The Tribe: Κινηματογραφικό πείραμα στη Νοηματική

Η βραβευμένη ουκρανική «Φυλή» αποτελεί μια ιδιαίτερη κινηματογραφική εμπειρία που παρουσιάζει ένα βίαιο δράμα στη Νοηματική γλώσσα, χωρίς υπότιτλους.
The Tribe: Κινηματογραφικό πείραμα στη Νοηματική
του Λουκά Τσουκνίδα 

Με μια αγκαλιά βραβεία, αποκτημένα σε μια σειρά διεθνών φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και εκείνο των Κανών, ο πρωτάρης ουκρανός Μίροσλαβ Σλαμποσπίτσκι έρχεται στις αίθουσές μας για να μας συστήσει μια διαφορετική κινηματογραφική εμπειρία. Το “The Tribe” είναι ένα βίαιο εφηβικό δράμα με κωφάλαλους ήρωες, δοσμένο εξ ολοκλήρου στη νοηματική και χωρίς υπότιτλους. Πρωτότυπο στη φόρμα του και άρτιο αισθητικά, δεν καταφέρνει παρ’ όλα αυτά να ξεπεράσει το επίπεδο του εντυπωσιασμού, κυρίως λόγω του παρωχημένου σεναρίου και του αναπόφευκτου γλωσσικού χάσματος.

Η υπόθεση

Ο Σεργκέι καταφτάνει στο οικοτροφείο κωφαλάλων, όπου μέσω μιας “γνωριμίας” κι ύστερα από μια μίνι “αξιολόγηση” ενσωματώνεται στη συμμορία των μεγάλων, που κάνει κουμάντο στο μέρος. Αφού πρώτα αποδεικνύει την “αξία” του, αναλαμβάνει χρέη νταβατζή για τις δύο κοπέλες που η συμμορία εκδίδει στο γειτονικό πάρκινγκ για νταλίκες. Σύντομα, ο Σεργκέι ερωτεύεται τη μία από αυτές, την Άννα, και η ζωή του στο οικοτροφείο αρχίζει να γίνεται πολύ πιο δύσκολη…



Η κριτική

Στην πρώτη του μεγάλου μήκους απόπειρα, ο Σλαμποσπίτσκι επιδίδεται σε ένα εξαιρετικά δύσκολο πείραμα με τη φόρμα και τη γλώσσα. Το “The Tribe” είναι ουσιαστικά μια βουβή ταινία, μόνο που οι ήρωές της δεν είναι “βουβοί”. Συζητούν, επικοινωνούν, αγανακτούν, ερωτεύονται, εξαπατούν, θυμώνουν και όλα αυτά στη νοηματική γλώσσα, τη γλώσσα των κωφάλαλων, χωρίς υπότιτλους, όμως, για όσους δεν τη γνωρίζουν.

Δεν ξέρω πώς θα την έβλεπε κάποιος κωφάλαλος ή κάποιος που μιλά τη νοηματική, υποθέτω όμως ότι θα έβρισκε πολλά ελαττώματα, κυρίως, επειδή η ταινία είναι φτιαγμένη για όλους. Από τη στιγμή που δε διαθέτει μετάφραση, σημαίνει πως οφείλει να παραμένει εύληπτη στο ευρύ κοινό ως προς τα βασικά, τουλάχιστον, σημεία της πλοκής και τα απαραίτητα στοιχεία των χαρακτήρων. Συνεπώς, η γλώσσα της πρέπει να είναι απλή και η πλοκή της σχηματική για να καταλαβαίνουμε τι γίνεται κι εμείς που δεν ξέρουμε τι λέγεται επί της οθόνης. Το αποτέλεσμα, δυστυχώς, ομοιάζει επικίνδυνα με παντομίμα και ελάχιστα συμβάλλει στη γεφύρωση του δεδομένου γλωσσικού χάσματος.

