It's a free world...: Σκληρός ρεαλισμός (;) δια χειρός Λόουτς

Σκληρή, αλλά ενδιαφέρουσα και προκλητική, η νέα ταινία του Κεν Λόουτς τον φέρνει πίσω στα γνώριμα εδάφη του, με ένα επίκαιρο πολιτικοκοινωνικό θέμα και πρωτοεμφανιζόμενους ηθοποιούς που το υποστηρίζουν επαρκώς, αν και ο ρεαλισμός του μειώνεται κατά τι με στοιχεία μυθοπλασίας.
Its a free world...: Σκληρός ρεαλισμός (;) δια χειρός Λόουτς
του Λουκά Τσουκνίδα

Η μετανάστευση, όπως φυσικά και η φτώχεια, δεν είναι πρόβλημα. Είναι μια κατάσταση που προκαλείται από ένα πλήθος αιτιών και των συνδυασμών τους. Δεν έχει λύση με την έννοια της βραχυπρόθεσμης ή έστω μακροπρόθεσμης εξάλειψής της. Θα υπάρχει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, ανάλογα με το αν οι αιτίες που την προκαλούν βρίσκονται σε έξαρση ή σε ύφεση. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε, είναι προφανώς να τις διατηρούμε σε ύφεση ώστε ν' απαλύνουμε τις συνέπειες της κατάστασης αυτής σε μας και στους συνανθρώπους μας. Αυτό όμως δεν μπορεί ν' αφεθεί στον κάθε απλό πολίτη, επειδή είμαστε κι εμείς με τη σειρά μας θύματα άλλων αναπόφευκτων κοινωνικών αδικιών-καταστάσεων, οι οποίες τείνουν να λειτουργούν ως φαύλος κύκλος. Η ευθύνη ανήκει στους νομοθέτες και τους πολιτικούς, που δε δικαιούνται να πλένουν τα χέρια τους ενώ το μαστίγιο ακολουθεί τη φυσική του (λόγω βαρύτητας προφανώς) πορεία-ντόμινο απ' τον πιο δυνατό στον πιο αδύνατο.

Αυτή η πορεία είναι κι η ραχοκοκαλιά της νέας δουλειάς του Κεν Λόουτς που μετά το πιο επαγγελματικό “The Wind that Shakes the Barley” επιστρέφει σε γνώριμο έδαφος, με μια επίκαιρη, σύγχρονη πολιτική ταινία με πρωτάρηδες ηθοποιούς. Το “It's a Free World...”, έτσι, με τ' αποσιωπητικά του, ακολουθεί μια απλή σύγχρονη γυναίκα στη σταδιακή μετάλλαξή της από εκμεταλλευόμενη σ' εκμεταλλεύτρια και των κινήτρων της από αποδεκτά ρεαλιστικά σε ακραία ωφελιμιστικά.

Η Άντζι δουλεύει σε μια μεγάλη εταιρεία διακίνησης ανθρώπινου δυναμικού, νόμιμου ή παράνομου, για την οποία στρατολογεί εργαζόμενους σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Κάποια στιγμή απολύεται και πρέπει να βρει τι θα κάνει στα 33 της και μ' ένα γιο που ζει με τον παππού και τη γιαγιά. Με τη βοήθεια της επιφυλακτικής συγκατοίκου της, αποφασίζει ν' ανοίξει το δικό της “πρακτορείο εργασίας”, παράνομο στην αρχή, μέχρι να μπει τουλάχιστον σε μια σειρά. Για να γίνει αυτό, δε φτάνει η αρχική ψευδαίσθηση της προσφοράς λίγης ελπίδας σε ανθρώπους που την έχουν ανάγκη ούτε η περιστασιακή καλή πράξη. Οι υποχωρήσεις γίνονται σταδιακά συνειδητές επιλογές κι έτσι η Άντζι βυθίζεται σιγά σιγά στο στεγνό αμοραλισμό. Επαναλαμβάνει από τη νέα της θέση όσα είχε κάποτε υποστεί αντί ν' αναφωνήσει κλαψιάρικα: “Αμάρτησα για το παιδί μου”.

