Έρευνα: Μιλάει γρήγορα όποιος… πείθει καλύτερα

Η ταχύτητα, η ευφράδεια και ο τόνος της φωνής είναι τα τρία «κλειδιά» που θα πείσουν τον συνομιλητή μας να κάνει αυτό που θέλουμε, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
Έρευνα: Μιλάει γρήγορα όποιος… πείθει καλύτερα
Ο καλύτερος τρόπος να πείσεις κάποιον για κάτι, είναι να μιλάς σχετικά γρήγορα, να κάνεις συχνά παύσεις και να μην ακούγεσαι υπέρ το δέον ενθουσιώδης. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιου του Μίσιγκαν, και η οποία μελέτησε σχεδόν 1.400 τηλεφωνήματα, στα οποία εκατό άνδρες και γυναίκες προσπαθούσαν να πείσουν τον κόσμο να πάρει μέρος σε τηλεφωνικές έρευνες.

Εκείνοι που μιλούσαν πολύ γρήγορα, δεν έκαναν παύσεις και φαίνονταν ιδιαίτερα ενθουσιώδεις, σημείωσαν λιγότερες επιτυχίες. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν μελέτησαν τα ηχογραφημένα τηλεφωνήματα, εξετάζοντας την ταχύτητα ομιλίας, την ευφράδεια και τον τόνο της φωνής, τα οποία εν συνεχεία συνέκριναν με τις θετικές ή αρνητικές απαντήσεις όσων κλήθηκαν να συμμετάσχουν στις έρευνες.

Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν είναι ότι οι τηλεφωνητές και τηλεφωνήτριες που σημείωσαν τη μεγαλύτερη επιτυχία ήταν όσοι μιλούσαν με ρυθμό περίπου 3,5 λέξεων το δευτερόλεπτο, δηλαδή σχετικά γρήγορα.

Ο επικεφαλής της έρευνας, Jose Benki, ειδικός στην ψυχολογία της γλώσσας, δήλωσε πως οι περισσότεροι άνθρωποι τείνουμε να πιστεύουμε ότι κάποιος που μιλά υπερβολικά γρήγορα προσπαθεί να μας ρίξει «στάχτη στα μάτια», ενώ κάποιος που μιλά υπερβολικά αργά είτε δεν είναι ιδιαίτερα εύστροφος είτε είναι υπερβολικά σχολαστικός.

Επιπλέον, η ερευνητική ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι υπερβολικές διακυμάνσεις στον τόνο της φωνής κάνουν τον ομιλητή να ακούγεται ψεύτικος, ή σαν να προσπαθεί υπερβολικά να πείσει για κάτι.

Τέλος, όσοι έκαναν περισσότερες παύσεις –περίπου τέσσερις ή πέντε φορές το λεπτό– σημείωσαν μεγαλύτερη επιτυχία από εκείνους που δεν έκαναν καθόλου παύσεις, οι οποίοι ακούγονταν σαν να διαβάζουν αυτά που έλεγαν.

Η Dr Rachael-Anne Knight, λέκτορας φωνητικής στο City University του Λονδίνου σχολίασε πως η προσωδία –δηλαδή, ο ρυθμός, ή έμφαση και η τονικότητα της ομιλίας– παίζει τον σημαντικότερο ρόλο στο πώς εκλαμβάνουμε αυτό που λέει ο συνομιλητής μας.

«Τα στοιχεία αυτά μας δίνουν πολλές πληροφορίες σχετικά με το πώς αισθάνεται ο συνομιλητής μας εκείνη την στιγμή, αλλά και πώς νιώθει απέναντί μας. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, έχει συμβεί στον καθένα να ακούσει κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό, αλλά να προσβληθεί από τον τρόπο με τον οποίο το εξέφρασε ο συνομιλητής του –αυτό που λέμε «’δε με πείραξε αυτό που είπε, αλλά ο τρόπος που το είπε’» καταλήγει η ίδια.

Πηγή: BBC.co.uk
Η.Κ.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v