Κορωνοϊός: Η «ασθενής μηδέν» της Ελλάδας προσπαθεί ακόμα να ξεπεράσει τον στιγματισμό και το bullying

Δύο χρόνια μετά την νόσησή της με κορωνοϊό στην Εβδομάδα Μόδας του Μιλάνο, η Δήμητρα Βουλγαρίδου δίνει μια συνέντευξη που θα συζητηθεί.
Κορωνοϊός: Η «ασθενής μηδέν» της Ελλάδας προσπαθεί ακόμα να ξεπεράσει τον στιγματισμό και το bullying
Συνέντευξη παραχώρησε στο Euro2day.gr και τον Βασίλη Ιγνατιάδη η Δήμητρα Βουλγαρίδου, η πρώτη ασθενής με κορωνοϊό στην Ελλάδα, η οποία βρέθηκε μετά από ακριβώς δύο χρόνια ξανά στην Εβδομάδα Μόδας του Μιλάνο προκειμένου όπως λέει «να καταπολεμήσει τους φόβους της και να αφήσει πίσω όσο περισσότερα μπορεί από την ιστορία που τη στιγμάτισε άδικα ως ‘αυτή που έφερε στην Ελλάδα τον ιό’».

Ήταν τέτοιες μέρες το 2020, όταν η κ. Βουλγαρίδου, επιχειρηματίας από την Θεσσαλονίκη, βρισκόταν στο Μιλάνο για την Εβδομάδα Μόδας, χωρίς να γνωρίζει ότι στη συγκεκριμένη πόλη σιγόβραζε μια από τις μεγαλύτερες εστίες υπερμετάδοσης του άγνωστου τότε στην Ευρώπη κορωνοϊού. Επιστρέφοντας, καταγράφηκε στα ιατρικά χρονικά της χώρας ως η «ασθενής μηδέν» στην Ελλάδα.

Με την ασφάλεια της απόστασης δύο ετών, η κα Βουλγαρίδου ανακαλεί μνήμες από την εφιαλτική για την ίδια και το ανήλικο παιδί της περίοδο που έζησε, αρχικά επί 16 μέρες κλεισμένη στον θάλαμο αρνητικής πίεσης του ΑΧΕΠΑ και για πολύ καιρό στη συνέχεια, βιώνοντας τον κοινωνικό αποκλεισμό.

«Το κύριο συναίσθημα που με είχε κυριεύσει φυσικά ήταν ο φόβος, επειδή τότε κανείς δεν γνώριζε τον ιό και την εξέλιξή του», λέει, προσθέτοντας πως τον ίδιο φόβο έβλεπε και στα μάτια των γιατρών που την επισκέπτονταν, τα μόνα που μπορούσε να διακρίνει κάτω από τις ολόσωμες στολές και τις μάσκες. «Φοβόμουν για την υγεία τη δική μου και του παιδιού μου, αλλά είχα και αγωνία για το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση των ανθρώπων με τους οποίους είχα έρθει σε επαφή», σημειώνει και θυμάται πως ελέγχθηκαν συνολικά 78 άτομα με τα οποία είχε συναντηθεί επιστρέφοντας, πριν εκδηλώσει συμπτώματα. Τα περισσότερα ήταν στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης, δημοτικοί σύμβουλοι και μέλη της Επιτροπής Κοινωνικής Πολιτικής του Δήμου, στην οποία συμμετέχει και η ίδια. Ευτυχώς όλοι ήταν αρνητικοί.

«Ένιωθα σαν μελλοθάνατη. Όλο αυτό το άγνωστο ήταν που με τρόμαζε και συγχρόνως με γέμιζε ενοχές», αναφέρει για τις μέρες νοσηλείας και παραδέχεται πως μια πλευρά του εαυτού της ένιωσε καλύτερα όταν άρχισαν να βγαίνουν κι άλλα κρούσματα από άλλες περιοχές της χώρας, που δεν είχαν σχέση με την ίδια: «Δεν χαιρόμουν φυσικά, γιατί νοσούσαν κι άλλοι άνθρωποι, αλλά αυτό ήταν μια επιβεβαίωση για το άδικο που λεγόταν ότι εγώ έφερα τον ιό στην Ελλάδα».

«Δεν μας νοιάζει αυτή και το παιδί της»

Το εξιτήριο από το ΑΧΕΠΑ ήταν σαν εισιτήριο ελευθερίας για την επιχειρηματία, η οποία για άλλες 20 μέρες έμεινε στο σπίτι και έκανε συνεχή PCR βάσει πρωτοκόλλου, αλλά και μετά από αυτό πέρασε καιρός μέχρι να βγει. Αιτία ήταν οι αντιδράσεις του κόσμου και ο στιγματισμός από μέρος της γειτονιάς, που σε κάποιο βαθμό άγγιζε τα όρια του κοινωνικού μπούλινγκ.

«Δεν κρατάω κακία, κατανοώ τον φόβο των ανθρώπων για κάτι άγνωστο τότε, αλλά δεν θα ξεχάσω κάποιες συμπεριφορές», λέει και θυμάται κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα. «Δεν πίστευα στα μάτια μου όταν διάβασα σε διαδικτυακή ομάδα του σχολείου του γιου μου να γράφεται από γονείς ‘δεν μας ενδιαφέρει αυτή ούτε το παιδί της, αλλά τα δικά μας παιδιά που έχουν στιγματιστεί’». Το lockdown που ακολούθησε, ήταν ευεργετικό για την ίδια και τον 9χρονο τότε γιο της, επειδή δεν χρειάστηκε να πάει στο σχολείο και να βιώσει ο ίδιος τον αποκλεισμό.

Η ίδια όμως τον βίωνε καθημερινά. Παρόλο που το όνομά της δεν είχε δημοσιοποιηθεί, η γειτονιά ήξερε. «Πήγαινα στο σούπερ μάρκετ, όντας φυσικά αρνητική και παρά το ότι φορούσα μάσκα για να μην μπορεί να πει κανείς οτιδήποτε, ενώ τότε δεν ήταν υποχρεωτική η χρήση μάσκας, ο κόσμος στους διαδρόμους απομακρυνόταν», θυμάται.

Κάντε κλικ εδώ και διαβάστε την συνέχεια στο Euro2day 
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v