Είδαμε «Το Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά στη Στέγη

Η Αλεξία Καλτσίκη και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας πρωταγωνιστούν σε μια περφόρμανς-παραβολή για τη βία που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς.

Είδαμε «Το Σπίτι» του Δημήτρη Καραντζά στη Στέγη

Ο Δημήτρης Καραντζάς επιστρέφει στη Στέγη με μια περφόρμανς-παραβολή για τη βία, τον εθισμό στην εικόνα και την κατάργηση των ψευδαισθήσεων ή, αλλιώς, για την πραγματικότητα που, ό,τι κι αν κάνεις για να την αποφύγεις, αργά ή γρήγορα θα έρθει να σε βρει. «Το Σπίτι» σηματοδοτεί την πρώτη, μετά από δώδεκα χρόνια, δραματουργική απόπειρα του Δημήτρη Καραντζά, σε συνεργασία με την Γκέλυ Καλαμπάκα, για τη δημιουργία ενός πρωτότυπου έργου, ύστερα από ανάθεση της Στέγης. Η παράσταση είναι ένα πολυμεσικό πείραμα με βασικά εργαλεία την εικόνα, την κίνηση και τη σιωπή, αντλώντας έμπνευση από το διήγημα του Julio Cortázar «Το Σπίτι» (1946), το μονόπρακτο θεατρικό έργο της Λούλας Αναγνωστάκη «Η Παρέλαση» (1965) και αρχιτεκτονικές έρευνες για την πρόσληψη του ανοίκειου.

Ακόμα και η Στέγη γραμμάτων και Τεχνών είναι ευάλωτη στον γενικότερο κατακλυσμό , τίποτα δεν θα μείνει όρθιο αν δεν προλάβουμε, που δε φαίνεται να προλαβαίνουμε την διάλυση των πάντων.

Η Αλεξία Καλτσίκη σε ένα ακόμα ρεσιτάλ υποκριτικής δεινότητας. Η αρχική της ηρεμία, με μια υποβόσκουσα ανησυχία και ανικανοποίητη διάθεση, μεταλλάσσεται σε απελπισία και απόγνωση που την οδηγεί σε μια νευρική ταχυλαλία, τόσο γνώριμη σε όσους έχουν βιώσει έτσι τα πράγματα.

Ένα έργο με δυο πρόσωπα μια γυναίκα (Αλεξία Καλτσίκη) και έναν άνδρα (Φιντέλ Ταλαμπούκα) που συγκατοικούν σε ένα σπίτι. Ποτέ η σιωπή και οι ψίθυροι σε ένα θεατρικό έργο δεν φώναζαν τόσο δυνατά την απομόνωση, τον εγκλεισμό, τον συναισθηματικό ευνουχισμό των δυο αυτών ανθρώπων.

«Τα πλακάκια έμοιαζαν πάντα έτοιμα να σκάσουν, σαν πίσω απ’ τους τοίχους να ήταν τα χέρια και τα χείλη και τα πόδια όσων έμειναν εδώ, αλλά ποτέ δεν έσκασαν· έμειναν εκεί σαν ημερολόγιο ποια χρονιά κάναμε τι και τι έζησαν όλοι οι άνθρωποι». Αυτό είναι το σπίτι ένα ηλερολόγιο.

Το σπίτι μας, το άσυλό μας, το καταφύγιο είναι εν τέλει ασφαλές; Το σκηνικό απλό σαν διαμέρισμα RBNB με ελάχιστα έπιπλα και ένα παράθυρο, όπου προβάλλεται ο ήσυχος αρχικά δρόμος και η πραγματικότητα, μια διαφυγή, μια εισβολή του κόσμου στο χώρο; Το σπίτι κατοικείται από το ζευγάρι αυτό, ενώ πριν έμεναν εκεί άλλοι, και πριν από αυτούς άλλοι. Ο χώρος είναι φορτισμένος από μνήμες, ευχάριστες και όχι, από οδύνη. Ευρηματική η σκηνοθετική σημειολογία του Δημήτρη Καραντζά. Το ζευγάρι διέρχεται στο χώρο χωρίς να μιλά, ο καθένας είναι στη δική του συχνότης, ακούγεται ο ήχος ενός πλυντηρίου που πλένει, που όμως αδυνατεί να καθαρίσει την βρωμιά αυτή, που έχει επικαθίσει πάνω στις αξίες και ο κόσμος έξω έχει μιαν αλλόκοτη κίνηση, κινείται προς τα πίσω, περιστρέφεται, έρχονται τα πάνω κάτω, για να καταλήξει σε μια βιβλική καταστροφή με πυρκαγιές, βία, ομοφοβία, ρατσισμό, πλημμύρες, θάνατο, οδύνη. Πως μπορεί κάποιος να θωρακιστεί σε ένα σπίτι, στο σπίτι του;

