15 βιβλία που πρέπει να διαβάσεις τον φετινό Οκτώβρη

Ο Οκτώβρης φέρνει στους βιβλιόφιλους πολλές και άκρως ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες κι εμείς αναλαμβάνουμε τον όχι και τόσο εύκολο ρόλο του ξεσκαρταρίσματος.

15 βιβλία που πρέπει να διαβάσεις τον φετινό Οκτώβρη

Μπήκε ο Οκτώβρης πριν λίγες μέρες κι ευτυχώς μας έδωσε ξανά μπόλικες και πολύ ενδιαφέρουσες αφορμές να το ρίξουμε στη μελέτη για χάρη κάποιων εξαιρετικών κυκλοφοριών με την υπογραφή των καλύτερων εκδοτικών της χώρας. Η λίστα μας καλύπτει όλα τα γούστα και καλή σου ανάγνωση λοιπόν!

Θα κάψω το Παρίσι του Bruno Jasieński (εκδόσεις Έρμα)

Ο Bruno Jasieński υπήρξε μια από τις πιο εκρηκτικές μορφές της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας του 20ού αιώνα, ποιητής, στοχαστής και συγγραφέας που δεν αρκέστηκε ποτέ να ακολουθεί τον ρυθμό της εποχής, αλλά επέμεινε να τον ανατρέπει. Η γραφή του ήταν ένα πεδίο μάχης αφού οι λέξεις του χτυπούσαν σαν σφυριά πάνω στις σιωπές μιας κοινωνίας που άλλαζε βίαια. Το μυθιστόρημά του Θα κάψω το Παρίσι παραμένει ως σήμερα το πιο εμβληματικό του κείμενο. Όταν πρωτοδημοσιεύτηκε, σόκαρε και σκανδάλισε, ταξιδεύοντας γρήγορα σε πολλές γλώσσες, όμως σήμερα κατατάσσεται δικαίως στα μείζονα επιτεύγματα της πολωνικής λογοτεχνίας, ένα κρυμμένο διαμάντι του κεντροευρωπαϊκού μοντερνισμού. Στις σελίδες του, η πρωτεύουσα του δυτικού πολιτισμού δεν είναι απλώς σκηνικό, αλλά μια εύθραυστη, μολυσμένη καρδιά που πάλλεται μέσα σε ανισότητες και αντιφάσεις. Ο Jasieński, με την περίτεχνη γραφή και την πρωτοποριακή του ματιά, χτίζει έναν κόσμο που καταρρέει κάτω από το βάρος της αδικίας και της καταπίεσης.

Περισσότερο από μια ιστορία, το βιβλίο μας αναγκάζει να δούμε τις ρωγμές ενός συστήματος που μοιάζει ακλόνητο, να αναμετρηθούμε με τις κοινωνικές παθολογίες που κρύβονται πίσω από τα μεγάλα μνημεία και τα φωτεινά βουλεβάρτα. Σήμερα, διαβάζοντας ξανά το Θα κάψω το Παρίσι συναντάς μια φωνή που παραμένει ζωντανή, θυμίζοντάς μας πως κάθε κοινωνία κουβαλά μέσα της τις σκιές της.

Περίληψη εδώ 

Τόκιο, η επιστροφή του Ντέϊβιντ Πις (εκδόσεις Τόπος)

Ο Ντέιβιντ Πις είναι ένας συγγραφέας που δεν φοβάται να κατέβει στα υπόγεια του ανθρώπινου ψυχισμού και να φωτίσει με τη γραφή του τα πιο σκοτεινά δωμάτια της ιστορίας. Με ένα αφηγηματικό στυλ που συνδυάζει την ατμόσφαιρα του νουάρ με την αμείλικτη ακρίβεια ενός καλού δημοσιογραφικού ρεπορτάζ, έχει χτίσει ένα ξεχωριστό λογοτεχνικό σύμπαν, όπου η βία, η διαφθορά και η συλλογική ενοχή δεν είναι εξαιρέσεις, αλλά ο κανόνας.

