The Rum Diary: Ο Τζόνι Ντεπ σε μια «πιωμένη» κωμωδία

Ο Ρόμπινσον επιχειρεί να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το γνωστό βιβλίο, και το κάνει με αποτυχημένα αστεία, στερεότυπη αφήγηση και αδιάφορο στιλ, έχοντας για άσσο στο μανίκι του την γοητεία του Τζόνι Ντεπ, ο οποίος διασώζεται αλλά δεν μας... μεθάει.
The Rum Diary: Ο Τζόνι Ντεπ σε μια «πιωμένη» κωμωδία
του Λουκά Τσουκνίδα

Πέρα απ' το αν είναι καλός ηθοποιός, ο Τζόνι Ντεπ έχει επιδείξει στην καριέρα του μια τάση να προσεταιρίζεται το “εναλλακτικό” ή το “αντεργκράουντ” και να το εντάσσει στο βιογραφικό του σαν πινελιά αντισυμβατικότητας, κόντρα στη “μέινστριμ” κουλτούρα η οποία, φυσικά, τον ανέδειξε και τον θρέφει.

Κάπως έτσι, έγινε ο επίσημος ενσαρκωτής του θρυλικού Χάντερ Τόμπσον, κάτι που σφραγίζεται κι απ' την επιλογή του Μπρους Ρόμπινσον να πρωταγωνιστήσει εκείνος στην κινηματογραφική μεταφορά του αυτοβιογραφικού μυθιστορήματος του Τόμπσον, “The Rum Diary”. Τελικά, ο Ντεπ είναι ο λιγότερο υπαίτιος για την πλήρη αποτυχία του δημιουργού να μεταφέρει στην οθόνη το πνεύμα του συγγραφέα, αλλά και για το συγκεχυμένο, διδακτικό αποτέλεσμα.

Η υπόθεση

Ο Πολ Κεμπ είναι ένας νεαρός δημοσιογράφος κι επίδοξος συγγραφέας που μοιάζει να έχει αποτύχει επαγγελματικά, αλλά και δημιουργικά. Περιφερόμενος όπως είναι, η τύχη τον φέρνει στο Πουέρτο Ρίκο για να δουλέψει ως συντάκτης στην Σταρ του Σαν Χουάν, μια αγγλόφωνη εφημερίδα με ανύπαρκτο μπάτζετ και σημάδια διαφαινόμενης διάλυσης. Εκεί γνωρίζει τους μέλλοντες συγκατοίκους του, τον φωτογράφο Μπομπ Σάλα και τον κατεστραμμένο Μόμπεργκ, τον γλοιώδη αρχισυντάκτη Λότερμαν, τον ντόπιο “παράγοντα” και επίδοξο μεσάζοντα Σάντερσον και την αρραβωνιαστικιά του, την πανέμορφη Σενό. Μ' αυτούς στο πλευρό του ή και εναντίον του θα μπλέξει σε μια ιστορία διαφθοράς, καταχρήσεων, παραισθήσεων και σταδιακής συνειδητοποίησης... 

 

Η κριτική

Μια καλή ιστορία, είναι σπάνια καλή από μόνη της. Συνήθως είναι όσο καλή είναι και η αφήγησή της, ο τρόπος με τον οποίο φτάνει σε μας μέσω της φόρμας και της γλώσσας που έχει επιλέξει ο αφηγητής. Οι πρώτες ιστορίες του Χάντερ Τόμσον αποτελούνται συχνά από ασήμαντα περιστατικά επαναλαμβανόμενης καταστροφικής και αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς και επικεντρώνονται στον κεντρικό χαρακτήρα, αποτυπώνοντας κυρίως όσα συμβαίνουν μέσα στο κεφάλι του και περιστοιχίζοντάς τον με ρόλους-καρικατούρες, σε αντιστοιχία με το ναρκισσισμό του. Το ενδιαφέρον προκύπτει συνήθως απ' την οπτική, αλλά και τη γραφή του δημιουργού, το μπλέξιμο της ενήλικης κριτικής ματιάς με μια εφηβική ρομαντικοποίηση που συγκρούονται ασταμάτητα.

