Ποια είναι η καλύτερη αντιβίωση για ιγμορίτιδα: Τι προτείνουν οι γιατροί
Η ιγμορίτιδα συνήθως περνά μόνη της, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται αντιβίωση. Μάθε πότε και γιατί.

Η ιγμορίτιδα συνήθως περνά μόνη της, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται αντιβίωση. Μάθε πότε και γιατί.
Η ιγμορίτιδα είναι η φλεγμονή των ιγμορείων, δηλαδή των παραρρίνιων κόλπων που βρίσκονται δεξιά και αριστερά της μύτης. Πρόκειται για κοιλότητες γεμάτες αέρα που επικοινωνούν με τη ρινική κοιλότητα και έχουν ρόλο στη θέρμανση του αέρα, στην αντήχηση της φωνής και στην προστασία του εγκεφάλου. Η φλεγμονή μπορεί να οφείλεται σε ιούς, βακτήρια, αλλεργίες ή ανατομικές δυσμορφίες, ενώ συνοδεύεται από συμπτώματα όπως συμφόρηση, πονοκέφαλος, αίσθημα πίεσης στο πρόσωπο, εκκρίσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις πυρετός ή πόνος στα δόντια.
Η μεγάλη πλειονότητα των περιστατικών είναι ιογενής, συχνά ως επιπλοκή κοινού κρυολογήματος, και υποχωρεί αυτόματα χωρίς αντιβιοτικά.
Οι ρινικές πλύσεις με φυσιολογικό ορό αποτελούν βασικό μέσο ανακούφισης στην ιγμορίτιδα. Βοηθούν στην απομάκρυνση εκκρίσεων, μικροβίων και αλλεργιογόνων, βελτιώνουν τη ρινική αναπνοή και μειώνουν τη φλεγμονή. Μπορούν να γίνουν καθημερινά, με ειδικά σπρέι ή συσκευές πλύσης.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ακαδημίας Ωτορινολαρυγγολογίας – Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου, η αρχική προσέγγιση για όλους τους ασθενείς με απλή οξεία βακτηριακή ιγμορίτιδα (ABRS), ανεξαρτήτως βαρύτητας των συμπτωμάτων, είναι η παρακολούθηση χωρίς άμεση χορήγηση αντιβιοτικών.
Η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής συνιστάται μόνο εφόσον δεν υπάρχει βελτίωση εντός 7 ημερών ή αν τα συμπτώματα επιδεινωθούν. Σε τέτοια περίπτωση, ο γιατρός επανεκτιμά τη διάγνωση, αποκλείει άλλες αιτίες και, αν επιβεβαιωθεί η νόσος, ξεκινά θεραπεία με αντιβιοτικό.
Σε αντίστοιχες οδηγίες του βρετανικού NICE για την οξεία ιγμορίτιδα, αποθαρρύνεται η άμεση χορήγηση αντιβιοτικών σε περιπτώσεις με συμπτώματα διάρκειας κάτω των 10 ημερών, ενώ προτείνεται εφεδρική συνταγή για αντιβιοτικό μόνο αν υπάρξει επιδείνωση ή απουσία βελτίωσης.
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να μη γίνεται αυτοδιάγνωση, αλλά να αξιολογείται η κατάσταση από γιατρό, ιδίως αν υπάρχουν ιστορικό αλλεργιών, χρόνιες υποτροπές ή υποψία επιπλοκών.
Η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη αντιβίωση για την οξεία βακτηριακή ιγμορίτιδα είναι η αμοξικιλλίνη με κλαβουλανικό οξύ, λόγω της κάλυψης των συχνότερων παθογόνων (Streptococcus pneumoniae, Haemophilus influenzae). Άλλες επιλογές περιλαμβάνουν τη δοξυκυκλίνη και, σε ειδικές περιπτώσεις, τις φθοριοκινολόνες όπως η λεβοφλοξασίνη και η μοξιφλοξασίνη, που επιλέγονται με προσοχή λόγω πιθανών σοβαρών παρενεργειών.