Στην Τριλογία του Τόκιο, ο Πις ξεδιπλώνει μεθοδικά τη μεταπολεμική Ιαπωνία: πρώτα με το Τόκιο έτος μηδέν, έπειτα με την Κατεχόμενη πόλη και τέλος με το Τόκιο, η επιστροφή. Στο τελευταίο αυτό μέρος, η αφήγηση κορυφώνεται, οδηγώντας τον αναγνώστη σε μια ζοφερή κατάδυση στην «καρδιά του σκότους» μιας χώρας που προσπαθεί να σταθεί όρθια πάνω στα ερείπια του πολέμου. Ο συγγραφέας, με την ένταση και τον ρυθμό που τον χαρακτηρίζουν, μας παρασύρει σε ένα από τα μεγάλα άλυτα μυστήρια της Ιαπωνίας, μετατρέποντας την ιστορία σε εφιάλτη αλλά και σε συναρπαστική αναγνωστική εμπειρία. Με το Τόκιο, η επιστροφή, ο Ντέιβιντ Πις, πιστός στη σκοτεινή του πυξίδα, μας αφήνει με την αίσθηση ότι η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ, απλώς επιστρέφει, ζητώντας κάποια στιγμή λογαριασμό.

Περίληψη εδώ 

Οι χήρες της Πέμπτης της Κλαούδια Πινιέιρο (εκδόσεις Carnivora)

Η Κλαούδια Πινιέιρο είναι από τις φωνές που δεν διστάζουν να σηκώσουν το πέπλο της επίπλαστης ευδαιμονίας, για να αποκαλύψουν το σκληρό πρόσωπο της πραγματικότητας. Με τη γραφή της αιχμηρή και συνάμα τρυφερή, στέκεται απέναντι στη ζωή των προαστίων της Αργεντινής, εκεί όπου η τελειότητα είναι μόνο μια προσεκτικά στημένη βιτρίνα και σαν ακριβής ανατόμος, εξετάζει τις ρωγμές που ανοίγουν κάτω από τα λουστραρισμένα πατώματα, εκεί όπου κρύβονται οι φόβοι, οι μικρότητες και οι ψευδαισθήσεις μιας κοινωνικής τάξης που γεννήθηκε από τις οικονομικές αναταράξεις της δεκαετίας του ’90.

Στο μυθιστόρημά της Οι χήρες της Πέμπτης, η Πινιέιρο εστιάζει στα κλειστά συγκροτήματα των νεόπλουτων, όπου τα ψηλά τείχη δεν φυλάσσουν μονάχα περιουσίες, αλλά και μυστικά. Μέσα από μια δραματική ιστορία μυστηρίου, σκιαγραφεί ανθρώπους αποφασισμένους να διατηρήσουν πάση θυσία το επίπεδο ζωής τους επιλέγοντας να θυσιάσουν την αλήθεια και τον εαυτό τους στον βωμό του πλούτου και της κοινωνικής επίδειξης.

Η δύναμη της Πινιέιρο δεν βρίσκεται μόνο στην καταγγελία, αλλά και στην περιπαικτική σχεδόν δηκτική, ματιά, μιας και δεν δείχνει με το δάχτυλο, αλλά αφήνει τους ίδιους τους ήρωες να αποκαλυφθούν, να γίνουν σύμβολα ενός κόσμου που βυθίζεται στον υλισμό και τον εγωισμό.

Περίληψη εδώ 

Πρόσκληση σε έναν αποκεφαλισμό του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ (εκδόσεις Μάγμα)

Ανάμεσα στις σελίδες του Ναμπόκοφ συνυπάρχουν η μουσικότητα της ποίησης, η ακρίβεια της επιστήμης και η αέναη περιέργεια ενός νου που έβλεπε τον κόσμο πάντα μέσα από πολλαπλούς καθρέφτες. Ο αγαπημένος συγγραφέας δημιουργούσε λαβυρίνθους, όπου ο αναγνώστης βυθίζεται σε ένα παιχνίδι οπτικών και νοημάτων, συχνά χωρίς οδό διαφυγής.

