Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών: Οι ιστορίες πίσω από τους αριθμούς

Ιστορίες φυγής, απώλειας και επιβίωσης μας θυμίζουν ότι η μετανάστευση δεν είναι αριθμοί, αλλά ανθρώπινες ζωές που ζητούν ασφάλεια και αξιοπρέπεια.

Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών: Οι ιστορίες πίσω από τους αριθμούς

Ο κόσμος της μετανάστευσης συχνά αποτυπώνεται σε αριθμούς, στατιστικές και διαγράμματα: πόσοι έφυγαν, πόσοι έφτασαν, πόσοι χάθηκαν στη διαδρομή.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η αναγκαστική μετανάστευση βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Πάνω από 110 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν εκτοπιστεί βίαια λόγω πολέμων, διώξεων, βίας ή ανθρωπιστικών κρίσεων, με περισσότερους από τους μισούς να είναι παιδιά.

Όμως πίσω από κάθε νούμερο υπάρχει μια ανθρώπινη ζωή που ξεριζώθηκε, μια απόφαση που πάρθηκε από ανάγκη και όχι από επιλογή, ένας αγώνας για ασφάλεια, αξιοπρέπεια και μέλλον.

Σε μια εποχή που η συζήτηση για τη μετανάστευση γίνεται όλο και πιο απρόσωπη, οι ιστορίες των ανθρώπων που βρέθηκαν στον δρόμο της φυγής μάς θυμίζουν τι σημαίνει ανθρωπιά και γιατί καμία διαδρομή δεν ξεκινά χωρίς λόγο.

«Η θάλασσα έγινε μαύρη»

«Δεν είχα άλλη επιλογή από το να φύγω», λέει η 19χρονη Doaa, που βρέθηκε στη θάλασσα χωρίς να ξέρει κολύμπι, κρατώντας δύο μωρά μετά τον πνιγμό του ανθρώπου που αγαπούσε. «Η θάλασσα έγινε μαύρη, άκουγα κραυγές παντού», θυμάται, περιγράφοντας μια διαδρομή όπου η επιβίωση ήταν ζήτημα λεπτών.

Ο Emmanuel από την Γκάνα δεν έφτασε ποτέ στην Ευρώπη. «Δεν ακούτε συχνά ιστορίες σαν τη δική μου, γιατί δεν πεθάναμε στη θάλασσα, απλώς δεν τα καταφέραμε», λέει, μιλώντας για την απόγνωση που τον έσπρωξε να ρισκάρει τη ζωή του και για την πεποίθηση πως «αν υπήρχαν ευκαιρίες στη χώρα μου, δεν θα έμπαινα ποτέ σε αυτή τη βάρκα».

Στην Ιορδανία, η Um Nawwaf ζει με τα πέντε παιδιά της, έχοντας αφήσει πίσω έναν πόλεμο που τραυμάτισε μόνιμα την οικογένειά της: «Η καρδιά μου ραγίζει κάθε φορά που ο 13χρονος γιος μου φεύγει για δουλειά», λέει, ανάμεσα στον φόβο και στην ελπίδα. Διαφορετικές διαδρομές, ίδια αλήθεια: κανείς δεν φεύγει αν μπορεί να ζήσει με ασφάλεια, αξιοπρέπεια και προοπτική εκεί που γεννήθηκε.

«Άνθρωποι πέθαιναν μπροστά στα μάτια μας»

Η μαρτυρία του J.,  ενός 17χρονου ασυνόδευτου παιδιού από το Αφγανιστάν, αποτυπώνει με σκληρό ρεαλισμό το τι σημαίνει να μεγαλώνεις μέσα στον φόβο και να αναγκάζεσαι να φύγεις για να σωθείς. «Αναγκαστήκαμε με τον αδερφό μου να φύγουμε γιατί δεχόμασταν απειλές. Κάποια μέλη της οικογένειάς μου σκοτώθηκαν», λέει, περιγράφοντας ένα ταξίδι ενός μήνα που «εξακολουθεί να με στοιχειώνει».

