τη «Στροφή» του Γιάννη Δαλιανίδη άραγε; ΚΑΜΙΑ! Παρακολουθούμε την ιστορία του Πάνου και του Σταμάτη δυο τίμιων αδερφών που διατηρούν συνεργείο σε μια περιοχή της Αθήνας. Ο Πάνος με τη βοήθεια του αδερφού του τρέχει περιστασιακά σε αγώνες με μηχανές. Η καψούρα του η μεγάλη ήταν οι μηχανές μέχρι που γνώρισε μια γκόμενα. Αντιγράφουμε από το οπισθόφυλλο της βιντεοκασέτας της εποχής: «Η Αθήνα φαντάζει στα μάτια των πολλών ως η μοναδική διέξοδος από τη φτώχεια και εργασιακός παράδεισος. Η Χαρούλα (Λίνα Ράκα) και η Στέφη (Σοφία Αλιμπέρτη), μαζί με τους φίλους τους, το σκάνε από τα σπίτια τους στο Ναύπλιο και πηγαίνουν στην Αθήνα. Οι φίλοι τους θα φυλακιστούν και αυτές θα πιάσουν δουλειά σε μπαρ, όπου η Χαρούλα θα γνωρίσει τον Πάνο. Μαζί θα αρχίσουν και τα ναρκωτικά».

Ο Πάνος ήταν άμαθο παιδί και ας ήταν Θεος με μια παράξενη μορφή όπως τραγούδαγε στους τίτλους αρχής ο αείμνηστος Βλάσσης Μπόνατσος. Έτρεχε, έτρεχε, πήγαινε στο διάστημα, στο φως ένας ιππότης μοναχός. Η πρέζα όμως είναι άτιμο πράγμα. Σε διαλύει και όταν τελειώνουν τα φράγκα ο Πάνος και ο Σταμάτης χωρίζουν τα τσανάκια τους. Σπατσάρουν ρε παιδί μου πως το λένε. Ο Πάνος μπλέκεται με τον υπόκοσμο. Γνωρίζει και τον Ψείρα αφού έχει ξεπουλήσει όλα του τα υπάρχοντα.  Συγκλονιστικότερη όλων η σκηνή που μπουκάρει ο Χαλκιάς στο σπίτι τους φωνάζοντας άσε κάτω τον ενισχυτή ρε. Η σκηνή με την Κούλα Αγαγιώτου να κλείνει τα μάτια της ενώ τα δυο της βλαστάρια χτυπιούνται λες και κοπανάνε χαρτόκουτα, είναι από τις πιο χαρακτηριστικές στη φιλμογραφία του Δαλιανίδη.

The Kopanoi του Γιώργου Κωνσταντίνου (1987)



Ένας μικρό- κομπιναδόρος στήνει μια ληστεία για λογαριασμό ενός ανθρώπου του υποκόσμου αγνοώντας πως η ληστεία είναι στημένη για αντιπερισπασμό μιας ληστείας κοσμηματοπωλείου. Το στόρι του καλτ έπους που υπογράφει ο Γιώργος Κωνσταντίνου δεν σε προϊδεάζει για αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει έπειτα στην οθόνη σου. Ντελιριακή πλοκή ρεσιτάλ ατάκας την ώρα που η συνύπαρξη Γιάννη Βούρου, Μάρκου Λεζέ, Γιώργου Πετρόχειλου και Γιώργου Κωνσταντίνου σβήνει κάθε χολιγουντιανό σούπερ καστ.

Όσες φορές κι αν δεις την ταινία θα επαναλαμβάνεις τις λέξεις αγόραρε, χέλι συνεχώς και γελάς μέχρι δακρύων με όλα τα στραβά κι ανάποδα που συμβαίνουν στον δρόμο των The Kopanoi.

