Πόσο θα σε ταράξει το Σαλό της Λυρικής;

«Πολύ. Λιγότερο από την ταινία, αλλά και πάλι πολύ», είναι η σύντομη απάντηση στην ερώτηση του τίτλου. Περισσότερα εντός.

Πόσο θα σε ταράξει το Σαλό της Λυρικής;

Ένας μνημειακών διαστάσεων χώρος ντυμένος με λευκό μάρμαρο, με εμφανείς κόκκινες φλέβες, γυμνός από έπιπλα πέρα από δύο πελώρια, σκουρόχρωμα στασίδια και έναν εκκλησιαστικό άμβωνα. Δεξιά κι αριστερά στους τοίχους κρέμονται μακριές αλυσίδες. Τις βλέπεις και αυτομάτως εύχεσαι να μην χρησιμοποιούνται, να είναι μόνο μέρος του σκηνικού. Με το που την αρθρώσεις στο μυαλό σου, ξέρεις πολύ καλά ότι η ευχή σου δεν θα πιάσει.

Δεν είναι εύκολη παράσταση το Σαλό που σκηνοθετεί ο Άρης Μπινιάρης στην Ενναλακτική Σκηνή της Λυρικής. Αν δεν σε είχε βοηθήσει να το υποψιαστείς η φήμη της ομώνυμης ταινίας του Πιέρ Πάολο Παζολίνι, ο οποίος δολοφονήθηκε άγρια λίγο μετά την ολοκλήρωσή της και δεν έζησε για να δει το κύκνειο άσμα του να απαγορεύεται από τη λογοκρισία που τόσο απεχθανόταν στη μια χώρα μετά την άλλη, σίγουρα θα το κάνουν το αυστηρό ηλικιακό όριο (άνω των 18) της παράστασης, και η προειδοποίηση «περιέχει σεξουαλικές σκηνές, βία, γυμνά σώματα και σκηνές που μπορεί να ενοχλήσουν» που εμφανίζεται με το που πας να κλείσεις εισιτήρια.

Είναι όμως μια παράσταση σπουδαία, και εξαιρετικά σημαντική, που μοιάζει να κλείνει έναν κύκλο, μια άτυπη τριλογία για την άνοδο του φασισμού που ξεκίνησε με τον Αρτούρο Ούι και συνεχίστηκε με τον Προμηθέα. Και αν στον Αρτούρο Ούι οι αναφορές στην ποπ κουλτούρα, τα καρτούν και τα video games βοηθούσαν να ελαφρύνει η πνιγηρή ατμόσφαιρα, η οποία θα εντεινόταν δύο χρόνια αργότερα στον Προμηθέα, το Σαλό ανεβάζει αυτή την ένταση στα κόκκινα, σε πιάνει από το λαιμό και δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα.

Η υπόθεση, γνωστή από την ταινία, διαδραματίζεται στη Δημοκρατία του Σαλό, ένα κρατίδιο-μαριονέτα της ναζιστικής Γερμανίας στην Ιταλία τα δύο τελευταία χρόνια του Πολέμου, όπου, μεταξύ άλλων, οι φασίστες αναλαμβάνουν τη διαπαιδαγώγηση εννέα κοριτσιών και εννέα αγοριών και, αφού τα παραλαμβάνουν με τη συγκατάθεση των οικογενειών τους, τα μετατρέπουν σε δούλους και τα υποβάλλουν σε ακραία σωματικά και ψυχικά βασανιστήρια. Στη σκηνή, η δράση είναι άχρονη: Οι στολές των φρουρών παραπέμπουν μεν στα ναζιστικά στρατεύματα, οι εξιστορήσεις όμως των δύο αφηγητριών αναφέρονται και στην Αθήνα. Αυτό που συμβαίνει, συμβαίνει ταυτόχρονα στο εδώ και στο εκεί, στο τώρα και στο τότε.


Φωτό: Γιώργος Καλκανίδης

Ο Παζολίνι έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις του πως δεν τον ενδιέφερε να κάνει μια ακόμα ελεγεία για τα θύματα του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Ο οίκτος δεν έχει θέση στο Σαλό –ούτε στην ταινία, ούτε στην κατά Μπινιάρη παράσταση. Τα μόνα συναισθήματα που χωρούν όσο το τέρας παραμένει ζωντανό είναι ο φόβος, η φρίκη και ο θυμός. Και αυτά ακριβώς είναι τα συναισθήματα που προκαλεί η παράσταση, η απάντηση στην ερώτηση του τίτλου μας, και ο σκοπός που επιτυγχάνεται στο μέγιστο, τόσο θεατρικά όσο και πολιτικά. Γιατί, από τα προφανή που αξίζει να ειπωθούν, το θέατρο του Μπινιάρη ήταν πάντα γενναία πολιτικό. Απλώς τώρα είναι περισσότερο επιθετικό από ποτέ.

