Aquarius: Σινεφίλ «διαμαντάκι» από την Βραζιλία

Μία γυναίκα «φυλά Θερμοπύλες» σε μια γειτονιά της Βραζιλίας που έρχεται αντιμέτωπη με την ανάπτυξη, σε μια ενδιαφέρουσα ταινία που έχει πολλά να μας πει.
Aquarius: Σινεφίλ «διαμαντάκι» από την Βραζιλία
του Λουκά Τσουκνίδα

Μία βραζιλιάνικη ταινία, το “Aquarius” του Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιο, κερδίζει αυτή την εβδομάδα τις εντυπώσεις και μας προσκαλεί να απολαύσουμε καλό ψυχαγωγικό σινεμά από μια γωνιά του κόσμου για την οποία γνωρίζουμε πολύ λιγότερα απ’ όσα νομίζουμε. Κι όμως, κάποια πράγματα αποδεικνύονται εξαιρετικά οικεία σε οποιοδήποτε μέρος ή χρόνο και αν τα τοποθετήσεις κι έτσι, πέρα απ’ την εκπληκτική Σόνια Μπράγκα, το “Aquarius” μας χαρίζει μια απομυθοποιητική ματιά σε ένα διαχρονικό ζήτημα, όσο και μια ατόφια κινηματογραφική εμπειρία.

Η υπόθεση

Σε ένα σημείο της τεράστιας ακτογραμμής του Ρεσίφε, ανάμεσα σε πανύψηλες, σύγχρονες πολυκατοικίες, στέκει ένα μπλε διώροφο που βλέπει ως τη θάλασσα και είναι γνωστό ως “Aquarius”. Στο άλλοτε ολοζώντανο κτίριο, όμως, έχει μείνει μία τελευταία κάτοικος, η συνταξιούχος μουσικοκριτικός Ντόνα Κλάρα. Αλύγιστη, αρχοντική, μαχήτρια και αποφασισμένη να μην αφήσει τους εργολάβους να καταπιούν και το τελευταίο μνημείο της ζωής που έζησε η γενιά και η οικογένειά της κάτω απ’ τον ζεστό ήλιο του Μπόα Βιάζεμ...



Η κριτική

Στη σύγχρονη Βραζιλία, σε μια χώρα που περνά απ’ τη μία κατάσταση στην άλλη με ρυθμούς και ανατροπές που καθιστούν αδύνατη την οποιαδήποτε σταδιακή, οργανική μετάβαση της βραζιλιάνικης κοινωνίας σε μία νέα εποχή (ό,τι χαρακτηριστικά και αν έχει αυτή), ο σιωπηλός ακίνητος ήρωας της ταινίας του Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιο, το γραφικό παλιομοδίτικο διώροφο, γίνεται ταυτόχρονα αφορμή για ρήξη με το νέο και επαναπροσδιορισμό του παλαιού. Ψυχή του κτιρίου η τελευταία του κάτοικος, η Ντόνα Κλάρα, μία γυναίκα που φαίνεται πως είχε μία γεμάτη ζωή και συνεχίζει να τη ζει όπως της γουστάρει, αν και μόνη πια, στο οικογενειακό σπίτι στην παραθαλάσσια συνοικία του Μπόα Βιάζεμ.

Καθόλου τυχαία, η συνοικία αυτή είναι μία απ’ τις πιο πυκνοκατοικημένες της χώρας και από εκείνες που αναπτύχθηκαν κάποια στιγμή με ρυθμούς εξωπραγματικούς χτυπώντας “σκανδιναβικά” νούμερα στους δείκτες βιοτικού επιπέδου. Η ανάπτυξη αυτή ήρθε μέσω της ανοικοδόμησης πολυτελών κατοικιών, εμπορικών κέντρων και θυλάκων νυχτερινής διασκέδασης που ήρθαν να συμπληρώσουν την, έτσι κι αλλιώς, φημισμένη και πολυπληθή (μέρα-νύχτα) πλαζ.

Φυσικά, όλα αυτά χτίστηκαν, κυριολεκτικά, επάνω στην παλιά συνοικία, εκείνη στην οποία μεγάλωσε η Ντόνα Κλάρα και εκεί όπου ανήκει το Aquarius. Όχι καμιά φτωχογειτονιά, αλλά, με τα μέτρα της εποχής, μία αστική συνοικία με κατοίκους που, χωρίς να είναι ελίτ, ζούσαν μία ζωή με αρκετές επιλογές και είχαν τη δυνατότητα να σπουδάζουν, να ταξιδεύουν και να τους υπηρετούν κάποιοι πιο “σκουρόχρωμοι” συμπατριώτες τους.

Αυτή η εποχή είναι που η Ντόνα Κλάρα προσπαθεί να διαφυλάξει μαζί με τα βινύλια, τα ενθύμια, τις ιδέες και την πολυκατοικία της, όχι από στείρα νοσταλγία, όσο από πίστη ότι ήταν μία όμορφη περίοδος, με ιδανικά και προοπτικές για ένα καλύτερο μέλλον. Βεβαίως, το μέλλον ήρθε και ήταν η ανοικοδόμηση, κάτι που επιθυμούν διακαώς όλοι οι πρώην γείτονες που πούλησαν τα διαμερίσματά τους στους εργολάβους, όσο και τα παιδιά της Ντόνα Κλάρα που, πέρα απ’ τα όποια βραχυπρόθεσμα οφέλη τους, βλέπουν και τη ματαιότητα του αγώνα της, ο οποίος εξελίσσεται σε κάτι εντελώς προσωπικό.

