Fargo: Η ταινία που έγινε σειρά

Το κλασικό πια διαμαντάκι των αδελφών Κοέν ενέπνευσε μια από τις απολαυστικότερες σειρές των τελευταίων χρόνων. Την είδαμε και μεταφέρουμε εντυπώσεις.
Fargo: Η ταινία που έγινε σειρά
του Λουκά Τσουκνίδα

Το 1996 είναι η χρονιά που οι αδερφοί Κοέν μας έδωσαν μία απ’ τις καλύτερες ταινίες τους. Λίγο αστυνομικό θρίλερ, λίγο μαύρη κωμωδία και λίγο λοξό νουάρ το “Fargo” έμπλεξε τον άνθρωπο της ρουτίνας με τον άνθρωπο της βίας και άφησε το μίγμα να δουλέψει. Το αποτέλεσμα ήταν μία απολαυστική ιλαροτραγωδία, από ‘κείνες που συμβαίνουν μόνο στους αυθεντικούς κοενικούς ήρωες. Σε ανθρώπους, δηλαδή, όπως ο Τζέρι Λούντεγκαρντ του Γουίλιαμ Μέισι.

Η ταινία

Το κλασικό πια φιλμ των αδερφών Κοέν μας μεταφέρει στα βάθη της αμερικάνικης επαρχίας, στην καρδιά του χειμώνα, εκεί όπου ο ανθρωπάκος μας ανοίγει την πόρτα του σε καταστάσεις τις οποίες αδυνατεί να ελέγξει. Φυσικά, τα πράγματα πηγαίνουν τελείως στραβά, οδηγώντας την πλοκή σε απρόβλεπτα, παράλογα μονοπάτια και σε ένα ντόμινο σκοτωμών που τινάζει στον αέρα τη ρουτίνα ενός χαρακτήρα, ο οποίος βρίσκεται στον αντίποδα του Τζέρι. Η Μαρτζ Γκάντερσον, αρχηγός του τοπικού αστυνομικού τμήματος και έγκυος στο πρώτο της παιδί, καλείται να ξετυλίξει το κουβάρι του παραλογισμού και να συνδέσει θύτες και θύματα που ελάχιστη σχέση έχουν μεταξύ τους...



Η σειρά

Δεκαοχτώ χρόνια αργότερα, με την ευλογία και τη διακριτική επίβλεψη των αδερφών Κοέν, το πνεύμα του “Fargo” αναβιώνει σε μια τηλεοπτική σειρά, που ρίχνεται στον χορό της υψηλών προδιαγραφών τηλεόρασης, η οποία, εδώ και μια δεκαετία περίπου, έχει ανατρέψει το σκηνικό στην αγορά του θεάματος. Απέναντι στον πολυπληθή και σκληρό ανταγωνισμό, λοιπόν, ο δημιουργός Νόα Χόλι δεν κάνει τίποτε περισσότερο απ’ το να διατηρήσει τον κοενικό χαρακτήρα άθικτο, “τσιμπολογώντας” μικρές, χαρακτηριστικές λεπτομέρειες της ταινίας και επεκτείνοντας εξαιρετικά το συμπυκνωμένο σύμπαν της χωρίς να απομακρυνθεί ποτέ απ’ τα μονίμως χιονισμένα σύνορα της Μινεσότα με τις δύο Ντακότες (Βόρεια και Νότια). Και αν η πρώτη σεζόν θυμίζει σε πολλά την ταινία, η δεύτερη δανείζεται με διακριτικότερο τρόπο και στέκεται μόνη της σαν μία ολοκαίνουργια κοενική δημιουργία.

Το φιλμ των αδερφών Κοέν διαδραματίζεται στο 1987 στην ευρύτερη περιοχή του Μπρέινερντ της Μινεσότα. Η πρώτη, αυτοτελής σεζόν της σειράς του Νόα Χόλι μας μεταφέρει στο 2006, λίγο βορειότερα, στην πόλη του Μπεμίτζι. Το Φάργκο, η πόλη του τίτλου, βρίσκεται πάνω στα σύνορα της Βόρειας Ντακότα με τη Μινεσότα, πολύ κοντά στα σύνορα των δυο τους με τη Νότια Ντακότα, και είναι ο συνήθης τόπος καταγωγής ή αναφοράς για τους περισσότερους απ’ τους σκιώδεις χαρακτήρες των τριών ιστοριών.