Στην Πρόσκληση σε έναν αποκεφαλισμό, ίσως στο πιο παράδοξο και συνάμα προφητικό του έργο, υψώνει έναν εφιαλτικό κόσμο που φαντάζει οικείος μέσα στην αλλόκοτη λογική του. Εκεί, η κοινωνία χτίζεται με χειρουργική περιγραφική ακρίβεια για να υπονομευθεί εντέλει εκ των έσω: οι θεσμοί της είναι κενά κελύφη, οι άνθρωποι φιγούρες σε ένα παράλογο θέατρο. Το έργο λειτουργεί σαν μια κοινωνικοπολιτική αλληγορία, που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, αφού κάθε λογική, κάθε συναισθηματική ή ηθική συνοχή διαλύεται, αφήνοντας τον αναγνώστη με την αίσθηση ότι βρίσκεται μπροστά σε έναν καθρέφτη που δεν αντανακλά, αλλά κατακερματίζει.

Η δύναμη του Ναμπόκοφ έγκειται ακριβώς σε αυτή τη διαρκή ανατροπή: στη γοητευτική του ικανότητα να μας παρασύρει σε έναν κόσμο που μοιάζει να ακολουθεί κάποιους κανόνες, μόνο και μόνο για να αποδειχθεί ότι οι κανόνες αυτοί είναι φτιαγμένοι από καπνό. Το παράλογο γίνεται οικείο, και το οικείο αποκαλύπτεται παράλογο.

Περίληψη εδώ 

Χιροσίμα του Τζον Χέρσι (εκδόσεις Σάλτο)

Ο Τζον Χέρσι, βραβευμένος με Πούλιτζερ δημοσιογράφος και συγγραφέας, με το έργο του Χιροσίμα καθόρισε τον τρόπο που σκεφτόμαστε τον πυρηνικό πόλεμο και άνοιξε δρόμο σε ένα είδος αφήγησης που στέκεται μετέωρο ανάμεσα στη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία, καταγράφοντας με έναν εμπνευσμένο κι άκρως αποστομωτικό τρόπο τις φωνές και τις ανάσες εκείνων που το έζησαν.

Στις σελίδες του Χιροσίμα ξεδιπλώνονται οι ιστορίες έξι ανθρώπων: ενός υπαλλήλου, μιας χήρας μοδίστρας, ενός γιατρού, ενός μεθοδιστή λειτουργού, ενός νεαρού χειρουργού και ενός Γερμανού Καθολικού ιερέα. Όλοι τους βρέθηκαν εκείνη τη μοιραία στιγμή, στις 8:15 το πρωί της 6ης Αυγούστου 1945, όταν η πρώτη ατομική βόμβα κατέστρεψε μια ολόκληρη πόλη. Μέσα από την ψύχραιμη αλλά συγκλονιστική του αφήγηση, ο Χέρσι παρακολουθεί την πορεία της ζωής τους ώρα με την ώρα, μέρα με τη μέρα, αποκαλύπτοντας όχι μόνο τη φρίκη αλλά και την αντοχή του ανθρώπινου πνεύματος.

Το βιβλίο δεν είναι μια καταγραφή αριθμών και στατιστικών, αλλά αντίθετα είναι μια τοιχογραφία επιβίωσης και μαρτυρίας. Ο Χέρσι στήνει το βλέμμα του πάνω σε πρόσωπα, όχι σε συνθήματα, κι αυτό ακριβώς κάνει το έργο του τόσο διαχρονικό και μας κληροδοτεί μια αφήγηση που παραμένει συγκλονιστική, όντας μια υπενθύμιση ότι πίσω από κάθε καταστροφή υπάρχουν πρόσωπα, ιστορίες και καρδιές που χτυπούν.

Περίληψη εδώ 

Συλλέκτης αντικών: Η τελευταία δημοπρασία της C.L. Μiller (εκδόσεις Μινώας)

Η CL Miller εμφανίζεται στη λογοτεχνική σκηνή με την άνεση συγγραφέα που ξέρει καλά τα μυστικά του αφηγηματικού ρυθμού: εκεί όπου η ατμόσφαιρα χτίζεται υπομονετικά, σαν σκαλιστή αντίκα, και ταυτόχρονα τα μυστήρια ξεδιπλώνονται με κοφτές, καίριες κινήσεις. Στο βιβλίο της Συλλέκτης αντικών: Η τελευταία δημοπρασία μάς παρασύρει σ’ έναν κόσμο όπου το παρελθόν δεν έχει ποτέ πραγματικά περάσει, και όπου τα αντικείμενα κουβαλούν σκιές πιο βαριές από το ίδιο το βάρος τους.