Τον αγώνα της ηρωίδας του βλέπει ξεκάθαρα και ο Φίλιο, ο οποίος, χωρίς να υποβαθμίζει στο ελάχιστο την αγνότητα και την ρομαντική του φύση, δε διστάζει να τον θέσει αντιμέτωπο με τις ίδιες του τις αδυναμίες και κυρίως, το πώς πηγάζει από την ωραιοποίηση μίας εποχής που δεν ήταν για όλους όσο ρόδινη ήταν για την φιλελεύθερη, ανεξάρτητη και εστέτ Κλάρα. Οι έντονες συζητήσεις με τα παιδιά της, οι συναντήσεις με μέλη της γενιάς και της οικογένειάς της, αλλά και οι προσωπικές της στιγμές είναι γεμάτες από ενδείξεις ότι αυτό που κάνει είναι να κρατά Θερμοπύλες που έχουν ήδη χαθεί και να κλείνει τα μάτια στις λεπτομέρειες που αποδεικνύουν πως κι εκείνη έχει αλλάξει αρκετά από τότε.

Χαρακτηριστικά αναφέρω το εξής: Ο Φίλιο ξεκινά με ένα φλας-μπακ στην εποχή που η Κλάρα, έχοντας μόλις ξεπεράσει τον καρκίνο της, συμπρωταγωνιστεί κατά κάποιον τρόπο σε μια γιορτή που πλημμυρίζει με φωνές και τραγούδια το μπλε σπίτι. Είναι τα γενέθλια της θείας Λούσια, μιας γυναίκας που όλοι θαυμάζουν ως πρωτοπόρο και αγωνίστρια, ηρωίδα της γυναικείας (και ταξικής, μάλλον) χειραφέτησης και πηγής ευχάριστων αναμνήσεων για ανίψια και εγγόνια. Καθώς παρακολουθούμε την Κλάρα σήμερα, δε μπορούμε παρά να την παρομοιάσουμε, ως μία αξιοθαύμαστη γυναικεία φιγούρα, με τη θεία Λούσια. Μόνο που τα δικά της γενέθλια δεν γίνονται αφορμή για μπλοκ-πάρτι. Δεν καταλαμβάνει κάποιο βάθρο και το “μεγαλείο” της είναι μοναχική υπόθεση. Κάποια στιγμή διασχίζει την τεράστια ακτογραμμή του Ρεσίφε, ως την φτωχότερη συνοικία, όπου μένει η συνομήλικη οικονόμος της. Είναι για να παραβρεθεί στο πάρτι των γενεθλίων της “λαϊκής” γυναίκας, όπου οι “φτωχοί” γλεντάνε το παρόν όπως κάποτε έκανε και η δική της οικογένεια στο μπλε σπίτι. Αυτή η “αγνότητα”, όμως, και η διεκδίκηση της ξέγνοιαστης στιγμής εν μέσω βιοπάλης δεν είναι πια κτήμα της, αλλά κάποιων άλλων…

Από ένα σημείο και μετά, βέβαια, ο Φίλιο αποφασίζει ότι η ταινία του δε χρειάζεται να είναι ένας ηττοπαθής αναστοχασμός στη χαμένη ευκαιρία των βραζιλιάνων “μπέιμπι-μπούμερς” να κάνουν τον κόσμο ομορφότερο και λιγότερο υλιστικό (μία ακόμη μεγάλη αντίφαση εκείνης της γενιάς), αλλά μία ευχάριστη ιστορία προσωπικής δικαίωσης. Η ηρωίδα του, άλλωστε, ενσαρκωμένη υπέροχα απ’ την απαράμιλλη Σόνια Μπράγκα, είναι άμεμπτη κι εξαιρετικά γοητευτική, ενώ δεν θα μπορούσε να χάσει το δίκιο της απέναντι στον γλοιώδη, υπερόπτη και ανήθικο νεαρό εργολάβο, εκ γενετής προνομιούχο μέλος μιας διαχρονικής ελίτ με οικονομικά, αλλά και φυλετικά χαρακτηριστικά. Έτσι, η τρίτη πράξη είναι αφιερωμένη στην περήφανη αντίσταση της Κλάρα με τα μέσα που διαθέτει εκείνη και οι μεγαλοπιασμένοι αντίπαλοί της έχουν φανερά υποτιμήσει.

Πέρα απ’ τον υπέροχο τρόπο με τον οποίο ο Φίλιο στοιχειοθετεί την κριτική του χωρίς να αφήσει την ταινία του να γίνει φιλολογική ή καταγγελτική (κάνοντας χώρο στο τέλος για λίγο καθαρό σασπένς και ψυχαγωγία), καταφέρνει επίσης να συνθέσει αρμονικά όλα τα κινηματογραφικά του συστατικά (μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, διάλογοι, ερμηνείες) προς ένα απολαυστικό, οπτικά και αισθητικά, αποτέλεσμα. Εν τω μεταξύ, δίπλα στην απίστευτη Σόνια Μπράγκα στέκονται εξαιρετικά όλα τα μέλη του πολυπληθούς καστ που συμμετέχει ενεργά σε κάθε μικρή στιγμή της καλογραμμένης αυτής ιστορίας.

Το “Aquarius” είναι μία εξαιρετική ταινία, κρατά ίσως λίγο παραπάνω απ’ ότι έχουμε συνηθίσει, αλλά έχει και αρκετά πράγματα να μας πει.

Βγαίνουν ακόμη:

Το σίκουελ “Pirates of the Caribbean: Dead Men Tell No Tales”, το βιογραφικό δράμα “The Bleeder”, το θρίλερ “The Dinner”, η κομεντί “Souvenir” και το δραματικό “Polina”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v