[Το trailer της ταινίας]

Πριν από καμιά διακοσαριά χρόνια, ο Αλέξις ντε Τοκβίλ παρατήρησε ότι οι σκλάβοι που περνούσαν στον ελεύθερο αμερικάνικο Βορρά δυσκολεύονταν πολύ να λειτουργήσουν στο νέο σύστημα που δεν τους εγγυόταν ούτε καν ένα γεύμα την ημέρα, ενώ η ρατσιστική αντιμετώπιση παρέμενε ίδια, απλά όχι θεσμοθετημένη. Κλήθηκαν να δικαιώσουν την πολιτική της Ένωσης και να δώσουν άλλοθι στον επερχόμενο εμφύλιο πόλεμο αλλά κανείς δεν τους εξήγησε τους κανόνες του παιχνιδιού που ονόμασαν ελευθερία. Πολλοί έζησαν στην ανέχεια, άλλοι πέθαναν κι άλλοι επέστρεφαν στη σκλαβιά. Το λάθος του συστήματος που κατέδειξε ο Γάλλος διανοητής, αποδείχτηκε περίτρανα μετά τη νίκη των Βορείων, όταν στις αρχές του 20ου αιώνα οι φυλετικές σχέσεις στις ΗΠΑ έφτασαν στο κατώτατο σημείο της ταραγμένης ιστορίας τους, το επονομαζόμενο “ναδίρ”.

Τις ίδιες ακριβώς ρίζες έχει η αυξανόμενη νοσταλγία για τα προηγούμενα καθεστώτα στην Ανατολική Ευρώπη και η συσπείρωση των εθνικισμών απέναντι στην αοριστία του υποτιθέμενου πανευρωπαϊσμού. Ο πατέρας της Άντζι, παλιός βρετανός εργάτης και συνδικαλιστής, της καταδεικνύει το πρόβλημα της νόθευσης των, κατακτημένων με αγώνες, εργασιακών σχέσεων από “ευργετικές” υπηρεσίες όπως η δική της για να εισπράξει μια βεβιασμένη ηθικολογική μομφή εξ αριστερών ότι φέρεται σαν εθνικιστής.

Ο Λόουτς χρησιμοποιεί ως ηρωίδα μια όμορφη ανύπαντρη μητέρα που προσπαθεί να βρει τη θέση της στη βρετανική κοινωνία “σκουντώντας” και κλωτσώντας, μια αμφιλεγόμενη κοπέλα που όμως δεν μπορούμε να δούμε ως απόλυτα εύλογη τη μεταμόρφωσή της. Ο ρεαλισμός του νοθεύεται από μια αβανταδόρικη σύμπτωση που θα μπορούσε να λείπει, μιας και μυρίζει έντονα μυθοπλασία. Οι ερμηνείες των ηθοποιών-ανακαλύψεών του είναι λιγότερο δυνατές απ' ότι συνήθως κι αν χρειαζόταν θα ξεχώριζα τις μικρές εμφανίσεις του πατέρα-παππού. Στο τέλος, μας φέρνει πάλι στην αρχή. Τονίζει την έννοια του φαύλου κύκλου και κυρήσσει την έναρξη της συζήτησης.

Το “It's a Free World...” είναι μια τολμηρή απεικόνιση του μεταναστευτικού θέματος, ειδομένη από μια δύσκολη σκοπιά. Σκληρό, αλλά ενδιαφέρον και προκλητικό από κάθε άποψη.

Βγαίνουν ακόμα: 
- Το στρογγυλεμένο ιστορικό δράμα “The Other Boleyn Girl” με τις Σκάρλετ Γιόχανσον και Νάταλι Πόρτμαν στους ρόλους των αδελφών Μπολέιν, που διεκδίκησαν την καρδιά του Ερρίκου του 8ου με τη δεύτερη να βγαίνει νικήτρια, αλλά χαμένη στο τέλος, έχοντας όμως γεννήσει τη διάδοχο Ελισσάβετ. Πέρα απ' την κεντρική ιστορία, εκτυλίσσεται μια διαχρονικού τύπου μάχη για κοινωνική ανέλιξη με ανταλλάξιμο προϊόν τη γυναίκα, η θέση της οποίας έχει να κάνει με την αξία της στο χρηματιστήριο των ερωμένων του βασιλιά. Μοιάζει σαπουνοπερίστικο αλλά οι πολύ καλοί ηθοποιοί που πλαισιώνουν τις δυο κόρες ανεβάζουν το επίπεδο της απεικόνισης κατά πολύ. 
- Το απαράδεκτο ανθυπομπλοκμπάστερ “10.000 BC” του Ρόλαντ Έμεριχ, όπου λευκοί ρασταφάριαν νεάντερταλ συναντιούνται με Μασάι, Τούτσι και Χούτου κι όλοι μαζί, χτυπάνε τους μυστηριώδεις ιερείς δεσμώτες τους. 
- Η αρκετά καλή παιδική περιπέτεια φαντασίας “The Spiderwick Chronicles”, το βραβευμένο “Κους κους με Φρέσκο Ψάρι”, η δανέζικη ταινία φαντασίας “Το Νησί των Χαμένων Ψυχών” και το ελληνικού ενδιαφέροντος “Fugitive Pieces” του Τζέρεμι Ποντεσούα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v