Alien Covenant: Ο Ρίντλεϊ Σκοτ δεν κάνει το θαύμα του

Το δεύτερο prequel της γνωστής κι αγαπημένης τριλογίας του Ρίντλεϊ Σκοτ δεν μας άφησε με τις καλύτερες εντυπώσεις.
Alien Covenant: Ο Ρίντλεϊ Σκοτ δεν κάνει το θαύμα του
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο Ρίντλεϊ Σκοτ επιστρέφει στη σειρά “Prometheus”, το prequel της τριλογίας “Alien”, συνεχίζοντας από εκεί που σταμάτησε με τον Μάικλ Φασμπέντερ και τα διαβόητα σφυροκέφαλα εξωγήινα τέρατα να παραμένουν στο επίκεντρο της ιστορίας του. Το “Alien: Covenant”, βέβαια, περιέχει και ανθρώπους, οι οποίοι, όμως, λίγα έχουν να κάνουν ή να πουν πέρα από κοινοτοπίες και άναρθρες κραυγές. Μαζί τους, βορά στο βωμό μιας τυποποιημένης αιματοχυσίας γίνονται η αυθεντικότητα και η άγρια ομορφιά του ορίτζιναλ κινηματογραφικού έπους. Η μετριότητα είναι αναπόφευκτη και η προσμονή για τη συνέχεια φθίνει περαιτέρω.

Η υπόθεση

Το πλήρωμα του σκάφους “Covenant” έχει αποστολή να βρει έναν κατοικήσιμο πλανήτη και να ξεκινήσει την αποίκισή του. Ο πλανήτης που συναντούν μοιάζει ιδανικός ώσπου μία ασύλληπτη απειλή αρχίζει να εξοντώνει τους ανυποψίαστους πιονέρους. Όσοι γλιτώνουν, βρίσκουν καταφύγιο στα άδυτα μιας νεκρόπολης, φιλοξενούμενοι ενός ανθρωποειδούς, του μοναδικού κατοίκου του πλανήτη. Πολύ γρήγορα, θ’ αποδειχθεί λιγότερο φιλόξενος απ’ ότι φαίνεται…



Η κριτική

Εντυπωσιακό, όσο και εντυπωσιοθηρικό, το “Prometheus” απογοήτευσε, κατά γενική ομολογία, τους φανς της θρυλικής ταινίας τρόμου του Ρίντλεϊ Σκοτ, “Alien”, χωρίς να είναι απαραίτητα κακό ως θέαμα. Το βασικό του πρόταγμα, όμως, η αναθεώρηση της ίδιας της φύσης της αυθεντικής τριλογίας (αν και συνεπής με το κεντρικό θέμα της πατροκτονίας) προς άγρα ενός “σκεπτόμενου” κοινού ή μία εναρμόνιση με την κατεύθυνση που έχει πάρει σήμερα η “σοβαρή” επιστημονική φαντασία αφήνοντας το πεδίο της “καθαρής” διασκέδασης στις κομιξοταινίες, δεν έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Αμπελοφιλοσοφίες, αυτοεκπληρούμενες σεναριακές πιρουέτες κι επιφανειακοί έως αδιάφοροι χαρακτήρες είναι μερικά απ’ τα ζητήματα που οι δημιουργοί έπρεπε να εντοπίσουν και να διορθώσουν πριν εξαπολύσουν στον κόσμο ένα 2ο prequel σαν το “Alien: Covenant”.

Τρόμος. Αυτό ήταν το βασικό, αδιαπραγμάτευτο στοιχείο της πρώτης τριλογίας, με τα καλά και τα κακά της. Η αίσθηση της παρουσίας του “ξένου” (Alien) γεννά το φόβο και η θέα του τον επιβεβαιώνει μετατρέποντάς τον σε τρόμο που, όμοιό του, λίγες φορές έχουν αισθανθεί ενήλικοι θεατές. Στο “Prometheus”, αν και παρόν, το στοιχείο αυτό υποβαθμίστηκε για να κάνει χώρο στην τρισδιάστατη δράση και το φιλοσοφικό υπόβαθρο, μιας και κανείς δεν τρομάζει πραγματικά στις υποψιασμένες (κινηματογραφικά, τουλάχιστον) μέρες μας. Στο “Alien: Covenant”, οι στιγμές που μας υπενθυμίζουν για ποιο λόγο αυτά τα φρικτά τερατάκια μας προκάλεσαν κάποτε εφιάλτες είναι αρκετές, μόνο που δεν μπορούν πια να σώσουν το αποτέλεσμα.

Ανύπαρκτες, πάλι, είναι οι βελτιώσεις στο ύφος και το σενάριο, που φανερώνουν, πλέον, είτε ότι η πρόθεση των δημιουργών είναι να τελειώνουν τη σειρά βγάζοντας όσα περισσότερα χρήματα μπορούν είτε ότι, απλώς, δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι καλύτερο απ’ το να βάλουν τον Μάικλ Φασμπέντερ να παίξει δύο φορές τον ίδιο ρόλο προκαλώντας, ουσιαστικά, την τύχη του σεναρίου τους.

Όχι ότι δεν είναι καλός. Εντάξει, αν και υποτιμημένος ως ερμηνευτής, ο τυπάς δε φαίνεται να έχει συστολές στην επιλογή ρόλων (δεν αποκλείω να μας δώσει μία κόπια της action-hero φάσης του Λίαμ Νίσον στα γεράματα) κι έτσι εδώ ξοδεύεται κυριολεκτικά (δις) χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα στην καριέρα του ή στη γενική εικόνα της ταινίας. Εκείνη, δηλαδή, μιας χιλιοειπωμένης ιστορίας επιστημονικής φαντασίας που τρέφεται απ’ την προσμονή των θεατών για τα καλτ τέρατα που ξεσκίζουν τα πρόσωπα των αδιάφορων πρωταγωνιστών.

Το καστ, χωρίς ηχηρά ονόματα αυτή τη φορά (οι υπεύθυνοι έμαθαν κάτι από logistics, τουλάχιστον), είναι ένα μάτσο τροφή για τέρατα χωρίς κανένα αξιομνημόνευτο χαρακτηριστικό, κάτι που κάνει το “Alien: Covenant” μία ταινία για το ρομπότ του “Prometheus” και τα “παιδιά” του που, μοιραία, σύμφωνα με το θέμα-ομπρέλα της σειράς (ακολουθεί απλή υπόθεση και όχι σπόιλερ), θα εξοντώσουν κι αυτά με τη σειρά τους τον “πατέρα” τους. Δυστυχώς, με τον τρόμο στο “5”, ακόμη και η δράση είναι λιγότερο εντυπωσιακή απ’ ότι στην προηγούμενη ταινία, παρ’ ότι, οπτικά κι αισθητικά, το τιμ του Ρίντλεϊ Σκοτ έχει φέρει εις πέρας άλλη μία αψεγάδιαστη δουλειά.

Τελικά, το “Alien: Covenant” δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία μέτρια αφηγηματική γέφυρα μεταξύ του “Prometheus” και του 3ου prequel, που ελπίζω να περιέχει κάτι λίγο, έστω, από τη φυσική του συνέχεια, το πολυαγαπημένο “Alien”.

Βγαίνουν ακόμη:
Το πολεμικό δράμα “The Wall” του Νταγκ Λίμαν, η γαλλική κομεντί “Mr Stein Goes Online”, το βιογραφικό δράμα “Stefan Zweig: Farewell to Europe”, η ισπανική κωμωδία “Kiki, Love to Love” και το “Αφτερλωβ” του Στέργιου Πάσχου.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v