Μπορεί η θεατρική φόρμα να λειτουργεί σαν ασπίδα προστασίας από τον κινηματογραφικό ρεαλισμό σε σκηνές όπως αυτές των βιασμών ή του κύκλου των κοπράνων, όμως η εκμηδένιση της απόστασης και η παροντική συνθήκη κάνουν τους συμβολισμούς πιο βάναυσους, τις προθέσεις πιο εμφανείς και τη δυσφορία πιο προσωπική. Αυτή εδώ δεν είναι πια η τρέλα ενός κινηματογραφικού θρύλου των 70s. Είναι κάτι που σε αφορά προσωπικά.

Η εφιαλτική ατμόσφαιρα της παράστασης εντείνεται από τις αριστουργηματικές μουσικές συνθέσεις του Τζεφ Βάγγερ, ο οποίος μπλέκει το εκκλησιαστικό όργανο με τα συνθεσάιζερ και την επεξεργασμένη ανθρώπινη φωνή σε ένα σύνολο τόσο αξεδιάλυτο που σε σημεία αναρωτιέσαι αν αυτό που ακούς είναι όντως η τελευταία ατάκα που ειπώθηκε πριν δυναμώσει η μουσική, ή το φαντάζεσαι επειδή αυτή εντυπώθηκε τόσο βαθιά στο μυαλό σου.

Αριστουργηματικές είναι, αναμενόμενα, και οι ερμηνείες, με τον Εξοχότατο του Κώστα Μπερικόπουλου να ξεχειλίζει με μια αλλόκοσμη, στεντόρεια αύρα από την σκηνή, και την αφηγήτρια της Αγορίτσας Οικονόμου να στοιχειώνει με την ολόμαυρη, δυσοίωνη παρουσία της τις σκηνές στις οποίες ακούγονται αυτούσιες οι αφηγήσεις των δύο ηρωίδων του Μαρκήσιου Ντε Σαντ από τις 120 Μέρες στα Σόδομα. Παραλυτικά ευρηματικό το σκηνικό της Μικαέλας Λιακατά, και ισότιμοι πρωταγωνιστές τα κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδίρη, την ώρα που οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα αντί να υπογραμμίζουν απλώς τον φόβο, τον (αντι)στρέφουν τελικά εκεί που πρέπει: από την σκηνή στην πλατεία.

Ταυτότητα της παράστασης
Σκηνοθεσία: Άρης Μπινιάρης
Μουσική: Τζεφ Βάγγερ
Μετάφραση, δραματουργία, θεατρική διασκευή: Άρης Μπινιάρης, Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
Σκηνικό: Μικαέλα Λιακατά
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Κινησιολογία: Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου
Σχεδιασμός φωτισμών: Βαγγέλης Μούντριχας
Σχεδιασμός ήχου: Χάρης Κρεμμύδας
Βοηθός σκηνοθέτη: Gelly Pedefu
Βοηθός ενδυματολόγου: Ελένη Καλπάκα
Κατασκευή μασκών: Δήμητρα Καίσαρη
Ειδικά εφέ: Αλέξανδρος Λόγγος

Διανομή
Εξοχότατος: Κώστας Μπερικόπουλος
Δούκας: Γιάννης Κότσιφας
Υψηλότατος: Ιερώνυμος Καλετσάνος
Αφηγήτριες: Ιωάννα Μαυρέα, Αγορίτσα Οικονόμου
Φρουροί: Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Απόστολος Καμιτσάκης, Νικόλας Ντούρος, Άιντι Ορμένι
Νέοι, νέες: Εβίτα Αγαΐτση, Γιώργος Ζιάκας, Νάντια Κατσούρα, Μάριος Κρητικόπουλος, Λένα Μποζάκη, Εύη Οικονόμου, Ειρήνη Τσέλλου, Γιάννης Χαρκοφτάκης, Κώστας Phoenix

 

Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος

Παραστάσεις:
10, 11, 14, 15, 16, 17, 18, 21, 22, 23, 24, 25, 28, 29 Φεβρουαρίου 2024
01, 02, 03, 06, 07, 08, 09, 10 Μαρτίου 2024

Ώρα έναρξης: 20.30 (Κυριακή: 19.30)

Τιμές εισιτηρίων: €15, €20
Φοιτητικό: €10

Προπώληση: Ticket Services 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v