Σπασμένη Φλέβα: Πώς μας πετσόκοψες έτσι ξανά ρε Οικονομίδη;

Ο Γιάννης Οικονομίδης επιστρέφει στο κινηματογραφικό πεδίο του εγκλήματος υπογράφοντας την πιο ώριμη ταινία της φιλμογραφίας του.

Σπασμένη Φλέβα: Πώς μας πετσόκοψες έτσι ξανά ρε Οικονομίδη;

Ο Γιάννης Οικονομίδης έχει καταφέρει κάτι πολύ σπάνιο στα χρόνια της σκηνοθετικής του καριέρας. Να δημιουργήσει ένα σινεμά που έχει φαρδιά, πλατιά την υπογραφή του κι από κάθε του πλάνο να καταλαβαίνεις πως βρίσκεται θεατής του περιβόητου οικονομιδικού σύμπαντος. Εκεί θα βρεις πολλούς λαϊκούς ήρωες που συνήθως εκρήγνυνται κι αραδιάζουν σωρηδόν μπινελίκια ενώ είναι πολύ επιρρεπείς σε εξάρσεις σωματικής και λεκτικής βίας.

Όταν ξεκίνησε με το Σπιρτόκουτο κι έπειτα με την Ψυχή στο Στόμα ο Οικονομίδης πολλοί ήταν εκείνοι που του πρόσαψαν τη σκληρή γλώσσα και την υπερβολή στις εκρήξεις των πρωταγωνιστών του. Σήμερα 25 χρόνια περίπου μετά μια βόλτα στα social media των ενημερωτικών σάιτ και στα δελτία ειδήσεων βγάζει όχι μόνο προφήτη αλλά ρεαλιστικό κινηματογραφικό αφηγητή τον Οικονομίδη αφού ο θυμός και η βία φωλιάζουν ολοένα και περισσότερο στην ελληνική πραγματικότητα.

Μια βόλτα στους ελληνικούς δρόμους κρύβει πολλούς υποψήφιους θύτες που είναι έτοιμοι να πλακωθούν λεκτικά και σωματικά για μια προσπέραση, ένα κόκκινο φανάρι ή μια χειρονομία. Πλέον ο Οικονομίδης τόσο στην προηγούμενη ταινία του (Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς) αλλά και στη Σπασμένη Φλέβα ακόμη περισσότερο βαδίζει σε πιο βατούς κινηματογραφικούς δρόμους ανοίγοντας τη βεντάλια των υποψήφιων θεατών του, πράγμα που μας ευχαριστεί ιδιαίτερα, καθώς είναι ένας από τους πιο ταλαντούχους σεναριογράφους και σκηνοθέτες που έχει δει το ευρωπαϊκό σινεμά εδώ και δύο δεκαετίες και βάλε.

Το story της Σπασμένης Φλέβας

Ο Θωμάς Αλεξόπουλος, ένας μεσήλικας επιχειρηματίας, πνίγεται στα λάθη και στις επιπολαιότητές του. Όταν η κόντρα του με τον τοκογλύφο της περιοχής πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις, και με τον χρόνο για να σώσει το οικογενειακό του σπίτι να τελειώνει, ωθείται στα άκρα. Εκεί που κάθε ελπίδα φαίνεται να έχει χαθεί, εμφανίζεται ένα απλό, εύκολο σχέδιο της τελευταίας στιγμής. Μια κίνηση που θα μπορούσε να είναι η μόνη του ευκαιρία να αποκαταστήσει τα πάντα και να βγει νικητής.

Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους της ταινίας ενσαρκώνουν οι Βασίλης Μπισμπίκης, Μαρία Κεχαγιόγλου, Μπέττυ Αρβανίτη, Στάθης Σταμουλακάτος, Σοφία Κουνιά, Γιάννης Νιάρρος, Γιάννης Αναστασάκης, Ιωάννα Κολλιοπούλου, Κλέλια Ρένεση, Αναστασία Χατζηαθανασίου, Δημήτρης Καπετανάκος και Μαρία Καλλιμάνη.