Μένει λοιπόν το δράμα του ήρωα, του νεαρού Σεργκέι, ο οποίος εισέρχεται αρκούντως υποψιασμένος σε έναν κόσμο που, αν και βρίσκεται στο περιθώριο του κόσμου των “ομιλούντων”, έχει υιοθετήσει πλήρως τα χειρότερα χαρακτηριστικά του. Κι όμως, αν και ενσωματώνεται ομαλά και δίχως ενοχές στο εγκληματικό λάιφ-στάιλ των συμμαθητών του, πέφτει θύμα της εφηβικής απειρίας του στα αισθηματικά κι ερωτεύεται σφόδρα τη νεαρή πόρνη που αναλαμβάνει να εκδίδει. “Η Φυλή” φυσικά δεν το ανέχεται, ούτε ο αρχηγός της, ένας καθηγητής με παρουσιαστικό μπράβου, κι έτσι ο Σεργκέι εξοβελίζεται στο περιθώριο του ήδη στενόχωρου οικοτροφείου.

Ο ουκρανός σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται πλήρως το παρηκμασμένο προαστιακό τοπίο, διαβρωμένο από την κακοσυντήρηση και τον διαρκή ανελέητο χειμώνα, για να μας μεταφέρει την αίσθηση της γκετοποίησης των κωφάλαλων ηρώων του που ζουν στις παρυφές μιας επίσης παρηκμασμένης κοινωνίας. Αποτυγχάνει όμως να μας παρουσιάσει κάτι περισσότερο από ένα οικοτροφείο που, εκτός μαθήματος, μοιάζει να απαρτίζεται από τέσσερα ρεμάλια, έναν χοντρό μπάρμπα, δυο κοπέλες, τρεις πιτσιρικάδες κι ένα παιδί με σύνδρομο Ντάουν. Οι κωφάλαλοι πρωταγωνιστές, εγκλωβισμένοι κι εκείνοι στους ντε φάκτο περιορισμούς του εγχειρήματος, δίνουν ερμηνείες που μοιάζουν σφιγμένες και συχνά αφύσικες. Όσο για τις “σοκαριστικές” σκηνές, είναι τόσο παράταιρες που μοιάζει να γεμίζουν απλώς τα κενά ανάμεσα στις ελάχιστες εναλλαγές της πλοκής.

Αν “η Φυλή” καταφέρνει τελικά να μας κρατήσει στις θέσεις μας μέχρι το τέλος, το οφείλει πιθανότατα στον κυνισμό και την απλοϊκότητα του σεναρίου της που πατάει πάνω στην εξοικείωσή μας με τέτοιου είδους μηδενιστικά σινε-παραμύθια βίας και απόγνωσης. Κι αν ο Σεργκέι δεν έχει τίποτε το γοητευτικό ή το ευγενές -παρά την προσπάθεια των δημιουργών να τον “συμπαθήσουμε” μέσω του καταδικασμένου λαβ-στόρι του με την Άννα- η πορεία του προς την εκδίκηση έχει την προβλεψιμότητα και την “βρώμικη” γοητεία ενός παλιού μπι-μούβι. Για να μην ξεχάσω, φυσικά, την πρωτοτυπία της τελικής αναμέτρησης η οποία αποτελεί εν τέλει το μοναδικό πράγμα που δικαιολογεί την επιλογή της “κωφάλαλης” φόρμας από πλευράς Σλαμποσπίτσκι.

Το “The Tribe” είναι μια κυνική ταινία χωρίς ιδιαίτερες αρετές κι ένα κινηματογραφικό πείραμα αμφιβόλου επιτυχίας.

Βγαίνουν ακόμη:

Το βιογραφικό δράμα “The Theory of Everything”, το αστυνομικό θρίλερ “La French”, η κωμωδία “Mortdecai”, το θρίλερ “The Woman in Black 2: Angel of Death”, το “Για Πάντα” της Μαργαρίτας Μαντά και η ταινία κινουμένων σχεδίων “Barbie in Princess Power”.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v