Ο Oscar Simonsson (KOO) στο In2life

Ο Σουηδός καλλιτέχνης ενορχη-στρώνει το έδαφος και μιλάει για δημιουργία, σκατένιες δισκογραφικές, μουσικό πλουραλισμό και πιτσιρίκια.
Ο Oscar Simonsson (KOO) στο In2life

του Νικόλα Γεωργιακώδη

Προ μερικών ετών ήταν ένας εκ των δύο Koop, του ντουέτου που μας χάρισε electro jazz διαμάντια, όπως το “Koop Island Blues” και το “Come to Me”. 

Πλέον, ο κύριος Oscar Simonsson, έξι χρόνια μετά το αποχαιρετιστήριο live των Koop στήνει τη δική του ορχήστρα, τους Koop Oscar Orchestra (ΚΟΟ), μπλέκει αισθησιακά vocals με τρομπέτες, σαξόφωνο, πιάνο και βιμπράφωνο και μιλάει για – σχεδόν – τα πάντα στο In2life, μερικές εβδομάδες πριν φέρει επτά μέλη επί σκηνής, στο Gagarin 205.

Τι σηματοδότησε το τέλος των Κoop και τι την αρχή των KOOP Oscar Orchestra;

Υποθέτω ότι όλοι οι χωρισμοί έχουν κοινούς παρονομαστές. Σταματάς να μιλάς, δεν έχεις τους ίδιους στόχους και, στο τέλος, δεν χρειάζεσαι τον άλλον πια. Έχει να κάνει και με το περιβάλλον επίσης. Αν είχαμε παραμείνει στο πρώτο μας στούντιο για να κάνουμε μουσική, χωρίς καμία εξωτερική παρεμβολή, πιθανότατα θα ήμασταν ακόμα μαζί. Όμως θέλαμε ο κόσμος να ακούσει τη μουσική μας, επομένως η εξωτερική πίεση ήταν αναπόφευκτη.

Δεν την πάλευα άλλο με την μουσική τα πρώτα χρόνια από τη στιγμή που τα πάντα διαλύθηκαν, και ήμουν πολύ θυμωμένος. Κατηγορούσα τους πάντες για τα πάντα. Τις σκατένιες δισκογραφικές που ήταν εντελώς χαμένες στην μοντέρνα μουσική μπίζνα. Τον παλιό μου συνάδερφο και έτερο μέλος των Koop. Τους τραγουδιστές που χρησιμοποιούσαν τους Koop για την πάρτη τους και την καριέρα τους με κάθε τρόπο. Κάνοντας περιοδείες με τα τραγούδια μας και λέγοντας μαλακίες στον τύπο. Όμως νέες συνθέσεις έρχονταν συνέχεια στο κεφάλι μου. Είναι μεγάλο θέμα η καλλιτεχνική δημιουργία αυτήν την εποχή. Φαντάζομαι ο καθένας μπορεί να γράψει μουσική με όλα τα τεχνικά μέσα που υπάρχουν σήμερα. Ο κόσμος κάνει μουσική με τη μέθοδο «της δοκιμής και του λάθους». Αν ένα beat δεν ταιριάζει με το τραγούδι, επιλέγουν το επόμενο από τον φάκελο στη μνήμη του υπολογιστή τους. Μπορώ να καταλάβω πότε η μουσική γίνεται με αυτόν τον τρόπο. Είναι πολύ εύκολο γιατί στερείται ψυχής. Σε μένα όμως, τα τραγούδια μου έρχονται αμέσως.

Ήξερα ακριβώς που πατούσα μουσικά όταν το “Koop Island Blues” ή το “Come to me” προέκυψαν στο μυαλό μου. Μετά βέβαια, υπήρξαν μήνες προσπάθειας στο στούντιο για να ακουστούν όπως τα ήθελα, όμως ο κορμός των τραγουδιών είχε στηθεί αμέσως. Αυτό μου συμβαίνει ακόμα. Είτε βρίσκομαι στο στούντιο είτε όχι, τα τραγούδια έρχονται στο μυαλό μου ατόφια. Αυτή ήταν η αρχή της νέας μπάντας, η οποία καθορίστηκε από τη γνωριμία μου με την τραγουδίστρια Jazzu. Είχαμε απίστευτη χημεία όταν παίξαμε μαζί τα νέα τραγούδια. Τόσο απίστευτη, που αποφάσισα να ξεκινήσω από την αρχή μια μπάντα.

Με ποιο κριτήριο επέλεξες την νέα σου μπάντα; Μίλησέ μας για αυτήν.

Ήμουν σίγουρος ότι ήθελα μια τρομπέτα και ένα ακορντεόν. Οι Koop ανέκαθεν επέλεγαν απαλά πνευστά όπως το κλαρινέτο, τρομπόνια ή τενόρο σαξόφωνο, όμως αυτή τη φορά ήθελα κάτι που να ξεχωρίζει. Έτσι ζήτησα από τον τρομπετίστα Niklas Barnö, ο οποίος είναι ένας από τους πιο ψυχωμένους τρομπετίστες της Σουηδίας να συνεργαστούμε. Εκείνος έτυχε να γνωρίζει τον Love Meyerson, ο οποίος είναι επίσης εξαιρετικός στο ακορντεόν και το βιμπράφωνο. Εγώ παίζω πιάνο, η Jazzu κάνει τα φωνητικά, και αφού βρήκα συνοδοιπόρους τον Ulrik Ording (ντραμς) και Niklas Fernqvist (μπάσο) η μπάντα είχε γεννηθεί. Όμως έχει κι άλλο.