Η ηρωίδα, η Φρέγια Λόκγουντ, επιστρέφει στη γενέτειρά της σαν κάποια που άφησε πίσω της μια ζωή για να προστατευθεί, μόνο και μόνο για να βρεθεί ξανά στην καρδιά της. Ο θάνατος του μέντορά της, Άρθουρ Κρόκλφορντ, δεν είναι απλώς ένα μυστήριο προς επίλυση, αλλά μια πρόσκληση να ξαναδεί κατάματα όσα φοβόταν: τις σχέσεις που έσβησαν, τα μυστικά που έμειναν θαμμένα, τα ψέματα που καλύφθηκαν με το λούστρο της σιωπής. Το γράμμα του Άρθουρ, με την απελπισμένη του εντολή –«Μην το πεις πουθενά. Ψάξε τα στοιχεία και να προσέχεις.»– λειτουργεί σαν σπίθα που αναγκάζει τη Φρέγια να επιστρέψει όχι μόνο στον τόπο, αλλά και στον εαυτό της.

Στην έπαυλη όπου όλα μοιάζουν να έχουν σκηνοθετηθεί για ένα αθώο Σαββατοκύριακο συλλεκτών, η Miller στήνει μια σκηνή παγίδα: οι αντίκες αποδεικνύονται απομιμήσεις, οι καλεσμένοι δεν είναι αυτό που δείχνουν, και το ίδιο το σπίτι μοιάζει να ανασαίνει απειλή. Εκεί, η Φρέγια και η θεία της Κάρολ καλούνται να αποκωδικοποιήσουν ένα παιχνίδι ψευδαισθήσεων, όπου το παρελθόν του Άρθουρ και οι σκιές της αγοράς αντικών διαπλέκονται με τον κίνδυνο που καραδοκεί σε κάθε δωμάτιο.

Περίληψη εδώ 

Μεσούγκα του Isaac Bashevis Singer (εκδόσεις Δώμα)

Στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’50, ο Isaac Bashevis Singer κοιτάζει τους δρόμους σαν θέατρο σκιών. Από τα καφενεία του Μπρούκλιν ως τα μισοσκότεινα δωμάτια των ξενοδοχείων, οι ήρωές του κουβαλούν μέσα τους το άχθος μιας μνήμης που δεν μπορεί να σβηστεί με πρόσφυγες, επιζώντες, άνθρωποι που επέζησαν από το αδιανόητο και τώρα προσπαθούν να περπατήσουν ξανά πάνω στην εύθραυστη κλωστή της καθημερινότητας.

Στο Μεσούγκα, ο Σίνγκερ δίνει μορφή σε έναν θίασο «χαμένων ψυχών». Οι φιγούρες του μοιάζουν με  σκιρτήματα ανάμεσα στο χιούμορ και στη μελαγχολία, στην ειρωνεία και στην απόγνωση. Το φρενοκομείο στο οποίο αναφέρονται δεν είναι μόνο μια εικόνα, αλλά μια διαρκής υπενθύμιση: πως ο κόσμος, μετά τον όλεθρο, εξακολουθεί να παλινδρομεί ανάμεσα στη λογική και στην παραφροσύνη.

Ο συγγραφέας δεν λυτρώνει τους ήρωές του, αλλά αντίθετα τους αφήνει να πορεύονται με τη νοσηρή ένταση εκείνων που ξέρουν ότι δεν υπάρχει τελική απάντηση, παρά μόνο η τέχνη της αφήγησης. Και ίσως αυτή να είναι η δική του κρυφή υπόσχεση: ότι η λογοτεχνία, μέσα από το τραύμα, βρίσκει τον τρόπο να μιλήσει για την ανθρώπινη αντοχή. Ο Σίνγκερ, με την απλότητα και την πονηριά του παλιού παραμυθά, μας παραδίδει έναν κόσμο όπου το γέλιο συνορεύει με το δάκρυ, σε ένα βιβλίο που δεν πρέπει να προσπεράσεις.