Στο Μπεμίτζι, λοιπόν, συναντούμε τον συζυγόπληκτο ασφαλιστή Λέστερ Νάιγκαρντ, έναν χαρακτήρα συγγενικό του Τζέρι Λούντεγκαρντ, ο οποίος δεν τα πάει και πολύ καλά με τη γυναίκα του, τη δουλειά του, τον πετυχημένο αδερφό του, αλλά και τον νταή του σχολείου του που τον καταδυναστεύει ακόμη. Μετά από μια ατυχή συνάντηση μαζί του, βρίσκεται στα επείγοντα όπου εξομολογείται τον πόνο του σε έναν περίεργο τύπο. Ο αντικοινωνικός εκτελεστής Λορν Μάλβο βρίσκεται καθ’ οδόν προς την πόλη Ντουλούθ, αλλά δεν το ‘χει σε τίποτα να ξοδέψει μια-δυο μέρες για λίγη διασκέδαση και αφιλοκερδή δράση. Καθαρίζει, λοιπόν, τον νταή για λογαριασμό του Λέστερ και ο κατήφορος του ανθρωπάκου σε μια σειρά κακών επιλογών και ατυχών συμπτώσεων ξεκινά.



Στους δύο απ’ τους τρεις βασικούς ρόλους της πρώτης σεζόν, απολαμβάνουμε τον Μάρτιν Φρίμαν και τον Μπίλι Μπομπ Θόρντον, έναν βρετανό που τα πηγαίνει περίφημα ως αμερικάνος του βαθύ Βορρά κι έναν ηθοποιό πλασμένο για χαρακτήρες σαν τον Μάλβο: κυνικούς, απρόβλεπτους και θανατηφόρους. Η απελπιστική ανικανότητα του ενός συναντά την απόκοσμη αυτοπεποίθηση του άλλου κι αλληλοεξουδετερώνονται, θαρρείς, υπογραμμίζοντας το ανομολόγητο κοενικό “δόγμα” πως οι ακραίες επιλογές έχουν και ακραίες συνέπειες.

Το τρίπτυχο των πρωταγωνιστών συμπληρώνει η Άλισον Τόλμαν που κλέβει την παράσταση απ’ τους διάσημους συναδέλφους της στον ρόλο της νεαρής αστυνομικού Μόλι Σόλβερσον, η οποία, καθώς τα πτώματα πληθαίνουν, καλείται να βγάλει το φίδι απ’ την τρύπα. Εμπόδιο στη δουλειά της στέκεται ο ανίκανος προιστάμενός της Μπιλ Όσβαλτ ενώ βρίσκει απρόσμενο στήριγμα στον αδέξιο συνάδελφό της, Γκας Γκρίμλι. Το κρυφτοκυνηγητό με τον Λέστερ και τα αιματοβαμμένα ίχνη του Μάλβο οδηγούν σε έναν τέταρτο χαρακτήρα και στο επτασφράγιστο μυστικό του, το οποίο παραπέμπει στην ταινία, διατηρώντας έτσι μια υποτυπώδη συνέχεια.

Βεβαίως, δέκα ωριαία επεισόδια δεν είναι το ίδιο με 100 λεπτά κινηματογραφικής δράσης. Ο εκτεταμένος χρόνος αφήγησης, σπασμένος σε τμήματα που κλείνουν μικρούς αφηγηματικούς κύκλους ανοίγοντας νέους για να διατηρούν το ενδιαφέρον ζωντανό, δεν είναι δυνατόν να μην πάσχει από “κοιλιές” ούτε μπορεί να κρατά την προσοχή του θεατή απ’ το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό, όπως το κάνει μια καλή ταινία. Η τηλεοπτική εκδοχή του “Fargo” δεν αποφεύγει εντελώς αυτές τις κακοτοπιές. Όμως ο Χόλι φροντίζει να αντισταθμίσει τις διαρκείς εναλλαγές βίας και παραλογισμού, χτίζοντας πάνω σε μια ιδέα που τσιμπάει κατευθείαν απ’ την πηγή.

