Στη Δροσιά το πεϊνιρλί είναι ιεροτελεστία
Ανεβαίνουμε στη δροσερή… Δροσιά και πιάνουμε τραπεζάκι κάτω από τα δέντρα στα δύο κορυφαία πεϊνιρλάδικα της Αττικής.

Ανεβαίνουμε στη δροσερή… Δροσιά και πιάνουμε τραπεζάκι κάτω από τα δέντρα στα δύο κορυφαία πεϊνιρλάδικα της Αττικής.
Αν υπάρχει μια γωνιά της Αττικής που έχει ταυτιστεί με το πεϊνιρλί, αυτή είναι η Δροσιά, κρατώντας ζωντανή μια παράδοση που έφεραν οι Πόντιοι πρόσφυγες σχεδόν έναν αιώνα πριν, όταν εγκαταστάθηκαν εδώ μετά το 1922, φέρνοντας μαζί τους γεύσεις και παραδόσεις από τον Εύξεινο Πόντο.
Από τότε μέχρι σήμερα, το πεϊνιρλί έγινε το γαστρονομικό σήμα κατατεθέν της περιοχής: οι πρώτοι φούρνοι που άνοιξαν Πόντιοι οικογενειάρχες εξελίχθηκαν σε θρύλους της αθηναϊκής γαστρονομίας και μετέδωσαν σε γενιές ολόκληρες την αγάπη για αυτήν τη «βάρκα» από ζύμη, γεμιστή με τυρί, βούτυρο και αλλαντικά.
Αν θες λοιπόν να δοκιμάσεις το χειροποίητο αυτό έδεσμα, οι ταβέρνες και τα στέκια της περιοχής σε περιμένουν με τις πιο λαχταριστές εκδοχές του.
Όμως στάσου! Πριν ξεκινήσουμε οφείλουμε να περιγράψουμε την τεχνική κατανάλωσής του, ώστε να πας διαβασμένος.
Ξεκινάς με ένα κοφτερό μαχαίρι, και κόβεις περιμετρικά το χοντρό δαχτυλίδι της ζύμης. Οι τραγανές μπουκίτσες που μένουν γίνονται το ιδανικό «κουταλάκι» για να βουτήξεις στη γέμιση με το λιωμένο τυρί ή/και το αυγό. Μόλις απολαύσεις αυτό το πρώτο στάδιο, συνεχίζεις με το υπόλοιπο πεϊνιρλί, που τώρα έχει λεπτότερο περίγραμμα και τρώγεται πιο εύκολα.
Η ιστορία του ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του ’20, όταν ο Γιάννης και η Ευλαλία Ελευθεριάδη, ξεριζωμένοι από τον Πόντο, άφησαν τη Δραπετσώνα για να εγκατασταθούν στο Ρωσσοχώρι – τη σημερινή Δροσιά. Εκεί έστησαν τον ξυλόφουρνο που μέχρι σήμερα ψήνει τα πιο ξακουστά πεϊνιρλί της Αττικής. Σχεδόν έναν αιώνα μετά, οι απόγονοί τους συνεχίζουν με το ίδιο μεράκι, χρησιμοποιώντας χειροποίητη ζύμη, τυρί Διβάνη και φρέσκο βούτυρο, όπως ακριβώς το όρισε η παράδοση.
Ο κατάλογος παραμένει απλός και δελεαστικός: από το κλασικό σκέτο μέχρι τις πιο πλούσιες εκδοχές με αβγό, ζαμπόν, μπέικον, λουκάνικο ή κιμά, όλα ψήνονται με μεράκι στον παραδοσιακό ξυλόφουρνο. Για τους πιο απαιτητικούς, υπάρχει και το «σπέσιαλ» με όλα τα καλούδια, ενώ μπορείς να προσθέσεις διπλή δόση τυρί ή λαχανικά όπως μανιτάρια, πιπεριές και ντομάτα.
Εκτός από τα πλούσια πεϊνιρλί, ο Ελευθεριάδης έχει δημιουργήσει φήμη και για τις πίτσες του, με τη μαργαρίτα να αποτελεί κλασική επιλογή, αλλά και με πιο γεμάτες εκδοχές όπως η σπέσιαλ με αλλαντικά, μανιτάρια και φρέσκια ντομάτα. Ωραία και τα κρεατικά του, με αγαπημένα μας τα αρνίσια παϊδάκια και τα ζουμερά μπιφτέκια. Λογαριασμός στα 20-25€ το άτομο, με κρασί.
Η ιστορία του ξεκινά με τον πολυτεχνίτη παππού Τεχλικίδη, που έφτασε από την Τραπεζούντα φέρνοντας μαζί του τις συνταγές και τα μυστικά της πατρίδας του. Στη Δροσιά άνοιξε αρχικά ένα μικρό καφενεδάκι για τους γείτονες Ποντίους, όπου έψηνε σπιτικά πεϊνιρλί στον ξυλόφουρνο. Το 1936 η οικογένεια δημιούργησε το πρώτο της μαγαζί και από τότε τα πεϊνιρλί Τεχλικίδη έγιναν σημείο αναφοράς σε όλη την Αττική.
Η συνταγή παραμένει ίδια, με αφράτη ζύμη και πλούσιο τυρί, ενώ ο κατάλογος έχει εξελιχθεί ώστε να καλύπτει όλα τα γούστα. Από το κλασικό πεϊνιρλί με κασέρι και βούτυρο, μέχρι το εντυπωσιακό special με παστουρμά, σουτζούκι, ζαμπόν, μπέικον, λουκάνικο, αυγό και κιμά, κάθε εκδοχή έχει τους δικούς της φανατικούς. Για πιο ιδιαίτερες επιλογές ξεχωρίζει το πεϊνιρλί καβουρμάς, με κιμά και κρεμμύδι, αλλά και οι παραδοσιακές γεύσεις με παστουρμά ή σουτζούκι. Στο μενού θα βρεις και ωραιότατο καλτσόνε, καθώς και πίτσα σε διαφορετικές εκδοχές.
Εκτός όμως από τα ζυμάρια, ο Τεχλικίδης παραμένει πιστός και στην ελληνική κουζίνα με μια σειρά από μαγειρευτά πιάτα ημέρας. Τα γεμιστά με ντομάτα και πιπεριά μυρίζουν καλοκαίρι, ενώ ο κλασικός μουσακάς με μελιτζάνα, πατάτα, κιμά και μπεσαμέλ ή το παστίτσιο με ζυμαρικά, σάλτσα και κρέμα προσφέρουν γεύσεις μαμαδίσιες. Λογαριασμός στα 20-25€ το άτομο, με κρασί.