Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα: Μία ζωή, ένα δράμα (;)

Ο σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης μας δίνει το πράσινο φως για να ταξιδέψουμε στους δρόμους της τέχνης και στα ζητήματα που αυτή θέτει στους δημιουργούς της, με βιωματικές -και όχι μόνο- αναφορές.
Τι έχει να πει ένας σκηνοθέτης στα διηγήματά του; Απ’ ό,τι φαίνεται οι δρόμοι της τέχνης, είτε μιλάμε για τις τονικές, είτε για τις εικαστικές, είτε για άλλες είναι οι ίδιοι και οι καλλιτέχνες συν-πάσχουν με τον ίδιο τρόπο κατά τη γένεση του έργου τους.

Μου αρέσει η ιδέα κάθε συλλογής διηγημάτων που θέτει έναν κοινό παρονομαστή στα συστατικά της κείμενα, ώστε να μπορεί κανείς να δει και μεμονωμένα κάθε διήγημα αλλά και το σύνολό τους. Το συνολικό corpus δείχνει όχι μόνο μια ενιαία αισθητική, αλλά και ένα θέμα, μια σειρά μοτίβων, μια ιδέα που διαθλάται από έργο σε έργο αλλά και επανασυντίθεται σαν μωσαϊκό από τα επιμέρους κομμάτια.

Η βασική ιδέα του έμπειρου σκηνοθέτη είναι η τέχνη και τα ζητήματα που θέτει κυρίως στους δημιουργούς της. Μ’ αυτήν την έννοια τα διηγήματα, πέρα από βιωματικά καθώς φέρνουν στο προσκήνιο αναμνήσεις και σκέψεις του ίδιου του Παπαστάθη, είναι και αυτοαναφορικά, αφού, όπως προείπα, πραγματεύονται ποικίλες πλευρές της καλλιτεχνικής δραστηριότητας και τους τρόπους με τους οποίους οι τελεστές της επιχειρούν να δώσουν λύση στα προβλήματά της. Κι ενώ θα περίμενε κανείς να επικεντρωθεί στον κινηματογράφο, λόγω προσωπικής σχέσης με τον χώρο, ο διηγηματογράφος στήνει το σκηνικό των προβληματισμών του εν μέρει στο σινεμά (“Pretty Woman”, Γουέλς), πιο πολύ στο μεγαλύτερο ξαδελφάκι του, το θέατρο (παράσταση Βακχών, ερασιτεχνική παράσταση Οιδίποδα, Ελεύθερο θέατρο, Τσέχωφ) και εξίσου πολύ στις εικαστικές τέχνες (Χαλεπάς, Θεοτοκόπουλος) και στη λογοτεχνία (Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Αναγνωστάκης, Ντόρρος) ή στη μουσική (Σαββόπουλος).

Ποιες βασικές γραμμές βρίσκω πίσω από τις υποτυπώδεις πλοκές, που πιο πολύ στηρίζουν τον προβληματισμό, φέρνουν ενίοτε στα πεζογραφήματα του Γιώργου Ιωάννου, αναμιγνύουν υπαρκτά πρόσωπα της ιστορίας των τεχνών μας και μοιάζουν με μικρά κινηματογραφικά ντοκυμανταίρ, παρά αποτελούν τα ίδια δυναμικές αφηγήσεις με πλοκή και ολοκληρωμένους χαρακτήρες;

α. η συγγένεια τέχνης και τρέλας. Ο φίλος που κατέληξε στο Δρομοκαΐτειο ή ο διαταραγμένος στη μνήμη θεατής των Βακχών κ.ο.κ. υποβάλλουν εξ αρχής την αίσθηση ότι στο μυαλό του δημιουργού (βλέπε και την περίπτωση του φυσικού John Nash, που έπασχε από παρανοϊκή σχιζοφρένεια) η διάνοια από την παράνοια απέχουν μια τρίχα. Στο ίδιο μήκος κύματος καλλιτέχνες όπως ο Χαλεπάς, ο Βιζυηνός, ο Παπαδιαμάντης καταντούν συχνά τρελοί, φτωχοί ή εξορισμένοι.

β. η ποίηση είναι μια σεμνή μορφή καταξίωσης και γενικά η τέχνη κερδίζει τον κόσμο, όταν υπηρετείται με πάθος μεν, με ταπεινότητα δε. Λ.χ. ο μικρός ήρωας ενός διηγήματος χάρη σε ποίημα που εκφώνησε με παλμό στο σχολείο κάνει τον μπακάλη να χαρίσει χρέη στην οικογένεια.

γ. η μοναδικότητα του έργου και η αυθεντικότητα του χεριού του ζωγράφου δεν αντιγράφονται και δεν εγκλωβίζονται σε καλούπια τεχνικών λεπτομερειών. Στο διήγημα “Η φωνή του έργου” οι τεχνικοί λένε ότι όντως ο πίνακας είναι του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, αλλά όλοι σιγουρεύονται όταν αυτός που κλήθηκε να γνωματεύσει ένιωσε (μετά τέσσερις ώρες επαφής με το καλλιτέχνημα) τη φωνή του. Ο καλλιτέχνης εκπέμπει ένα κύμα που δεν περιορίζεται στην τεχνική που χρησιμοποιεί ή στα μοτίβα των έργων του, αλλά πηγαίνει κατευθείαν στην ψυχή του αποδέκτη του.

δ. ο αποδέκτης βλέπει το τελικό αποτέλεσμα, αλλά πολλές φορές είναι άκρως κατατοπιστικά όσα προηγήθηκαν αυτού, αφού οι διαδοχικές γραφές ενός λογοτεχνήματος, οι πινελιές ενός πίνακα ή τα κομμένα πλάνα ενός κινηματογραφικού έργου δείχνουν πόσα διλήμματα, πόσες διχοστασίες έζησε ο δημιουργός, πόσα έκανε πριν καταλήξει στην κοντύτερα στο τέλειο μορφή, πόσους κύκλους έκανε πριν πετύχει οριστικά (;) τον στόχο-του.

ε. πώς μπορεί ο ηθοποιός ή ο σκηνοθέτης να πλησιάσει την αρχαία λ.χ. τραγωδία (στο ομώνυμο της συλλογής διήγημα) αν δεν συλλάβει την ατμόσφαιρα και τα αιτήματα της εποχής; Ο Παπαστάθης προβάλλει την άποψη ότι πρέπει να μένουμε κοντά στις προθέσεις του δημιουργού και να σεβόμαστε το κλίμα της εποχής που δημιούργησε το καλλιτέχνημα.

Μου άρεσε ο κοινός άξονας, μου άρεσε ο περί τέχνης προβληματισμός, αλλά δεν είδα την επινοητικότητα που θα έκανε τα βιώματα φαντασία, τις εμπειρίες κατασκευή. Μένω στα μικρά ταξίδια της αυτοαναφορικότητας, μένω στη γλώσσα που με σαφήνεια και καθαρότητα έδωσε δοκίμια εν πλοκή, έδωσε σκέψεις εν δράσει.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Λάκης Παπαστάθης “Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα”, εκδόσεις Πόλις, 2011, σελίδες: 200, τιμή: €15,00
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v