Στην ταινία του 1996, η Μαρτζ Γκάντερσον είναι το αντίβαρο στο χάος που δημιουργείται γύρω απ’ τον Τζέρι, έχει τον έλεγχο στη δουλειά και στη ζωή της, που μοιάζει αφόρητα βαρετή και συνηθισμένη. Καθώς βλέπουμε τη ζωή του Τζέρι να καταρρέει στην προσπάθειά του να ανακτήσει τον έλεγχο των πραγμάτων, η Μαρτζ λύνει σταδιακά μια δύσκολη κι επικίνδυνη υπόθεση, έχοντας ένα παιδί στην κοιλιά κι έναν σύζυγο στο σπίτι, ο οποίος δε φαίνεται να συνεισφέρει κάτι άλλο, πέρα απ’ την πηγαία ηρεμία και την ειλικρινή αγάπη του.

Στη σειρά, λοιπόν, ο Χόλι στρέφει συχνά-πυκνά το ενδιαφέρον μας μακριά απ’ το χάος, προς την αξιαγάπητη ηρωίδα του, την Μόλι Σόλβερσον. Η συνεσταλμένη κοπέλα που αγαπά την μοναχική, ντετεκτιβίστικη πλευρά της δουλειάς της, φιλοδοξεί, παράλληλα, να αποκτήσει μια φυσιολογική προσωπική ζωή, να γίνει σύντροφος και μητέρα. Όσο οι γύρω αλληλοσκοτώνονται, εμείς βλέπουμε τη Μόλι να ωριμάζει, όχι μόνο ως αστυνομικός, αλλά και ως άνθρωπος, κάτι που μοιάζει εξαιρετικά οικείο και μας τοποθετεί, έτσι, απέναντι στον απάνθρωπο κόσμο του Λέστερ και του Μάλβο.

Η δεύτερη σεζόν

Κατά τη διάρκεια της πρώτης σεζόν, ακούμε τον Λου, πατέρα της Μόλι και βετεράνο του Βιετνάμ και της Πολιτειακής Αστυνομίας, να αναφέρεται στη “Σφαγή του Σιου Φολς”, μια μπερδεμένη υπόθεση που είχε καταλήξει σε μία αιματοχυσία χωρίς προηγούμενο. Η δεύτερη σεζόν, λοιπόν, μας γυρίζει πίσω στο 1979, όταν ο Λου Σόλβερσον μαζί με τον Χανκ Λάρσον, αστυνομικό της περιοχής, πεθερό του και παππού της Μόλι, κλήθηκαν να λύσουν το επικό μπέρδεμα που οδήγησε στην εν λόγω “Σφαγή”.

Ο τόπος εκκίνησης είναι το Λουβέρν της Μινεσότα, μια πολίχνη στα Νότια της Πολιτείας, πολύ κοντά στην πόλη Σιου Φολς που πατά στα σύνορα με τη Νότια Ντακότα. Κατά το προσφιλές μοτίβο του κοενικού φραντσάιζ, η χιονοστοιβάδα της αλόγιστης βίας ξεκινά όταν μια απλή, καθημερινή γυναίκα, μια κομμώτρια που θέλει με πάθος να διεκδικήσει κάτι “ανώτερο” στη ζωή της, χτυπά με το αυτοκίνητό της τον μικρότερο γιο μιας οικογένειας γερμανών μαφιόζων απ’ το Φάργκο. Η Πέγκυ Μπλόμκβιστ κρύβει το πτώμα στο πορτ-μπαγκάζ και κρύβει το γεγονός απ’ τον σύζυγό της Εντ, βοηθό χασάπη με όνειρο να αγοράσει το κρεοπωλείο απ’ τ’ αφεντικό του. Ο Ράι Γκέρχαρτ, όμως, είναι ζωντανός κι έτσι ο Εντ, αιφνιδιασμένος, αναγκάζεται να τον αποτελειώσει εκείνος. Την ίδια στιγμή, ο πατριάρχης των Γκέρχαρτ είναι κλινήρης με εγκεφαλικό και μια εταιρεία μαφιόζων απ’ το μακρινό Κάνσας Σίτι έρχεται να εκμεταλλευτεί το γεγονός για να εξαγοράσει τη μπίζνα της οικογένειας στην περιοχή του Φάργκο. Με το καλό ή με το κακό...



