Είδαμε το «Μαχαίρι στο κόκαλο» του Κώστα Μουρσελά από την Ομάδα Θεάτρου Ça Va στο 104       

Είδαμε το «Μαχαίρι στο κόκαλο» του Κώστα Μουρσελά από την Ομάδα Θεάτρου Ça Va στο 104 κι έχουμε να πούμε τα καλύτερα!

Είδαμε το «Μαχαίρι στο κόκαλο» του Κώστα Μουρσελά από την Ομάδα Θεάτρου Ça Va στο 104

     

Η σεζόν ανοίγει δημιουργικά για το Θέατρο 104 με την παράσταση «Μαχαίρι στο κόκαλο» της Ομάδας Θεάτρου Ça Va ! Μια παράσταση βασισμένη στο ομότιτλο έργο του Κώστα Μουρσελά.  Έγινε πρεμιέρα το Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου σε σκηνοθεσία Βασίλη Καλφάκη με τον ίδιο να πρωταγωνιστεί   στο ρόλο του Λεωνίδα μαζί με την Σάντρα Λειβαδάρα στο ρόλο της συζύγου του η Ελένη.

 Ένα  συγκλονιστικό έργο, χτύπημα στην υποκρισία της κοινωνίας, στο σαθρό κοινωνικό σώμα που νοσεί και φυλακίζει τον άνθρωπο, το μυαλό του, την ψυχή του, ποδοπατά την αξιοπρέπειά του.

Το έργο γράφτηκε το 1973, πέντε χρόνια περίπου πριν το « Ενυδρείο» και τους « Φίλους». Πρόκειται για μια τριλογία με θέμα τις ανθρώπινες σχέσεις. Και εδώ όπως και στα περισσότερα έργα του ο Μουρσελάς μέσα από την μικρογραφία μιας οικογένειας, ενός ζευγαριού, εντοπίζει τις βαθύτερες αιτίες, που οδηγούν μια ερωτική σχέση στη φθορά και στη σήψη. Το ζευγάρι δεν γίνεται νευρωτικό μόνο γιατί αντιμετωπίζει τον κορεσμό και την συνήθεια, αλλά πίσω από αυτή τη διάλυση κρύβονται κοινωνικά αίτια, άλλου είδους εξουσίες και συμφέροντα που «αλλοιώνουν»  τις σχέσεις και τα αισθήματα. Και όλα αυτά γιατί νομίζουν ότι έτσι « ζουν καλύτερα».  Παρακολουθούμε τις οσφυοκαμψίες  και υποκλίσεις υπανθρώπων μέσα σε έναν απάνθρωπο κόσμο.

Ο Λεωνίδας θέλει να αναρριχηθεί σε θέσεις που δεν του αναλογούν και χρησιμοποιεί όλα τα μέσα χωρίς εμφανείς ενδοιασμούς.  Η Ελένη έχει αηδιάσει. Δεν αντέχει τη χρησιμοποίησή της  και δεν δέχεται  τη μανία του άνδρα της. Του χώνει το μαχαίρι μέχρι να βρει το κόκκαλο. Έρπεται για να αναρριχηθεί , γίνεται όπως λέει η Ελένη ένας γλοιώδης άσχημος βάτραχος που στοχεύει να αναρριχηθεί κοινωνικά και οικονομικά. Εξελίσσεται σε καμουφλαρισμένο φασίστα. Σπάει μπαλόνια από εκνευρισμό και για να ταράξει τη γυναίκα του.  Θέλει να γίνει ομότιμος με τον διευθυντή του που μένει στον επάνω όροφο, που τον έχει κυριολεκτικά « χεσμένο» εξ’ ου και το καζανάκι της τουαλέτας του, ενώ τον περιμένουν και έχει συστηματικά και παρδειγματικά αργήσει.

Θυμίζει θέατρο παραλόγου και Ιονέσκο με γρήγορους και σκληρούς διαλόγους, ατάκες που πονούν και  ανταλλάσσονται  με δύναμη και ένταση. Οι σχέσεις που συνάπτουν είναι οι γέφυρες για να περάσουν στη επόμενη βαθμίδα.