Στη διαδρομή είδε «ανθρώπους να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια μας», έζησε μέρες κρυμμένος στο δάσος «χωρίς τροφή και νερό», ήρθε αντιμέτωπος με ληστές «που μας ρωτούσαν τη θρησκεία μας και χτυπούσαν όποιον αντιστεκόταν». Θυμάται την ασφυξία, κρυμμένος με τον αδερφό του στο πορτ-μπαγκάζ για ώρες, τους πυροβολισμούς στα σύνορα, αλλά και τον τρόμο της θάλασσας:

«Δεν ξέραμε κολύμπι, δεν είχαμε σωσίβια και ο κινητήρας δεν λειτουργούσε. Ήμασταν έρμαιο της θάλασσας». Ακόμα και σήμερα, η σκέψη του επιστρέφει σε όσους δεν τα κατάφεραν: «Σκέφτομαι συνεχώς εκείνους που δεν είχαν καν την ευκαιρία να ξεκινήσουν αυτό το ταξίδι, αλλά και την απόγνωση που νιώσαμε όταν νομίσαμε ότι δεν θα επιβιώσουμε».

Η ιστορία του Α., ενός νέου ανθρώπου που έφτασε στη Λέσβο αναζητώντας ασφάλεια και ελευθερία, φωτίζει μια λιγότερο ορατή πλευρά της προσφυγικής εμπειρίας. Από παιδί κουβαλούσε το βάρος του να θεωρείται «διαφορετικός», πληρώνοντας το κόστος με βία και φόβο στην καθημερινότητά του.

«Μέχρι και τα καθημερινά ψώνια του σπιτιού ήταν άθλος», θυμάται, περιγράφοντας μια ζωή περιορισμένη από απειλές και διακρίσεις. Το ταξίδι της φυγής ξεκίνησε «από απελπισία», με πλήρη επίγνωση των κινδύνων, αλλά και με μια βαθιά ανάγκη για ελευθερία. Φτάνοντας στη Λέσβο, η πρώτη του αντίδραση ήταν να ζωγραφίσει όσα ένιωσε: το σκοτάδι της θάλασσας, τα κύματα, τα ματωμένα χέρια από την αποβίβαση, αλλά και «τους χρωματισμούς από τα αστέρια» που του έδωσαν την αίσθηση ότι «ήρθα κάπου όμορφα». Σήμερα, με τη στήριξη ανθρώπων και οργανώσεων, προσπαθεί να χτίσει ξανά τη ζωή του και στέλνει ένα μήνυμα επιμονής: «Να μην τα παρατάτε. Παλέψτε για το δικαίωμά σας στην ασφάλεια και στην ελευθερία, ακόμη κι αν ο δρόμος είναι γεμάτος δυσκολίες».

«Στον καταυλισμό δεν γίνονται καθόλου μαθήματα»

Η μαρτυρία της Zahra, 37 ετών, μητέρας δύο παιδιών που ζει με την οικογένειά της στον καταυλισμό του Σχιστού, αποτυπώνει την καθημερινότητα της προσφυγιάς μέσα από μικρές αλλά καθοριστικές δυσκολίες. Η έξοδος από τον καταυλισμό είναι σπάνια, κυρίως λόγω κόστους και ανασφάλειας, ενώ ακόμη και μια αναγκαία μετακίνηση για λόγους υγείας μπορεί να μετατραπεί σε δοκιμασία.

Θυμάται πως της επιβλήθηκε πρόστιμο στο μετρό επειδή δεν είχε εισιτήριο, «όλα τα λεφτά που είχα τότε», όπως λέει, τα οποία πλήρωσε για να μην αντιμετωπίσει μεγαλύτερα προβλήματα. Χωρίς μαθήματα ή δραστηριότητες στον καταυλισμό, αφιερώνει τον χρόνο της στη φροντίδα των δύο κοριτσιών της και στο σχολείο τους, με μια σταθερή επιθυμία: «Στο Αφγανιστάν δεν είχαν πρόσβαση σε τίποτα. Θέλω τώρα να έχουν ό,τι επιθυμούν». Παρότι η ζωή σε ένα μικρό κοντέινερ είναι δύσκολη, η ίδια καταλήγει σε μια φράση που συνοψίζει τα πάντα: το σημαντικό είναι ότι η οικογένειά της «γλίτωσε από τη βία» που άφησαν πίσω.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v