Περίληψη εδώ 

O αυτοκράτορας της χαράς του Ocean Vuong (εκδόσεις Gutenberg)

Στον Αυτοκράτορα της Χαράς, ο πολυβραβευμένος συγγραφέας, που μας συγκλόνισε με το Στη γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι, επιστρέφει σε μια αφήγηση που μοιάζει περισσότερο με εξομολόγηση παρά με μυθιστόρημα. Είναι μια ιστορία για τις σκιές που αρνούνται να σβήσουν, για τα φαντάσματα που κουβαλάμε στις τσέπες μας όταν η μνήμη γίνεται πιο πεισματάρα από το παρόν.

Γεννημένος στο Βιετνάμ και μεγαλωμένος στην Αμερική, ο Vuong ξέρει πώς είναι να ζεις στο περιθώριο, να ανήκεις ταυτόχρονα σε δύο κόσμους που σε θεωρούν ξένο. Η γραφή του είναι βαθιά ποιητική, γεμάτη αναπνοές που μοιάζουν να σταματούν πριν ολοκληρώσουν τη φράση τους. Κι όμως, μέσα σε αυτή την εύθραυστη γλώσσα βρίσκει τη δύναμη να μιλήσει για εκείνους που επιλέγουμε να γίνουν η οικογένειά μας, για τις σχέσεις που πλάθονται κόντρα στον χρόνο και στο τραύμα.

Ο «Αυτοκράτορας» είναι ένας τίτλος ειρωνείας γιατί η χαρά εδώ δεν στέκει ποτέ ακέραιη, παρά θρυμματίζεται σε μικρές στιγμές, σε δευτερόλεπτα ανακούφισης μέσα στον πόνο. Κι όμως, ο Vuong μάς ψιθυρίζει ότι πάντα υπάρχει μια δεύτερη ευκαιρία ώστε να ξανασυστηθούμε στον εαυτό μας, να αγαπήσουμε ξανά, να βρούμε νόημα μέσα στα χαλάσματα.

Η πρόζα του μοιάζει με προσευχή και πληγή ταυτόχρονα. Και μέσα από αυτήν, ο συγγραφέας αποδεικνύει πως ακόμα και στο περιθώριο, η λογοτεχνία μπορεί να χτίσει έναν κόσμο όπου η απώλεια και η ελπίδα συμβιώνουν.

Περίληψη εδώ 

Η Διπλωμάτισσα της Lucy Fricke (εκδόσεις Κείμενα)

Στο μυθιστόρημά της Η Διπλωμάτισσα, η Lucy Fricke μάς συστήνει μια γυναίκα που στάθηκε για χρόνια με το χαμόγελο της αυτοσυγκράτησης, ακολουθώντας το πρωτόκολλο - χειραψίες, δεξιώσεις, και ατέλειωτες λέξεις-κλισέ. Μέχρι που η υπομονή της εξαντλείται και μαζί της ξεθωριάζει η πίστη ότι η διπλωματία μπορεί στ’ αλήθεια να αλλάξει τον κόσμο.

Η ηρωίδα της Fricke δεν είναι ένα σύμβολο ψυχρής εξουσίας αλλά μια πληγωμένη, σπαρακτικά ανθρώπινη φιγούρα, που τολμά να δείξει την κούρασή της. Στους διαδρόμους της διεθνούς πολιτικής, εκεί όπου η κάθε φράση μετριέται σε γραμμάρια ισορροπίας, εκείνη αρχίζει να αναζητά το δικό της μέτρο. Και κάπως έτσι, η ιστορία παίρνει τη μορφή μιας εξομολόγησης: τι μένει όταν η «τέχνη του εφικτού» αποδεικνύεται μάταιη, όταν πίσω από κάθε συνθήκη κρύβεται η ίδια η ανθρώπινη αδυναμία;

Με γλυκόπικρο χιούμορ, η Fricke ξεγυμνώνει τα παρασκήνια, δείχνοντάς μας ότι οι διπλωμάτες δεν είναι υπεράνθρωποι, αλλά άνθρωποι που παλεύουν με τις ίδιες απογοητεύσεις, τους ίδιους φόβους. Η πρόζα της κινείται ανάμεσα στο σαρκαστικό σχόλιο και στη λεπτή συγκίνηση, επιμένοντας ότι ακόμα και μέσα στην αμφιβολία μπορεί να φωλιάσει μια αλήθεια.

