Κρουαζιέρα στο Νείλο: Πλους στις όχθες της ιστορίας

Τυπική κρουαζιέρα στο Νείλο ή ταξιδιωτική περιήγηση; Ο Barnaby Rogerson των Financial Times επιβιβάζεται σε παραδοσιακό ιστιοπλοϊκό, περπατά στις όχθες της ιστορίας, κολυμπά στα νερά ενός από τα ιστορικότερα ποτάμια και μας μεταφέρει τις εντυπώσεις του.     
Κρουαζιέρα στο Νείλο: Πλους στις όχθες της ιστορίας
του Barnaby Rogerson (*)

Είχα ανησυχήσει για τη δυναμική του γκρουπ, κάτι που φαινόταν και στις αποσκευές μου: Μια ολόκληρη βαλίτσα ήταν γεμάτη με βιβλία και ουίσκι.

Η τελευταία φορά που είχα ταξιδέψει ομαδικά ήταν πριν από 20 χρόνια, αλλά η ανάμνηση δεν είχε εξαφανιστεί. Ακόμη τρέμω από οργή όταν το θυμάμαι. Ένα διεθνές κοπάδι αγνώστων μεταξύ τους ανθρώπων σε εύθραυστη πνευματική κατάσταση να προσπαθεί να κοινωνικοποιηθεί. Έμοιαζε αρκετά με το τηλεοπτικό Big Brother, εάν προσπαθούσε να πάει διακοπές.

Τρεις μέρες μετά την άφιξη στο Κάιρο, συνοδευόμενος από ένα βουνό αποσκευών και σακούλες με σαμπάνια από τα duty free, η ομάδα μας πήρε το βραδινό τρένο για το Λούξορ.

Στο Λούξορ, μείναμε σε ένα ανακαινισμένο αγροτόσπιτο δίπλα στους άγονους λόγους και σε ένα απομονωμένο μοναστήρι Κοπτών μοναχών. Μέχρι το βράδυ, οι συνταξιδιώτες μου είχαν αρχίσει να ξετυλίγουν τις σταδιοδρομίες τους. Ένας παραγωγός κινηματογράφου, ένας Γάλλος φωτογράφος με ιδιαίτερη συμπάθεια στους κήπους, ένας σχεδιαστής ιστοσελίδων, ένας βοτανολόγος, ένας κομψά ντυμένος δικηγόρος, ένας ιρανός και, νομίζω, τέσσερις συγγραφείς ταξιδιωτικών διηγημάτων.

Όμως, όποτε περνούσαμε το Νείλο και βλέπαμε μια βάρκα, η καρδιά μου σφιγγόταν. Φοβόμουν ότι η μοίρα μας ήταν να παγιδευτούμε ως ομάδα σε ένα από αυτά τα τουριστικά πλοιάρια, αναγκασμένοι να περνάμε τις νύχτες μας στη ντίσκο και τις ημέρες μας δίπλα στην πισίνα.

Όμως, η εμπειρία μας αποδείχθηκε κάτι εντελώς διαφορετικό. Μετά την περιήγηση σε έναν μεγαλοπρεπή βυθισμένο ναό του Πτολεμαίου, με τη στέγη του και τα χρώματά του να έχουν παραμείνει άθικτα παρά το πέρασμα των αιώνων, περπατήσαμε τα σκονισμένα σοκάκια του Λούξορ και βρεθήκαμε στις όχθες του Νείλου. Μια σανίδα συνέδεε το έδαφος με το σκάφος μας, και καθώς οι σανίδες υποχωρούσαν λίγο κάτω από το βάρος μου, ένιωθα κι εγώ σιγά- σιγά την έντασή και τη νευρικότητά μου να εξαφανίζονται.

Είχα επιβιβαστεί σε ένα dahabiya, το ντόπιο παραδοσιακό ιστιοπλοϊκό. Στην ουσία ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο που επέπλεε, το οποίο προστατευόταν από τον ήλιο με ένα ταβάνι από καμβά. Δεκάδες κρεβάτια με τεράστια κίτρινα μαξιλάρια ήταν συγκεντρωμένα γύρω από χαμηλά τραπέζια. Ένα ποτήρι λεμονάδα βρέθηκε στο χέρι μου προτού ακούσω τη συγκινημένη κραυγή από το γιο μου: «Μπαμπά, έλα να δεις τις κρεβατοκάμαρές μας, είναι πραγματικά δροσερές». Ήταν το σωστό επίθετο για τα στρέμματα του αιγυπτιακού λινού, τα υποστυλώματα και τα μαξιλάρια που πλαισίωναν το ξύλινο δωμάτιο. Το φως από τα νερά του Νείλου, που "τεμαχιζόταν" από τα πλεγμένα παραθυρόφυλλα, κυμάτιζε στους άσπρους τοίχους και την οροφή.