Η νωχελική, ή και χορογραφημένη κίνηση του ζευγαριού, διδασκαλία του Τάσου Καραχάλιου και ο φωτισμός του Δημήτρη Κασιμάτη ξεδίπλωσαν μια Δεύτερη Παρουσία, μήπως και ταρακουνηθεί εκείνος ο παπάς που αναφέρει ο Φιντέλ Ταλαμπούκας, διαβάζοντας αμέριμνος το βιβλίο του, που αγνοούσε ό,τι συνέβαινε έξω από τον οίκο του γιατί ποτέ δεν έβγαινε από αυτόν. Μια θεολογία και φιλοσοφία απομακρυσμένη από την πραγματικότητα. Το ζευγάρι υποτίθεται ότι προσέχει τη διατροφή του, αγοράζει βιολογικά προϊόντα, ενώ όλα γύρω είναι τοξικά. Με το που μπαίνει εκείνος με τα ψώνια στο σπίτι βρίζει την βιοδιασπώμενη σακούλα γιατί απλά του άνοιξε και έπεσαν όλα κάτω. Ο Φιντέλ Ταλαμπούκας, είναι το ακόρντο στην ερμηνεία της Αλεξίας Καλτσίκη. Είναι ο βατήρας για να ξεσπάσει στο τέλος όταν μιλά για τους αντιρρησίες που σκοτώνονται επί τόπου, του μαζεύουν τα απορριμματοφόρα και πολτοποιούνται. Η σκηνή θυμίζει πολύ Λούλα Αναγνωστάκη. Όσο και με μανία να σφουγγαρίζουν και οι δυο δεν φεύγει ο φόβος, αρκεί να κοιτάξεις έξω.

Η ρουτίνα, οι λογαριασμοί, η επιλογή καλλωπιστικών φυτών, τα ψώνια, η τακτοποίησή τους, ευρηματικά με ήχο μόνο στην κουζίνα, η μπουγάδα, η τακτοποίηση των ρούχων μια καθημερινότητα, που όμως κρύβει στην αφωνία της, στους ψιθύρους της, στην κίνησή της κάποια απειλή. Ο θεατής περιμένει ότι κάτι θα γίνει και αυτό μοιραία συμβαίνει. Είναι αναπόφευκτο. Η τακτοποίηση ενός γυναικείου νεανικού ρούχου και η τοποθέτησή του σαν περιείχε το νεκρό σώμα αυτής που το φορούσε, μια παιδική αποκριάτικη στολή, ρούχα, πολλά ρούχα, που διπλώνει η γυναίκα με τάξη και παπούτσια πολλά, που επιμελώς τα κάνει ζευγάρια. Και εύκολο και δύσκολο να «μπει κάποιος στα παπούτσια του άλλου», είναι όμως πάντως μοιραίο, γιατί είμαστε μια μεγάλη μπουγάδα, σαν αυτή που εμφανίζει ο άνδρας στο τέλος, ένας ανθρώπινος πολτός, και ό,τι συμβαίνει δίπλα μας ή στο παρελθόν εύκολα επαναλαμβάνεται με την ίδια ή μεγαλύτερη βαναυσότητα στο παρόν.

Ένα συγκλονιστικό έργο! Το καταπληκτικό σκηνικό της Κλειώς Μπομπότη έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στην παράσταση, το ίδιο και η κατά τόπους εφιαλτική, ή με ένταση μουσική του Γιώργου Ραμαντάνη.

Ταυτότητα της παράστασης
Συγγραφέας: Δημήτρης Καραντζάς
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Σύνθεση: Δημήτρης Καραντζάς, Γκέλυ Καλαμπάκα, Τάσος Καραχάλιος
Βίντεο: Γκέλυ Καλαμπάκα
Σκηνικό: Κλειώ Μπομπότη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος
Μουσική: Γιώργος Ραμαντάνης
Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης
Πρωταγωνιστούν: Αλεξία Καλτσίκη, Φιντέλ Ταλαμπούκας
Βοηθός σκηνοθέτη: Κέλλυ Παπαδοπούλου
Βοηθός σκηνογράφου: Αγγελική Βασιλοπούλου- Καμπίτση
Εκτέλεση παραγωγής: Ρένα Ανδρεαδάκη, Ζωή Μούσχη
Μετάφραση υπέρτιτλων στα αγγλικά : Μέμη Κατσώνη
Ταυτόχρονος υπερτιτλισμός: Γιάννης Παπαδάκης
Στη δραματουργία συνέβαλαν όλοι οι συντελεστές

Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Συγγρού 107
30 Σεπτεμβρίου – 19 Νοεμβρίου 2023
Μικρή Σκηνή
Τετάρτη έως Κυριακή: 21:00
Διάρκεια: 60‘

Κατάλληλο για 18+
Η παράσταση περιέχει σκηνές βίας.

Εισιτήρια
Κανονικό: 7, 20€
Μειωμένο, Φίλος, Παρέα 5-9 άτομα: 16€
Παρέα 10+ άτομα: 14€
Κάτοικος Γειτονιάς: 7€
Ανεργίας, ΑμεΑ: 5€
Συνοδός ΑμεΑ: 10€

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v