Περίληψη εδώ 

Έμβια όντα της Ιida Turpeinen (εκδόσεις Ίκαρος)

Η Iida Turpeinen μάς παραδίδει, με τα Έμβια Όντα, ένα πολυφωνικό ταξίδι στον χρόνο, όπου η φύση ανασαίνει μέσα από τις σελίδες σαν αρχαίος οργανισμός που επιμένει να επιβιώνει. Το μυθιστόρημα εκτείνεται σε τρεις αιώνες ανακαλύψεων, σαν ένα πολύχρωμο ημερολόγιο της επιστήμης και της ανθρώπινης περιέργειας, που δεν είναι ποτέ αθώα. Στα βήματα εξερευνητών, φυσιοδιφών και ερευνητών, ο αναγνώστης παρακολουθεί πώς η γνώση μπορεί να γίνει άλλοτε εργαλείο θαυμασμού και άλλοτε μηχανισμός απληστίας.

Η Turpeinen επιλέγει αφήγηση με μια γλώσσα λεπταίσθητη, όπου κάθε περιγραφή μοιάζει να αποκαθιστά μια χαμένη ισορροπία. Κι αν η φύση μάς διδάσκει την αντοχή και την ικανότητα να επουλώνει τις πληγές της, η επιστήμη, όταν παρασύρεται από την ύβρη, γίνεται ένας καθρέφτης της ανθρώπινης φιλοδοξίας.

Το βιβλίο είναι ταυτόχρονα στοχασμός και αφήγηση περιπέτειας, ένας ύμνος στη βιοποικιλότητα, αλλά και μια προειδοποίηση για την ευθραυστότητα της ισορροπίας της. Η Turpeinen δεν εξιδανικεύει∙ δείχνει πώς μέσα από τα λάθη και τις υπερβολές, ο κόσμος μας εξακολουθεί να γεννά ομορφιά. Το Έμβια Όντα γίνεται έτσι ένας λογοτεχνικός καθρέφτης της ίδιας της ζωής που μοιάζει πολύπλοκη, εύθραυστη, αλλά πάντοτε ικανή να ξαναγεννηθεί.

Περίληψη εδώ 

Το άλικο γράμμα του Nathaniel Hawthorne (εκδόσεις Μεταίχμιο)

Ο Nathaniel Hawthorne, με το Άλικο γράμμα, ξεδιπλώνει μια από τις πιο δυνατές σκηνές της αμερικανικής λογοτεχνίας: την ανοιχτή πληγή ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία. Η Έστερ Πριν, σημαδεμένη από το κόκκινο γράμμα της αμαρτίας, βαδίζει στους δρόμους της Πουριτανικής Νέας Αγγλίας με μια αξιοπρέπεια που ακυρώνει κάθε πέτρα, κάθε βλέμμα κατακραυγής. Στην ηρεμία της, στην αταλάντευτη αντοχή της, γεννιέται μια από τις πρώτες μεγάλες ηρωίδες της αμερικανικής μυθοπλασίας.

Η ιστορία του Hawthorne είναι μια καυστική καταγραφή της έντασης ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια ζωή. Κάτω από το άλικο γράμμα δεν κρύβεται μόνο η ενοχή, αλλά και η ανατρεπτική δύναμη της ατομικής συνείδησης. Η Έστερ αρνείται να σβήσει τον εαυτό της για χάρη της κοινότητας, κι έτσι η «ντροπή» της μετατρέπεται σε περήφανη μαρτυρία.

Ο Hawthorne γράφει για τη συλλογική εκδίκηση και την ανθρώπινη αδυναμία, για τα πάθη που δεν μπορούν να χωρέσουν σε κανένα ηθικό κώδικα. Η γλώσσα του, σκοτεινή και διεισδυτική, περιγράφει μια κοινωνία όπου το φως της πίστης συναντά τη σκιά της υποκρισίας.

