Είναι το Πανετόνε το πιο υπερτιμημένο χριστουγεννιάτικο γλυκό;

Δίνεις είκοσι και βάλε ευρώ για ένα μέτριο ως αδιάφορο τσουρέκι με φρούτα και θεωρείς ότι αυτό το πράγμα πραγματικά αξίζει τα χρήματά του; Μια όχι και τόσο ψύχραιμη κριτική για το πανετόνε.

Είναι το Πανετόνε το πιο υπερτιμημένο χριστουγεννιάτικο γλυκό;

Υπάρχουν φαγητά που αγαπάς με την πρώτη μπουκιά. Υπάρχουν κι άλλα που μαθαίνεις να υπομένεις, όπως οι μπάμιες και οι φακές. Και μετά υπάρχει το Πανετόνε. Μια ιδιαίτερη κατηγορία γιορτινής απάτης. Ένα γλυκό που κάθε Δεκέμβρη εμφανίζεται παντού, χωρίς ποτέ να ξέρει κανείς ποιος ήταν αυτός που είπε «ναι, αυτό είναι νόστιμο» και έδωσε το ΟΚ για την μαζική του παραγωγή.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Το Πανετόνε δεν το τρως επειδή το θέλεις. Το τρως επειδή βρέθηκε μπροστά σου. Επειδή το έφερε κάποιος σε γιορτινή επίσκεψη, πιθανότατα επειδή και εκείνου του το φέρανε και δεν ήθελε να το φάει. Ή επειδή το είχε σε προσφορά το σούπερ μάρκετ από 25 ευρώ στα 22 και 99. Ή επειδή, πολύ απλά, «ταιριάζει με τα Χριστούγεννα μωρέ».

Γιατί δεν το αγαπάμε τόσο, θα αναρωτηθείς. Ποιος ο λόγος ύπαρξης αυτού του γκρινιάρικου άρθρου, θα ρωτήσεις. Άσε μας να εξηγηθούμε και μετά κάνε ό,τι θες. Πάρε και μια κούτα δε μας νοιάζει.

Το πρώτο του πρόβλημα είναι ο όγκος. Έρχεται πάντα μέσα σε κουτί τόσο μεγάλο που νομίζεις ότι περιέχει μικρό air fryer. Η συσκευασία είναι ψαρωτική. Το ανοίγεις και περιμένεις κάτι σπουδαίο. Αντ’ αυτού βρίσκεις ένα φουσκωμένο, αφράτο πράγμα που θυμίζει τσουρέκι ή κέικ σε υπαρξιακή κρίση. Τι είμαι; Τι κάνω σε αυτόν τον κόσμο; Αναρωτιέται ενώ εσύ το κοιτάς με ένα μειδίαμα. Θα σου πούμε εμείς τι είναι. Ένα υβρίδιο χωρίς ταυτότητα, ένα γιορτινό γλυκό που αποφάσισε να είναι όλα και τελικά δεν έγινε τίποτα.

Η γεύση του είναι άλλη ιστορία. Υποτίθεται ότι έχει αρώματα, φρούτα, βούτυρο, «μοσχοβολά παράδοση», σου λέει. Στην πράξη, έχει τη γεύση ενός αδιάφορου τσουρεκένιου γλυκού. Οι σταφίδες εμφανίζονται τυχαία, σαν να έπεσαν από λάθος, τα ζαχαρωμένα φρούτα θυμίζουν εκείνα τα ζελεδάκια που σε περιμένουν στην αίθουσα αναμονής του παθολόγου και το ίδιο το σώμα του είναι τόσο άνοστο που χρειάζεται οπωσδήποτε συνοδευτικά: αλκοόλ, κρέμα, σοκολάτα, καφέ, παγωτό, ή όλα μαζί.

Δεν είναι τυχαίο ότι λίγοι θα το φάνε σκέτο. Οι περισσότεροι θα βρουν κάτι να το πασαλείψουν, ή να το βουτήξουν. Ένα ποτήρι γάλα, ένα βάζο πραλίνα, κάτι. Και το μεγαλύτερο μυστήριο: όλοι το χαρίζουν, κανείς δεν το αγοράζει για τον εαυτό του. Είναι το επίσημο δώρο του «δεν ήξερα τι να φέρω, να, πάρε αυτό το Πανετόνε, χρόνια πολλά».

Ένα αντικείμενο που κυκλοφορεί από σπίτι σε σπίτι σαν κατάρα των γιορτών. Το πας στην οικοδέσποινα, στο επιστρέφει έμμεσα, «πάρτε το κάνουμε διατροφή χε χε χε». Το αφήνεις σε φίλο, στο ξαναφέρνει την Πρωτοχρονιά με τη δικαιολογία ότι το έφαγε και του άρεσε τόσο που πήρε το ίδιο.

Το βάζεις στο ντουλάπι, σε κοιτάει μέχρι τον Μάρτιο, «φάε με, σε παρακαλώ, γλίτωσέ με από αυτό το βασανιστήριο».

Και όμως, κάθε χρόνο, εκεί είναι. Στα ράφια, στις βιτρίνες, στα Instagram stories, τυλιγμένο σε κορδέλες, σαν να πρόκειται για γαστρονομικό θησαυρό. Γιατί τα food trends δεν νοιάζονται για τη γεύση. Νοιάζονται για το image, κυρίες και κύριοι. Για το κουτί, την «παράδοση», την εποχικότητα. Αν κάτι εμφανίζεται μόνο μία φορά τον χρόνο, αποκτά αυτόματα κύρος. Αν ήταν όντως τόσο καλό, θα το τρώγαμε και τον Ιούνιο.

Και για να προλάβουμε κάποιους γευσιγνώστες.

Το Πανετόνε δεν είναι ιταλική κουζίνα. Είναι ιταλικό marketing. Κάπως τα καταφέρανε οι Ιταλοί και μας φόρτωσαν αυτό το αδιάφορο γλυκό. Και όσο κι αν το πασπαλίζουμε με γιορτινή χρυσόσκονη ελέω ημερών, παραμένει αυτό που πάντα ήταν: ένα φουσκωμένο, άνοστο σύμβολο του χριστουγεννιάτικου καπιταλισμού.

Φέτος, λοιπόν, αν σου χαρίσουν Πανετόνε, χαμογέλα ευγενικά. Και μετά κάνε το μόνο σωστό: χάρισέ το σε κάποιον άλλον. Οι παραδόσεις είναι για να συνεχίζονται.

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v