Η αποτίμηση

Η Σπασμένη Φλέβα είναι ξεκάθαρα μια σύγχρονη ελληνική τραγωδία που αν κάτι τη διαχωρίζει από τον σορό των ελληνικών ταινιών με τα ανθυπομέτρια σενάρια είναι η δυνατότητα του Οικονομίδη στη δραματουργία. Πίσω από κάθε του ταινία υπάρχει πάντα ένα ανθρώπινο δράμα που κλιμακώνεται και οδηγεί τον βασικό χαρακτήρα σε μια έκρηξη άνευ προηγουμένου. Στην νέα του ταινία ο «καταραμένος» ήρωας είναι ο Θωμάς Αλεξόπουλος με τον Βασίλη Μπισμπίκη να κουβαλά στους ώμους του ερμηνευτικά έναν καθόλου εύκολο ρόλο. Πνιγμένος στα χρέη, ψάχνει από κάπου να πιαστεί, μα πάντα βρίσκει τοίχο. Με φόντο μια χώρα που δουλεύει ασταμάτητα για να πληρώνει υποχρεώσεις και στο τέλος κάθε μήνα να μπαίνει λίγο και περισσότερο μέσα, ο Θωμάς Αλεξόπουλος του Μπισμπίκη είναι τόσο οικείος, που κάπου, κάπως, κάποτε θα τον έχεις συναντήσει κι εσύ. Ο Οικονομίδης βάζει λίγο φρένο στα μπινελίκια και ποντάρει περισσότερο στις εκκωφαντικές σιωπές και τους βαριαστεναγμούς τους οποίους και κινηματογραφεί με θαυμαστή χειρουργική και ρεαλιστική ακρίβεια. Τα κάδρα του, μυρίζουν μπαρούτι κι είναι έτοιμα να γίνουν παρανάλωμα χαρακτήρων καθώς η ένταση σιγοκαίει όλους τους βασικούς πρωταγωνιστές.

Αν κάτι μας έλειψε είναι το χιούμορ της Μπαλάντας που δρούσε κάπως ανακουφιστικά εν μέσω των βίαιων σκηνών της. Ωστόσο όπως και σε κάθε ταινία του Οικονομίδη έτσι κι εδώ υπήρξαν απολαυστικές ατάκες κι επικά ξεσπάσματα, χωρίς ευτυχώς να γίνονται άκριτα και να χάνεται το μέτρο της βασικής ιστορίας που ήθελε να αφηγηθεί ο δημιουργός της ταινίας. Εξαιρετικοί όλοι οι δεύτεροι ρόλοι, με καλύτερους ίσως αυτούς της Μαρίας Κεχαγιόγλου και του Στάθη Σταμουλακάτου σαν παραβατικός καντινιέρης.

Από το πρώτο πλάνο μέχρι τους τίτλους τέλους υπό τους ήχους του ομώνυμου τραγουδιού του ΛΕΞ βλέπουμε μια φρενήρη διαδρομή προς τη «λύτρωση» του βασικού ήρωα με τον σκηνοθέτη να επενδύει αριστουργηματικά στο αδιόρατο άγχος που πνίγει βασανιστικά και τον κάθε θεατή. Όπως συνέβη τόσο στο Μικρό Ψάρι όσο και στην Μπαλάντα ο Οικονομίδης κρατά μια μεγάλη ανατροπή που φέρνει τα πάντα τούμπα, δοσμένη όχι ως ένα ευφάνταστο κι εφετζίδικο cliffhanger αλλά ως προδιαγεγραμμένο μέλλον των σημαδεμένων από τα λάθη ηρώων του.

Πρόκειται σίγουρα για την πιο ώριμη στιγμή της φιλμογραφίας του ελληνοκύπριου σκηνοθέτη κι έναν ερμηνευτικό άθλο για τον Μπισμπίκη σε έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα υποκριτικά του μέτρα. Άχαστη.

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v