Έλληνες σκηνοθέτες που κάνανε καριέρα στο εξωτερικό

Λάνθιμος, Αγγελόπουλος, Κακογιάννης, Κούτρας είναι μόνο κάποιοι από όσους κράτησαν ψηλά την κινηματογραφική σημαία της χώρας στο εξωτερικό.
Έλληνες σκηνοθέτες που κάνανε καριέρα στο εξωτερικό
Η Ελλάδα είχε κι ακόμη ευτυχεί να έχει σπουδαίους σκηνοθέτες στην κινηματογραφική της ιστορία, η οποία τηρουμένων των αναλογίων έχει σηκώσει και μπόλικα βραβεία. Ειδικά τα τελευταία χρόνια είναι παραπάνω από φανερή η άνθιση στον χώρο του ελληνικού σινεμά, η οποία συνοδεύεται από βραβευμένες ταινίες κι επαίνους για τους σκηνοθέτες τους. Εμείς λοιπόν κάναμε μια καλή σούμα των Ελλήνων σκηνοθετών που έχουν ήδη μια διακεκριμένη πορεία στο εξωτερικό και σου τους παρουσιάζουμε μαζί με κάποιες από τις καλύτερες ταινίες τους.

Γιώργος Λάνθιμος



Πριν κάποια χρόνια όλος ο κινηματογραφικός κόσμος έμαθε το όνομα του Γιώργου Λάνθιμου όταν ο Κυνόδοντας το 2009 έσκασε σαν βόμβα στο Φεστιβάλ των Καννών κι απέσπασε μάλιστα το βραβείο Ένα Κάποιο Βλέμμα συστήνοντας παντού αυτή την προφητική και διεστραμμένα ευφυή ταινία. Παράλληλα κερδίζει και την υποψηφιότητα για την καλύτερη ξενόγλωσση ταινία των βραβείων Όσκαρ εκείνης  της χρονιάς. Ακολούθησαν κι άλλα βραβεία με τις Άλπεις να παίρνουν το βραβείο καλύτερου σεναρίου του Φεστιβάλ της Βενετίας το 2011, ενώ ο Αστακός σηκώνει το βραβείο των Κριτών στο Φεστιβάλ των Καννών το 2015. Η μεγαλύτερη επιτυχία του ωστόσο μέχρι την επόμενη έρχεται με την Ευνοούμενη η οποία εκτός από το Βραβείο Αργυρού Λέοντα στο Φεστιβάλ Βερολίνου, τσιμπάει 10 υποψηφιότητες για Όσκαρ (ανάμεσα τους Καλύτερης ταινίας και Σκηνοθεσίας) με την Ολίβια Κόλμαν να κερδίζει τελικά το Βραβείο Α’ Γυναικείου Ρόλου άνετα.

Το απόλυτο success story για έναν ταλαντούχο τύπο που ξεκίνησε κάνοντας βίντεοκλιπ για τον Σάκη Ρουβά και τη Δέσποινα Βανδή κι έφτασε μέχρι την κορυφή της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Μέσα από την ιδιαίτερη, σχεδόν απόκοσμη ματιά του, τους ιδιαίτερους διαλόγους και το σαρδόνιο κατάμαυρο χιούμορ, μπορεί να περηφανεύεται ότι τα κατάφερε πολύ καλά.

Ντένης Ηλιάδης



Πριν καμιά δεκαπενταριά χρόνια και βάλε, εμφανίστηκε στους σινεμάδες της χώρας μιας badass ηλεκτρισμένη ταινία με τον λιτό κι απέριττο τίτλο Hardcore. Πίσω από την κάμερα ο Ντένης Ηλιάδης κινηματογραφούσε με πνιγηρό τέμπο τον εφιαλτικό κόσμο μιας νέας γενιάς που βουτά σε εθισμούς, ευκαιριακό σεξ και μια ταραντίνικη βία.