Σε αυτό το τουρ έχουμε μαζί μας και έναν σαξοφωνίστα/percussionist. Και ενδεχομένως αυτός να μην είναι η τελική προσθήκη. Σε περίοδο όπου οι promoters πουλάνε εισιτήρια για «ζωντανές» εμφανίσεις, στις οποίες δύο άτομα παριστάνουν τους μουσικούς πίσω από έναν υπολογιστή, επιλέγω να πορευθώ σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Απαιτώ να υπάρχουν κανονικά πιάνο στη σκηνή και είμαι διατεθειμένος να ξοδέψω και την τελευταία μου σουηδική κορόνα για να εξασφαλίσω «θέση» στο αεροπλάνο για ένα βαρύτονο σαξόφωνο. Και ευτυχώς όσοι έρχονται να μας δουν, ξαναέρχονται για δεύτερη και τρίτη φορά. Όπως και να’χει, με κάνει χαρούμενο όλο αυτό και αυτή τη φορά δεν θέλω να μετανιώσω για τίποτα.

Τι ήχους βγάζει η νέα σου μπάντα και από τι εμπνέεται;

Φτιάχνω ακόμα τους ίδιους ήχους που έφτιαχνα και με τους Koop. Υπάρχουν samples, κομμάτια από jazz, αλλά και κάποιες επιρροές από ευρωπαϊκή φολκ μουσική των 50s. Νομίζω οι ήχοι μοιάζουν αρκετά με εκείνους των Koop αν συνέχιζαν να υπάρχουν. Δεν αλλάζω τους ήχους μου επειδή οι Koop δεν υπάρχουν πια. Πάντα είχα την ίδια μουσική πορεία, χωρίς κανένα side project. Θεωρώ ότι η νέα μπάντα είναι η συνέχεια της γραμμής που χάραξα με τους Koop στο πρώτο άλμπουμ. Αν ένα πράγμα άλλαξε, αυτό είναι ότι εμπλέκω τους μουσικούς της μπάντας στην σύνθεση με διαφορετικό τρόπο.

Παίζουμε μαζί τα τραγούδια ζωντανά, πριν τα ολοκληρώσουμε στο στούντιο, έτσι ώστε ο καθένας να «πάρει» τη μουσική μέσα του πριν ηχογραφήσει το κάθε κομμάτι και παράλληλα να επηρεάσει εμένα. Με τους Koop είχαμε περισσότερο έλεγχο, και οι ερμηνευτές έρχονταν στο στούντιο χωρίς να έχουν ιδέα για το πώς θα βγει το τραγούδι.

Επομένως με τους KOOP Oscar Orchestra στήνουμε μια γιορτή «συνεργατικής» μουσικής. Το χρειαζόμουν αυτό και νομίζω ότι όλος ο κόσμος πρέπει να παίζει μουσική μαζί αυτήν την εποχή. Νομίζω ότι κάποια στιγμή βαριέσαι να κάθεσαι πίσω από ένα κομπιούτερ και να παριστάνεις ότι κάνεις κάτι. Δες τον Avicii. Ο τύπος τα παρατάει, και νομίζω ότι το κάνει επειδή βαρέθηκε!

Έχεις δύο παιδιά. Πώς άλλαξε η ζωή σου (μουσική και μη) όταν έγινες πατέρας;

Αν δεν είχα τα παιδιά μου, πιθανότατα θα είχα καταλήξει αλκοολικός, χαμένος σε πλαστικές επεμβάσεις ή κάτι τέτοιο. Τα παιδιά σου δίνουν το έρεισμα που χρειάζεσαι και σε σταματούν τις λούπες των σκέψεων που ταλαιπωρούν το κεφάλι σου. Όμως παρά το γεγονός ότι σε ευλογούν, κάνοντάς σε να βλέπεις υπό διαφορετικό πρίσμα τη ζωή, θεωρώ ότι έχω ακόμα τη φωτιά και την ενέργεια μέσα μου. Ίσως σήμερα περισσότερο από ποτέ.

Έκανες, λες, πέντε χρόνια για να γράψεις τα νέα σας τραγούδια. Δεν είναι πολύς χρόνος; Μίλησέ μας για αυτά.

Ο χρόνος περνά γρήγορα, αλλά ήθελα να κάνω τα πράγματα με τον σωστό τρόπο. Έφτιαξα τη δική μου δισκογραφική, και ανέλαβα πολλές υποχρεώσεις μόνος. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που ήθελα να επιστρέψω. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία ο καλλιτέχνης μπορεί να τα καταφέρει χωρίς να στηρίζεται στις μεγάλες δισκογραφικές και ατζέντηδες.

Τι να περιμένουμε από αυτό το λάιβ στην Αθήνα; Πώς θα διαφέρει από το προηγούμενο;

Πιστεύω θα είναι πιο άμεσο, πιο ζεστό, πιο προσωπικό. Θα παίξουμε 4 νέα τραγούδια Ένα από αυτά ονομάζεται “Greece” και είναι η πρώτη φορά που θα το παίξουμε live. Περιμέναμε αυτή τη στιγμή για προφανείς λόγους. Ελπίζω ο κόσμος να έχει όρεξη για τραγούδι.

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v