Η θεραπεία πρώτης γραμμής περιλαμβάνει αμοξικιλλίνη/κλαβουλανικό οξύ, σε δοσολογία που προσαρμόζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και την ηλικία. Σε ήπια περιστατικά, χωρίς ιστορικό αντοχής ή επιπλοκών, μπορεί να χορηγηθεί και απλή αμοξικιλλίνη. Η επιλογή βασίζεται σε κατευθυντήριες οδηγίες και λαμβάνει υπόψη τυχόν ανατομικά εμπόδια ή παράγοντες κινδύνου.
Σε περίπτωση αλλεργίας στην πενικιλλίνη, ειδικά σε σοβαρές αντιδράσεις (π.χ. αναφυλαξία), αποφεύγονται οι β-λακτάμες και επιλέγονται φαρμακευτικές εναλλακτικές όπως η δοξυκυκλίνη, οι μακρολίδες ή οι κινολόνες, πάντα με βάση το ατομικό ιστορικό. Αν η αλλεργία είναι ήπια, μπορούν να χορηγηθούν κεφαλοσπορίνες όπως η κεφουροξίμη. Η επιλογή της αντιβίωσης γίνεται πάντα βάσει ιατρικής κρίσης, με γνώμονα την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα.
Η διάρκεια της αντιβιοτικής αγωγής διαφέρει ανάλογα με την ηλικία και τη μορφή της ιγμορίτιδας. Στους ενήλικες, συχνά επαρκούν 5 έως 7 ημέρες θεραπείας. Στα παιδιά, η διάρκεια συνήθως κυμαίνεται μεταξύ 10 και 14 ημερών. Σε χρόνιες περιπτώσεις ή σε ασθενείς με υποτροπιάζουσες λοιμώξεις, η θεραπεία μπορεί να παραταθεί, ενώ ενδέχεται να απαιτηθεί και χειρουργική αντιμετώπιση.
Τα αντιβιοτικά δεν είναι αθώα φάρμακα. Η χρήση τους μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες όπως γαστρεντερικές διαταραχές, αλλεργικά εξανθήματα, εντερολοιμώξεις (π.χ. Clostridioides difficile), και ανάπτυξη ανθεκτικών μικροβίων. Η υπερβολική ή ακατάλληλη χρήση τους οδηγεί σε μικροβιακή αντοχή, καθιστώντας μελλοντικές λοιμώξεις πιο δύσκολες στη θεραπεία.
Είναι απαραίτητο να αναζητήσετε ιατρική αξιολόγηση όταν τα συμπτώματα της ιγμορίτιδας διαρκούν περισσότερο από 10 ημέρες, επιδεινώνονται μετά από αρχική ύφεση, ή συνοδεύονται από υψηλό πυρετό, πρήξιμο γύρω από τα μάτια, δυνατό πόνο στο πρόσωπο ή διπλωπία. Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει εμπλοκή του εγκεφάλου ή των ματιών, με επιπλοκές όπως απόστημα, οστεομυελίτιδα, μηνιγγίτιδα ή θρόμβωση σηραγγώδους κόλπου. Η πρόληψη αυτών ξεκινά με την έγκαιρη διάγνωση.
Για να είναι αποτελεσματική και ασφαλής η αντιβιοτική θεραπεία, είναι σημαντικό να ολοκληρώνεται η πλήρης διάρκεια που έχει οριστεί, ακόμα και αν τα συμπτώματα υποχωρήσουν νωρίτερα. Δεν πρέπει να διακόπτεται πρόωρα ούτε να λαμβάνονται "παλιές" αντιβιώσεις που έχουν περισσέψει. Η λήψη πρέπει να γίνεται την ίδια ώρα κάθε μέρα, με ή χωρίς τροφή, ανάλογα με τις οδηγίες, και συνοδευόμενη από επαρκή ενυδάτωση. Σε περιπτώσεις που προκαλεί γαστρεντερικές διαταραχές, η ταυτόχρονη λήψη προβιοτικών μπορεί να βοηθήσει, πάντα σε συνεννόηση με τον γιατρό.