To Κομπιούτερ του Θανάτου του Μιχάλη Λεφάκη Τζούνιορ (1987)



Αυτή είναι η ταινία που κοίταξε το Μatrix στα μάτια και το Matrix κατέβασε το βλέμμα από ντροπή! Ο Άκης Φλωρέντης (υπερκαλτ φιγούρα των ταινιών της δεκαετίας του ’80), είναι ο Πάρης Βελής και έχει στόχο του να κατασκευάσει ό,τι πιο επαναστατικό έχει δει ποτέ η ανθρωπότητα. Ένα παιχνίδι στο οποίο ο παίκτης θα μπαίνει μέσα στο κομπιούτερ και θα παίζει ο ίδιος. Ποιο Blade Runner και ποιο Black Mirror; Αφήστε νυχάκι, να μας ξύσετε την πλάτη. Αν χάσεις στο παιχνίδι, πεθαίνεις. Αν τα καταφέρεις όμως και βγεις ζωντανός, από πίστες σαν τις "Βότκα Μέχρι Θανάτου", "Αντιμέτωπος Με Πανκς", "Το Καλύτερο Ανέκδοτο", "Στριπ Πόκερ", τότε είσαι νικητής. Ταινία, που τερμάτισε το επικόμετρο με 8μπιτο soundtrack και εφέ που κάψανε κάθε εγκεφαλικό μας κύτταρο.

Ροκάκιας την ημέρα το βράδυ καμαριέρα του Όμηρου Ευστρατιάδη (1984)



To στόρι της ταινίας είναι το ακόλουθο, όπως γράφει το οπισθόφυλλο: «Ο Μπάμπης έχοντας ψώνιο για την Ροκ μουσική δίνει μια παράσταση με το συγκρότημα του "Τζέλιγκανς Μπαντ" στους συγχωριανούς του. Δεν τους αρέσει όμως η Ντίσκο και τους κάνουν μαύρους στο ξύλο. Απογοητευμένος παίρνει τον δρόμο για την Αθήνα για να γίνει είδωλο. Γνωρίζει την Εύα, κόρη ιδιοκτήτη μεγάλου ξενοδοχείου. Η Εύα αρχίζει να τον συμπαθεί, σε αντίθεση με την παρέα της που του κάνει μεγάλες πλάκες. Ο Μπάμπης, μπατίρης και ψύχραιμος, απευθύνεται στο διευθυντή του ξενοδοχείου και προσλαμβάνεται ως καμαριέρα, με το όνομα Αγράμπελη. Ο δαιμόνιος, όμως, ντετέκτιβ Τσακμάκης το αντιλαμβάνεται...»

Χόλιγουντ ακούει; Ποιο Tootsie και ποιο Mrs Doubtfire; Όταν ο Σωτήρης Τζεβελέκος έκανε τον ροκάκια την ημέρα και το βράδυ την καμαριέρα, εσείς κοιμόσασταν τον ύπνο του δικαίου. Απονενοημένο σενάριο που προσφέρει κλαυσίγελο με τις αδιανόητα ακραίες τρύπες του κι ένα ρεσιτάλ κακού χιούμορ βάζει την ταινία του Όμηρου Ευστρατιάδη στην κορυφή της λίστας με τις καλύτερες χειρότερες ελληνικές βιντεοταινίες ever.

Ψηλός, Λιγνός και Ψεύταρος του Γιάννη Χαρτοματζίδη (1985)



«Ο Πίπης Παρλαπίπας, ένας ψηλός και λιγνός γεροντάκος με μεγάλη οικονομική άνεση, έχει περάσει τη ζωή του λέγοντας μεγάλα αλλά χαριτωμένα ψέματα. Αυτά τα ψέματα αποφασίζει μια μέρα να τα αφήσει κληρονομιά στους συγγενείς του. Τους καλεί και τους δηλώνει πως αν καταφέρουν να γράψουν τις τερατολογίες του και να τις προσαρμόσουν για την τηλεόραση, τα κέρδη του θα είναι μεγάλα γιατί όλες οι ιστορίες παρουσιάζουν διασκεδαστικό ενδιαφέρον». Αν δεν σε κέρδισε η περίληψη της ταινίας τότε μάλλον δεν έχεις ψυχούλα. Στη δεκαετία του 1980 όταν έβλεπες ταινία με τον Ψάλτη ήξερες ότι θα αξίζουν τα λεφτά της ενοικίασης μιας και η ψηλόλιγνη βρωμόστομη φιγούρα του θα σε έβγαζε ασπροπρόσωπο με την ερμηνεία του.

Run n gun ατάκας, κάφρικο χιούμορ κι ο Ψάλτης σεναριακά λυτός να λέει ό,τι του κατέβει στο κεφάλι συνθέτουν μια από τις πλέον απολαυστικές ταινίες εκείνης της περιόδου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v