Ο Πολ Κεμπ, νέος, ωραίος και παραιτημένος, φτάνει στο Σαν Χουάν για να βρει κάτι που κι ο ίδιος δεν γνωρίζει ακριβώς τι είναι. Διαθέτει ακόμη ψήγματα πίστης στη δουλειά του, αλλά και ίχνη ελπίδας ότι μπορεί να μεταπηδήσει στη λογοτεχνία, κατ' αναλογία με τη μακρά αμερικάνικη παράδοση του δημοσιογράφου-λογοτέχνη. Απ' τη χαοτική Νέα Υόρκη βρίσκεται ξαφνικά σ' έναν τόπο καταπατημένο και ημιδιαλυμένο, ένα έδαφος αμερικάνικο μεν παρθένο δε, έτοιμο για τα κοράκια απ' την πατρίδα να το κατασπαράξουν κι ο ποιητικός κυνισμός του έρχεται αντιμέτωπος με έναν άλλο κυνισμό, πιο απτό και εφαρμοσμένο. Μέσα από ανορθόδοξες διαδρομές και επεισοδιακές συναντήσεις ο Κεμπ βρίσκει τελικά τον εαυτό του και τη θέση του απέναντι στα πράγματα.

Ο Ρόμπινσον αφηγείται όσα και ο Τόμπσον, η κινηματογραφική του προσέγγιση όμως δε διαθέτει την ίδια ένταση ούτε τον ίδιο ρυθμό, δε σε ρουφά ποτέ μέσα της και δε σε προκαλεί επουδενί να βάλεις τον εαυτό σου στη θέση του Πολ Κεμπ. Είναι μια στεγνή συρραφή από στιγμιότυπα του πρωτότυπου, επιλεγμένα θαρρείς με γνώμονα το πόσο πιωμένος είναι ο ήρωας, πόσο εξωτικό φαίνεται το Πουέρτο Ρίκο και πόσο κατεστραμμένοι μοιάζουν οι υπόλοιποι. Αστεία για περούκες, κακά μεθύσια και διεστραμμένους ναύτες, μία τουλάχιστον γλαφυρή απεικόνιση όσων βλέπει ο ήρωας υπό την επήρεια κάποιου άγνωστου ναρκωτικού, σλάπστικ κυνηγητά και λίγο προβλεπόμενο σεξ είναι μερικά απ' τα μπαχαρικά που χρησιμοποιεί ο Ρόμπινσον για να καλύψει τη μυρωδιά της μπαγιάτικης συνταγής του. Το διδακτικό, ηθικολογικό τελείωμα, απλώς βοηθά τη μπόχα ν' αναδυθεί.

Πάνω σ' όλα αυτά, ο Τζόνι Ντεπ επαναλαμβάνει εκείνη την εκνευριστική μίμηση της φωνής του Τόμσον που μοιάζει να του απορροφά όλη την ενέργεια και να τον αποτρέπει απ' το να ερμηνεύσει το ρόλο του. Η Άμπερ Χερντ είναι μια ωραία γλάστρα, ο Άαρον Έκχαρτ απόλυτα ταιριαστός στο ρόλο του Σάντερσον και ο Μάικλ Ρισπόλι προσπαθεί να δώσει ουσία στο χαρακτήρα του Σάλα. Όσο για τον Τζιοβάνι Ρίμπισι που τρελαίνεται να παίζει πρεζάκια και ψυχάκια, το παρακάνει για ακόμη μια φορά, όπως και ο Ρίτσαρντ Τζένκινς ως ένας, εντελώς αδικαιολόγητα, νευρόσπαστος αρχισυντάκτης, βγαλμένος θαρρείς από σειρά του Γιάννη Δαλιανίδη.

Το “The Rum Diary” είναι μια αδιάφορη κωμωδία, αλλά και μια κακή μεταφορά του ομώνυμου βιβλίου.

Βγαίνουν ακόμη:

- Το καλό νορβηγικό δράμα “Oslo, 31. August” του Γιοακίμ Τρίερ, το αδιάφορο γαλλικό οικογενειακό δράμα “Cafe de Flore” του Ζαν Μαρκ Βαλέ και, σε επανέκδοση, ο “Ανδαλουσιανός Σκύλος (1929)” και η “Χρυσή Εποχή (1930)” του Λουίς Μπουνιουέλ.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v