Ωραία κίνηση των δυο ηθοποιών, συντονισμένη, σχεδόν χορογραφημένη.   Ο λόγος τους  ακραία επιθετικός, η απολέπιση της χυδαιότητας του Λεωνίδα (Βασίλης Καλφάκης), η ηθική του κατάρρευση, η διάλυση της Ελένης (Σάντρα Λειβαδάρα ) ο βιασμός της μετά την «επίσκεψη» στο διαμέρισμα του ανήμπορου διευθυντή , μια παρτίδα σκάκι με ηθική εξαφάνιση της βασίλισσας, μια παρτίδα που τελειώνει με ρουά ματ και παραληρηματικό λόγο και από τους δυο. Όταν γνωρίστηκαν είχαν καθαρά αισθήματα και λαμπερά μάτια. Τώρα ποδοπατούν και καρφώνουν τον φίλο και υπηρετούν μόνο το συμφέρον τους.

Στο χώρο αυτό υπάρχουν μόνο ψεύτικες σχέσεις με συναδέλφους, που υπονομεύονται,όπως αυτή με τον Ιάσονα. Ένας διαρκής πόλεμος ανάμεσα στο ζευγάρι και ανάμεσα στο άτομο και του γύρω του. Αλλάζουν συνεχώς σπίτια, κυνηγώντας τους εκάστοτε διευθυντές, τους οποίους κολακεύουν , τους οποίους γλεντάνε και  μοιραία γίνονται και το παίγνιό τους.

Ο Μουρσελάς βάζει το ανατομικό νυστέρι στην τάξη των νεόπλουτων, όλων αυτών που «δημιουργήθηκαν» ύστερα από τον πόλεμο ή και ακόμα κοντύτερα ύστερα από την δικτατορία.

Υπέροχα τα σκηνικά και τα κοστούμια της Ηλιάνας Μπαφέρου. Το σπίτι του ζευγαριού  γεμάτο βάζα με λουλούδια, όπως θα άρεσε στον Πρόεδρο της εταιρίας, που μάταια περιμένουν για επίσκεψη.  Το σκηνικό  παραπέμπει σε κηδεία. Κηδεύουν  το ηθικό τους ανάστημα, ενώ  ο αντίπαλος συνθλίβει το θήραμα στο χώρο του, εκεί που είναι κραταιός και μπορεί να κρυφτεί.Τα κοστούμια ανάλογα με την  ψυχοσύνθεση του καθενός. Υπέροχο φόρεμα πολυμορφικό για την Ελένη και αυστηρό δουλικό κουστούμι για τον Λεωνίδα.

Η μουσική του Ανρί Κεργκομάρ και οι φωτισμοί  του  Βασίλη Γιαννακόπουλου συνάδουν με την πρόθεση του συγγραφέα και του σκηνοθέτη για ένα εφιαλτικό  ανθρωποφαγικό περιβάλλον. Μόνο η μουσική του « κάτω ορόφου», αυτή η τζαζ γοητεύει την Ελένη θυμίζοντάς  της αλλοτινές καλές εποχές.

 Το έργο θυμίζει την ταινία του Κώστα Γαβρά « το τσεκούρι» (2005) σχετικά με την  απόγνωση  ενός ανθρώπου στο ενδεχόμενο της ανεργίας , που τον μεταμορφώνει σταδιακά σε έναν μεθοδικό δολοφόνο. Σπουδή πάνω στην ψυχο-κοινωνική παράνοια στην οποία οδηγείται ο σύγχρονος άνθρωπος, θύμα του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού και του ανελέητου οικονομικού ανταγωνισμού. Ο άνθρωπος απανθρωπίζεται, αποκτηνώνεται.

Μια παράσταση που δεν πρέπει να χάσει κανείς. Ένα σήμα κινδύνου για  τις σύγχρονες κοινωνίες.

            

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v