Στο τέλος, το Άλικο γράμμα μας αναγκάζει να αναρωτηθούμε: πόσο χώρο δίνουμε στον εαυτό μας μέσα στο βλέμμα των άλλων; Και πότε η ανυπακοή γίνεται η μόνη αληθινή μορφή ελευθερίας;

Περίληψη εδώ 

Η βιβλιοθήκη των δανεικών καρδιών (εκδόσεις Ψυχογιός)

Στη Βιβλιοθήκη των Δανεικών Καρδιών, η Lucy Gilmore μάς οδηγεί σε ένα παιχνίδι μυστικών και παθών, όπου οι σελίδες των βιβλίων γίνονται παράθυρα στις ζωές των ανθρώπων που αγαπήθηκαν και χάθηκαν. Η Κλόι, η πρωταγωνίστρια, ξεκινά με ένα μόνο στοιχείο, μια σημείωση σε ένα παλιό βιβλίο, και σύντομα ανακαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο γραμμάτων και παρασκηνίων.

Η αφήγηση της Gilmore είναι μια οδύσσεια δεκαετιών, όπου οι καρδιές των ηρώων παραμένουν αιωρούμενες ανάμεσα στις σελίδες και στις μνήμες των αναγνωστών. Η απορία της Κλόι για το τι συνέβη στους άτυχους εραστές γίνεται η ίδια αφορμή για στοχασμό ως προς το πόσο εύθραυστη είναι η αγάπη και πόσο εύκολα χάνονται οι ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ δυνατά;

Το μυθιστόρημα της Gilmore μας υπενθυμίζει ότι οι πιο σημαντικές ιστορίες συχνά κρύβονται στα πιο απίθανα μέρη. Ένα περιθώριο, ένα σημείωμα, ένα δανεικό βιβλίο μπορούν να γίνουν πύλες σε κόσμους όπου οι καρδιές δεν σιωπούν ποτέ. Και ίσως, μέσα από αυτό το λογοτεχνικό κυνήγι, ανακαλύπτουμε ότι οι ιστορίες που αξίζει να ειπωθούν δεν τελειώνουν ποτέ αλλά αντίθετα συνεχίζουν να ζουν στις σελίδες που περνούν από χέρι σε χέρι.

Περίληψη εδώ 

Σάκος με κόκαλα του Στίβεν Κινγκ (εκδόσεις Κλειδάριθμος)

Ο Στίβεν Κινγκ, όντας ο απόλυτος κι αδιαφιλονίκητος master of horror, ξέρει να πατά με το ίδιο βάρος στο σκοτάδι και στο φως. Από τις μικρές αμερικανικές πόλεις που στήνει ως θεατρικά σκηνικά του τρόμου μέχρι τα πιο απόκρυφα δωμάτια της ανθρώπινης ψυχής, ο Κινγκ γράφει με τρόπο που σε κερδίζει και σε δένει μέσα στις σελίδες του, όπως μόνο οι μεγάλοι παραμυθάδες μπορούν.

Στο Σάκος με Κόκαλα, η πλοκή ακροβατεί ανάμεσα στη θλίψη και στο υπερφυσικό. Ένας συγγραφέας που θρηνεί τον θάνατο της γυναίκας του βρίσκει τον εαυτό του αντιμέτωπο με στοιχειά, μυστικά και φαντάσματα όχι μόνο του σπιτιού όπου καταφεύγει, αλλά και της ίδιας του της ψυχής. Ο Κινγκ μετατρέπει την απώλεια σε υλικό τρόμου και το πένθος σε αφηγηματικό καλειδοσκόπιο: η αγάπη που διακόπηκε, η σιωπή που βαραίνει, το σπίτι που μιλάει με φωνές χαμένων.

Η μαγεία του Κινγκ βρίσκεται στο πώς ανατέμνει τον κοινωνικό ιστό, φτιάχνοντας χαρακτήρες που μοιάζουν καθημερινοί, οικείοι, κι όμως γίνονται αγωγοί του αλλόκοτου. Ο τρόμος του δεν είναι ποτέ μόνο εξωτερικός, αλλά αντίθετα είναι η αντανάκλαση των φόβων που όλοι κουβαλάμε: της μοναξιάς, της απώλειας, της ενοχής.

Πρόκειται για μια ευφάνταστη ιστορία για το πώς η μνήμη μάς στοιχειώνει και για το πώς ο έρωτας, ακόμα κι όταν τελειώσει, αφήνει πίσω του ένα αποτύπωμα που αρνείται να σβήσει.