Στις επόμενες 10 ημέρες, το πλήρωμα αποδείχθηκε δημιουργικό στις απαιτήσεις μας, ενώ ανταποκρίθηκε και στον ενθουσιασμό μας για πραγματικό αιγυπτιακό φαγητό, σερβίροντας τοπικά εδέσματα όπως το «foul» για πρόγευμα. Διαχειρίστηκαν με άνεση τη δύσκολη ισορροπία του να προσέχουν τους φιλοξενούμενους και ταυτόχρονα να είναι διακριτικοί και ευχάριστοι καθώς πηγαινοέρχονταν στο σκάφος. Όταν βγαίναμε στην ξηρά, μια-δυο φορές την ημέρα για να δούμε έναν χρωματιστό τάφο ή μια εγκαταλειμμένη πόλη, φορούσαν τα πρέποντα τουρμπάνια και μας ακολουθούσαν κουβαλώντας νερό.

Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας ποτέ δεν ένιωσα άγχος και βιασύνη. Είχαμε εισέλθει σε ένα μέρος που ο χρόνος, το πραγματικό νόμισμα της ζωής, ήταν κάτι που μπορούσαμε πραγματικά να γευτούμε. Λάτρεψα την αίσθηση να μπορώ να λέω «ναι», όταν με ρωτούσαν εάν ήθελα να παίξω ένα παιχνίδι σκακιού ή χαρτιών, αντί για το συνηθισμένο "αργότερα, αγάπη μου"- μια υπόσχεση που σπάνια εκπληρωνόταν.

Για εμένα το πιο αγαπημένο κομμάτι της ημέρας ήταν η αυγή, όταν μπορούσε κανείς να θαυμάσει τα παιγνιδίσματα του φωτός και την ηρεμία του Νείλου. Κατόπιν, για ένα μισάωρο περίπου μπορεί κανείς να θαυμάσει το πέταγμα των πουλιών, με ερωδιούς και ζευγάρια αλκυόνων. Αυτή δεν είναι ώρα για διάλογο και οι, άλλοτε λαλίστατοι, φωτογράφοι και καλλιτέχνες σπεύδουν αποφασιστικά να καταγράψουν ότι προλαβαίνουν.

Αγνοώντας τις συμβουλές για το αντίθετο, κολυμπούσαμε δύο φορές την ημέρα στα νερά του Νείλου, ενώ διαπίστωσα ότι τελικώς είχα εθιστεί στη δυναμική της ομάδας. Για να προστατευθούμε από στομαχόπονους, περνούσαμε το σούρουπο πίνοντας Tom Collins (ένα κοκτέιλ που παρασκευάζεται από φρέσκα αιγυπτιακά λάιμ και μικρά ντόπια λεμόνια), ενώ ο οικοδεσπότης μας διάβαζε από τα ημερολόγια της Florence Nightingale και του Gustave Flaubert, στις δικές τους κρουαζιέρες στο Νείλο. 

Ο επισκέπτης θα πρέπει να προσέχει ιδιαίτερα το αιγυπτιακό κρασί. Στείλαμε πίσω πολλά μπουκάλια θεωρώντας ότι είναι αλλοιωμένο, προτού αντιληφθούμε ότι το κρασί της Αιγύπτου έχει τέτοια γεύση.

Κάθε βράδυ, όταν δέναμε, ο καπετάνιος καθόταν στην όχθη και άναβε μια πίπα θαυμάζοντας το σκάφος του. Ήταν ο καπετάνιος ενός dahabiya -στα Αραβικά, σημαίνει «το χρυσό». Όσοι έχουν πλεύσει με ένα τέτοιο σκάφος δεν θα ρωτήσουν γιατί...

* Ο Barnaby Rogerson είναι εκδότης της Eland Publishing, η οποία ειδικεύεται σε ταξιδιωτικά και ιστορικά βιβλία.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v