Ο Ντένης φαινόταν γεννημένος για μεγάλα πράγματα για αυτό και χαρήκαμε ιδιαιτέρως όταν ο τιτανομέγιστος Γουές Κρέιβεν τον διάλεξε για να φέρει ξανά στη μεγάλη οθόνη το Last House on the Left το 2009, δίνοντας ένα τίμιο remake στο Horror κοινό όλου του κόσμου. Ακολούθησε άλλο ένα sci-fi thriller αξιώσεων το περίφημο +1 που ανάγκασε κοινό και κριτικούς να παραδεχθούν το ταλέντο του Ηλιάδη, ο οποίος έβγαζε πια τα προς το ζην κάνοντας ταινίες στο Χόλιγουντ. Το 2018 το ψυχολογικό θρίλερ Delirium επιβεβαίωσε την ανατρεπτική ματιά του καθιερώνοντας τον σαν έναν από τους πιο ιδιαίτερους κινηματογραφιστές του είδους.

Αλέξανδρος Αβρανάς



Έχοντας κάνει το Without το 2008 το όνομα του Αλέξανδρου Αβρανά ακουγόταν στην εγχώρια κινηματογραφική πιάτσα, για το ιδιαίτερο στιλ και τις αφηγηματικές αρετές του. Ωστόσο το Miss Violence ήταν χωρίς δεύτερη κουβέντα μια από τις ταινίες που συντέλεσαν στην ανάταση του ελληνικού κινηματογράφου σε φεστιβαλικό και διεθνές επίπεδο, ακολουθώντας τον δρόμο που άνοιξε ο Κυνόδοντας του Γιώργου Λάνθιμου λίγα χρόνια πριν. Όπως και σε εκείνη την ταινία, στο Miss Violence πρωταγωνιστεί μια παρεκκλίνουσα εικόνα της Αγίας Ελληνικής Οικογένειας.

Ενώ λοιπόν φαινομενικά όλα βαίνουν καλώς, όσο το σενάριο προχωρά βλέπουμε να ξεσκεπάζεται το ψεύτικο υγιές προσωπείο μιας οικογένειας που προσπαθεί να ξεπεράσει το τραγικό συμβάν της αυτοκτονίας της μικρής κόρης της. Κάδρο με το κάδρο ο θεατής παρακολουθεί με σφιγμένο στομάχι την αποκαθήλωση των γονεϊκών προτύπων μέσα από φρικτές κι ανομολόγητες πράξεις . Η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βενετίας όπως και το βραβείο καλύτερης Αντρικής Ερμηνείας για τον αποστομωτικό Θέμη Πάνου. Αποτέλεσε παράλληλα το διαβατήριο του Αβρανά για να πάει στο Χόλιγουντ και να κάνει ταινία με τον Τζιμ Κάρει (το Dark Crimes, που ψιλοθάψανε οι κριτικοί παρότι είχε δείγματα του ταλέντου και των δύο) κι έπειτα να επανέλθει σε μια πιο weird wave ματιά με την τελευταία του ταινία Love Me Not. Εμείς ωστόσο περιμένουμε εναγωνίως το επόμενο του φιλμ.

Πάνος Κούτρας



Λίγο πριν την αυγή του 2000 ο Πάνος Κούτρας παίρνει την πιο τολμηρή απόφαση που είχε πάρει Έλληνας σκηνοθέτης εδώ και πολύ καιρό. Αποφασίζει να γυρίσει την Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά, ένα από τα πιο καλτ sci-fi ταινιάκια των τελευταίων 25 ετών, όπου ένας τεράστιος μουσακάς εισβάλλει στο κέντρο της πόλης τρομοκρατώντας τους κατοίκους της. Με μηδενικό μπάτζετ ο Κούτρας αποτίει τον δικό του φόρο τιμής στον Τζον Γουότερς και τη θεότητα της Nτιβάϊν. Η ταινία ακόμη και σήμερα λατρεύεται στο εξωτερικό με πολλές μεταμεσονύχτιες προβολές της να σολντάρουν. Ακολούθησε η Αληθινή Ζωή το 2004, πριν καταφέρει με τη Στρέλλα (2009) να φτιάξει ίσως την καλύτερη ελληνική ταινία εκείνης της δεκαετίας.

Μέσα από μια σπαρακτική ερμηνεία της Μίνας Ορφανού ο Κούτρας τιμά τις queer κι αλμοδοβαρικές καταβολές του, φτιάχνοντας μια ταινία βαθιά συγκινητική και ψυχωμένη. Ακολουθεί το Ξενία το 2014, με τον Κούτρα να μετατρέπεται σε εξαιρετικό αφηγητή ακόμη μιας αντισυμβατικής ιστορίας, με πρωταγωνιστές που γεννούν εκρηκτικά συναισθήματα στον θεατή μέσα από τις ιλιγγιώδεις και τεταμένες ερμηνείες τους. Αναμένουμε με νύχια φαγωμένα την επόμενη ταινία του.

