The Hateful Eight: Ο Ταραντίνο ξαναχτυπά!

Ο Κουεντίν Ταραντίνο επιστρέφει με άλλο ένα χορταστικό σε διάρκεια, αλλά χωρίς καινούριες ιδέες γουέστερν, στο γνώριμο ύφος του.
The Hateful Eight: Ο Ταραντίνο ξαναχτυπά!
του Λουκά Τσουκνίδα

Αν και, προσωπικά, δεν είχε προλάβει να μου λείψει καθόλου, ο Κουέντιν Ταραντίνο είναι και πάλι εδώ με ακόμη ένα γουέστερν και ακόμη μια συνεργασία με τον Σάμουελ Τζάκσον. Το “The Hateful Eight”, ως συνήθως, είναι μια ωδή του γλαφυρού δημιουργού στα είδη που λάτρεψε και λατρεύει, με μπόλικη απ' τη δική του σάλτσα σαν υπογραφή. Αν και διαθέτει όλα τα Ταραντινικά συστατικά, όμως, δεν καταφέρνει να ξεπεράσει τον πήχη: είναι τόσο διασκεδαστικό όσο εμείς είμαστε διατεθειμένοι να διασκεδάσουμε μαζί του.

Η υπόθεση

Μια άμαξα που μεταφέρει δύο κυνηγούς κεφαλών, μια καταζητούμενη κι έναν νεόκοπο σερίφη στην επόμενη πόλη, αναγκάζεται να σταματήσει στο Χάνι της Μίνι μέχρι να περάσει η χιονοθύελλα. Εκεί, έχουν βρει προσωρινό καταφύγιο ακόμη τέσσερις μυστήριοι τύποι, εντελώς παράταιροι μεταξύ τους. Με δεδομένο ότι είναι εγκλωβισμένοι, η ασφάλεια της κρατούμενης που αξίζει πολλά γίνεται πολύπλοκη για τους σκληροτράχηλους δεσμοφύλακές της...



Η κριτική

Είναι φορές που, πιο πολύ και από τις επινοήσεις του Κουέντιν Ταραντίνο, με διασκεδάζουν οι δεκάδες τρόποι που οι οπαδοί του βρίσκουν να τις εκθειάζουν, όσο και η παράνοια των “αντιπαθούντων” που λεπτολογούν γύρω από αυτές βρίσκοντας “κακά νοήματα” εκεί που δεν υπάρχει τίποτα. Φυσικά, πιο πολύ απ' όλους εμάς, διασκεδάζει ο ίδιος ο Ταραντίνο που, στις πρώτες κιόλας σκηνές της καινούργιας του ταινίας, βάζει μια λευκή γυναίκα να χρησιμοποιεί τη λέξη “nigger” κι έναν λευκό άνδρα να της λέει: “Δεν ξέρεις ότι στους μαυρούληδες δεν αρέσει πια να αποκαλούνται niggers; Το θεωρούν προσβολή.” Η γυναίκα τότε του απαντά: “Με έχουν αποκαλέσει πολύ χειρότερα”. Κι ο άντρας συναινεί γελώντας: “Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.”

Το “The Hateful Eight” είναι η όγδοη ταινία του τρομερού παιδιού της σύγχρονης καλτιάς και διαφέρει ελάχιστα στην πρόθεσή της απ' όλες τις προηγούμενες, που δεν είναι άλλη απ' το να διασκεδάσουμε, λατρεύοντας εν τω μεταξύ τον δημιουργό για την ευφυΐα του και την ακούραστη προσήλωσή του στο καλό “κακό” σινεμά. Το σήμα κατατεθέν του πια, η ακατάπαυστη φλυαρία των χαρακτήρων, είναι παρόν στο φουλ, χωρίς όμως να δικαιώνεται από κάποια αξιομνημόνευτη στιχομυθία, ενώ η επιλογή του να χρησιμοποιήσει φιλμ των 70mm, αναλογικά επεξεργασμένο, μόνο ως ποζεριά μπορεί να χαρακτηριστεί. Το ίδιο ισχύει και για την, κανονική αυτή τη φορά, συνεργασία με τον Ένιο Μορικόνε που έρχεται να επικυρώσει, κατά κάποιον τρόπο, την “εκλεκτική συγγένεια” του Ταραντινικού σινεμά με το σπαγγέτι γουέστερν.

Παρ' όλα αυτά και παρά την αδικαιολόγητη τρίωρη διάρκειά της, η νέα δουλειά του Κουέντιν Ταραντίνο διατηρεί κάτι απ' τη γοητεία των υπολοίπων και δεν αφήνει τον φαν ανικανοποίητο. Το καστ είναι εξαιρετικά επιλεγμένο, οι σεναριακές κι αισθητικές μικρολεπτομέρειες, σημαντικές και ασήμαντες, γεμίζουν τα κενά που αφήνει η απλοϊκή, προβλέψιμη πλοκή, και ο κινηματογραφικός ή “γουεστερνικός” κυνισμός παρωδείται για ακόμη μια φορά χωρίς έλεος, καθώς τα πτώματα σχηματίζουν σωρό.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το νέο του πόνημα είναι κάτι σαν φόρος τιμής στο “The Thing” του Τζον Κάρπεντερ και αντλεί το σκηνικό του από τα πολύ παλιότερα γουέστερν, όπου διάφοροι μυστήριοι χαρακτήρες βρίσκονταν σε έναν χώρο κι αντάλλασσαν προσωπικές ιστορίες πριν το μεγάλο πιστολίδι. Όπως και να 'χει, ο Ταραντίνο είναι φαν-μπόι και σε φαν-μπόιζ απευθύνεται, αλλά το παράδοξο εδώ είναι ότι, κάποτε, έκανε και ταινίες που αφορούσαν όλους όσους βλέπουν σινεμά. Όσο ο χρόνος περνά, όλο και πιο πολύ μοιάζει να βολεύεται σ' αυτό που του έρχεται πιο εύκολο, να κάνει ταινίες που απολαμβάνει ο ίδιος και οι οποίες δεν εμπεριέχουν κανένα ιδιαίτερο ρίσκο ή την φιλοδοξία να αγγίξουν ένα διαφορετικό κοινό απ' το μυημένο στον “κώδικα” του δημιουργού που, πάντως, παραμένει μεγάλο. Καλό το “Reservoir Dogs” ως σημείο αναφοράς, αλλά πόσες φορές να το κοπιάρεις χωρίς να κουράσεις και να κουραστείς;

Τέλος πάντων. Ο Σάμιουελ Τζάκσον να είναι γερός και τύποι σαν τον Τιμ Ροθ να βρίσκουν τη διάθεση να διασκεδάζουν με τους χαρακτήρες του Κουέντιν που αγορεύουν σαν αριστοκράτες και πεθαίνουν σαν τα σκυλιά κι όλα τ' άλλα... θα χαθούν στο χρονοντούλαπο της κινηματογραφικής ιστορίας (καλτ φόρος τιμής στον Ανδρέα).

Για όποιον καίγεται να δει ένα τρίωρο γουέστερν δωματίου διά χειρός Ταραντίνο, το “The Hateful Eight” έχει την πλάκα του. Ως εκεί.

Βγαίνουν ακόμη:
Το “The Big Short” του Άνταμ Μακέι και το ιρανικό δράμα “Nahid”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v