Προφανώς, η Πέγκυ κι ο Εντ είναι τα “ανθρωπάκια” που προσπαθούν να κρατήσουν τον έλεγχο μιας κατάστασης που τους ξεπερνάει και που, εν μέρει, έχουν δημιουργήσει μόνοι τους. Στον αντίποδα, βρίσκουμε τον Λου, έναν άνθρωπο με μια δύσκολη δουλειά, αλλά και πραγματικά προβλήματα στη ζωή του, καθώς η γυναίκα του και μαμά της μικρής Μόλι, ετοιμάζεται να μπει στη διαδικασία των χημειοθεραπειών με μικρές ελπίδες να βγει νικήτρια. Ο Λου είναι η ήρεμη δύναμη απέναντι στον “δημιουργικό” πανικό του απρόβλεπτου ζεύγους, συνεπικουρούμενος κι απ’ τον Χανκ, έναν βετεράνο του Δευτέρου Παγκοσμίου που αδυνατεί να καταλάβει πως οι άνθρωποι ξανακυλούν διαρκώς στον ίδιο κύκλο βίας.

Ανάμεσά τους αυτή τη φορά, δεν είναι ένας ή δύο άνθρωποι του υποκόσμου, αλλά μια πλειάδα κακοποιών, ο καθένας με την εμφανή και την κρυφή του ατζέντα, που συγκρούονται διεκδικώντας μικρές εξουσίες και νέες σφαίρες επιρροής μέσα στο δραματικά μεταβαλλόμενο τοπίο λίγο πριν την έλευση της προεδρίας του Ρόναλντ Ρίγκαν. Κι όλ’ αυτά, γύρω απ’ τα ασήμαντα, απομακρυσμένα ανατολικά σύνορα της Μινεσότα. Πολύχρωμοι χαρακτήρες, ζωντανοί διάλογοι, καλοστημένες γλαφυρές λεπτομέρειες της εποχής (new age, ufo) και μια πλοκή που δεν ξέρεις ποτέ που μπορεί να οδηγήσει συντελούν σε ένα απολαυστικό δεκάωρο, χάρη και στις υπέροχες ερμηνείες των Κίρστεν Ντανστ, Τζέσε Πλέμονς, Πάτρικ Γουίλσον, Κριστίν Μιλιότι, Τεντ Ντάνσον και Τζιν Σμαρτ. Πολύ καλό είναι, όμως, και το υπόλοιπο καστ, με τον, μέχρι πρότινος, μπι-μούβι αγγαρειομάχο Μποκίμ Γούντμπαϊν να ξεχωρίζει αισθητά στον πιο αβανταδόρικο κι αξιομνημόνευτο ρόλο της σεζόν.

Φτιαγμένο για τους οπαδούς της δουλειάς των αδερφών Κοέν, αλλά και για κάθε σύγχρονο τηλεθεατή με υψηλά κριτήρια, το τηλεοπτικό “Fargo” παραδίδει αυτό που υπόσχεται: μαύρο χιούμορ, ανισόρροπη βία, απολαυστικές καρικατούρες, απρόβλεπτη πλοκή και τις κατάλληλες δόσεις ανθρωπισμού για αντιστάθμισμα. Και μια 3η σεζόν, που είναι στα σκαριά...


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v