Μιχάλης Κακογιάννης



Ξεκινώντας από την πολύ μακρινή πια δεκαετία του ’50 ο Μιχάλης Κακογιάννης έβαλε το ποιοτικό σινεμά σε κάθε ελληνικό σπίτι. Το Κυριακάτικο Ξύπνημα προετοίμασε τον δρόμο για την εμβληματική Στέλλα, έναν ύμνο στη γυναικεία ανεξαρτησία με μια συγκλονιστική Μελίνα Μερκούρη στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Κάπου εκεί τα φώτα της παγκόσμιας κινηματογραφικής βιομηχανίας στρέφονται πάνω στον Ελληνοκύπριο σκηνοθέτη. Ακολουθεί η μεγάλη επιτυχία του Ζορμπά το 1964 που κάνει όλο το Χόλιγουντ να χορεύει συρτάκι μαζί με τον Άντονι Κουίν, αποσπώντας μάλιστα και 3 Όσκαρ. Είχε προηγηθεί η Ηλέκτρα (1962), η άτυπη αρχή της Ευριπίδειας Τριλογίας του στο σινεμά, που του χάρισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Ξενόγλωσσης ταινίας.

Εννιά χρόνια μετά πείθει την Κάθριν Χέιμπορν τη σπουδαιότερη ηθοποιό της γενιάς της, να πρωταγωνιστεί στις Τρωάδες, με τους κριτικούς να υμνούν την ταινία και το ταλέντο του που θα επιβραβευθεί με ακόμη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας στην Ιφιγένεια του 1976. Στην τελευταία του ταινία τον Βυσσινόκηπο (1993) τα λέει κινηματογραφικά με τον Άλαν Μπέιτς και τη Σαρλότ Ράμπλινγκ, ενώ κάνει το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο πιτσιρικάς Τζέραλντ Μπάτλερ πριν γίνει Λεονάιντας!

Πάντα πιστός και συνεπής στις αρχές του όπως μας δίδαξε και το ανατριχιαστικό ντοκιμαντέρ του Αττίλας 74, για τα γεγονότα της Κύπρου, άφησε παρακαταθήκη μέσα από την κοφτερή ματιά του μια σπουδαία φιλμογραφία.

Θεόδωρος Αγγελόπουλος



Είχαμε την τύχη ένας από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους σκηνοθέτες όλων των εποχών να γεννηθεί Έλληνας και να ακουστεί το όνομα της χώρας σε κάθε σπουδαίο κινηματογραφικό φεστιβάλ του εξωτερικού απολύτως δικαιολογημένα. Μιλάμε για ένα σκηνοθέτη που ο Μπέργκμαν είχε υποκλιθεί στο ταλέντο του μετά την προβολή της ταινίας Ο Μελισσοκόμος, ενώ σαν βασικές τους επιρροές των αναφέρουν σπουδαίοι σκηνοθέτες όπως ο Κουστουρίτσα κι ο Γουίλιαμ Φρίντκιν. Κάνοντας βαθιά πολιτικό σινεμά ο Αγγελόπουλος κατάφερε να συγκεντρώσει πρώτη φορά τα διεθνή κινηματογραφικά βλέμματα πάνω του όταν απέσπασε τον Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βερολίνου με τον συγκλονιστικό Μεγαλέξανδρο (1980), τη στιγμή που το Τοπίο στην Ομίχλη(1988) πήρε τον Αργυρό Λέοντα του Φεστιβάλ.

Το Βλέμμα του Οδυσσέα πήρε το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ των Κανών το 1995, με τον σκηνοθέτη να απογοητεύεται που δεν πήρε τον Χρυσό Φοίνικα, τον οποίο περίμενε τρία χρόνια για να κατακτήσει στο ίδιο Φεστιβάλ, εν μέσω αποθέωσης για το Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα.

Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος έγινε συνώνυμο του ελληνικού σινεμά μιας και χώρεσε στην κάμερα του το ιδιόμορφο τοπίο ελληνικότητας που συνόδευε όλα του τα έργα και τη διεισδυτική του ματιά που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην Έβδομη Τέχνη.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v