Περίληψη εδώ 

Το βαγόνι των δολοφόνων του Sebastien Japrisot (εκδόσεις Πατάκη)

Ο Sebastien Japrisot, ο «μάγος του γαλλικού νουάρ», ξέρει να υφαίνει ιστορίες σαν πολύπλοκα παζλ, όπου κάθε κομμάτι μοιάζει να γλιστράει λίγο πριν βρει τη θέση του. Στο «Βαγόνι των δολοφόνων» δημιουργεί μια σιωπηλή παρτιτούρα τρόμου και μυστηρίου: έξι άγνωστοι μοιράζονται το ίδιο κουπέ στο νυχτερινό τρένο από τη Μασσαλία στο Παρίσι, αλλά το πρωί μόνο η νεαρή γυναίκα παραμένει εκεί, νεκρή, ξαπλωμένη στην κουκέτα της, σαν να κοιμάται σε αιώνιο ύπνο. Οι συνεπιβάτες της έχουν εξαφανιστεί, και σύντομα η μία δολοφονία διαδέχεται την άλλη.

Στο επίκεντρο εμφανίζεται ο κουρασμένος επιθεωρητής Αντουάν Πιερ Εμίλ Γκρατσιανό, γνωστός ως «Γκράτσι». Ένας ήρωας που δεν είναι ήρωας με τη στερεότυπη έννοια, αλλά άνθρωπος φθαρμένος, γνώριμος με το έγκλημα, βουτηγμένος στη ρουτίνα και στην απογοήτευση. Κι όμως, μέσα από το βλέμμα του, ο Japrisot χτίζει μια ατμόσφαιρα που θυμίζει εφιάλτη σε κίνηση: ένα τρένο που κυλά μέσα στη νύχτα, ένα παζλ από πρόσωπα που φαίνεται να σβήνουν ένα ένα, σαν φαντάσματα που αρνούνται να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους.

Η γοητεία του Japrisot βρίσκεται στο πώς μπλέκει την ψυχολογία με την πλοκή, υπογράφοντας ένα νουάρ όπου κάθε στροφή της ράγας φέρνει καινούριο τρόμο – και όπου ο αναγνώστης μένει εγκλωβισμένος, όπως και οι επιβάτες, μέχρι την τελευταία σελίδα.

Περίληψη εδώ 

Η Ένοικος του Γουάιλντφελ Χολ της Αν Μπροντέ (εκδόσεις Loggia)

Η Άνν Μπροντέ, η πιο σιωπηλή από τις αδελφές Μπροντέ, άφησε με το Η Ένοικος του Γουάιλντφελ Χολ το δικό της ανεξίτηλο στίγμα στη λογοτεχνία, ένα κύκνειο άσμα που με τον καιρό αναγνωρίστηκε ως προάγγελος του φεμινιστικού λόγου. Σε μια εποχή που η γυναικεία φωνή περιοριζόταν στην οικιακή σφαίρα, εκείνη τόλμησε να χαράξει το πορτρέτο μιας γυναίκας που αρνείται να υποταχθεί στην τυραννία του γάμου και της κοινωνικής σύμβασης.

Η ηρωίδα της, η μυστηριώδης ένοικος του παλιού αρχοντικού, κουβαλά μαζί της το βάρος ενός παρελθόντος που δεν είναι μόνο προσωπικό, αλλά και συλλογικό: η μοίρα των γυναικών που εγκλωβίστηκαν σε γάμους με ναρκισσιστές και καταχρηστικούς συζύγους. Η Άνν, με οξυδερκή ματιά, σκιαγραφεί τον χαρακτήρα του συζύγου ως προϊόν και συνάμα θύτη ενός ολόκληρου κοινωνικού συστήματος. Το μυθιστόρημα, βαθιά ψυχολογικό και ταυτόχρονα τολμηρά νατουραλιστικό, απομακρύνεται από τον ρομαντικό λυρισμό που χαρακτήριζε συχνά τη Σάρλοτ και την Έμιλι. Η Άνν προτιμά τη γυμνή αλήθεια, την ακριβή παρατήρηση, το ψυχογράφημα που δεν ωραιοποιεί, ωστόσο αποκαλύπτει. Αυτή η αλήθεια, σχεδόν μοντερνιστική, προαναγγέλλει τεχνικές που η λογοτεχνία θα αναπτύξει πολύ αργότερα.

Περίληψη εδώ 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v