Τότε που ζούσαμε… στις αρχές του 20ου αιώνα

Η ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα επανέκδοση του αυτοβιογραφικού χρονικού του Ασημάκη Πανσέληνου μας μεταφέρει στα χρόνια του ελληνικού Μεσοπολέμου.
Τότε που ζούσαμε… στις αρχές του 20ου αιώνα
Ο Ασημάκης Πανσέληνος, πατέρας του νυν συγγραφέα μας Αλέξη Πανσέληνου, γεννήθηκε το 1903 στη Μυτιλήνη. Αν και ήταν μάχιμος γραφιάς σε περιοδικά της εποχής, άρχισε να εκδίδει βιβλία μετά την Κατοχή, στην πλευρά των Αριστερών που διαβάζουν την πραγματικότητα με το πρίσμα της κοινωνικής αλλαγής.

Το βιβλίο αυτό, χρονικό που γράφτηκε μέσα στη δικτατορία και εκδόθηκε λίγο μετά απ’ αυτήν, έχει αυτοβιογραφικό τόνο. Ο αφηγητής - ήρωας, που κάπου ακούγεται και το όνομά του, εξιστορεί τη ζωή του από τα πρώτα μαθήματα στο σχολείο στη Λέσβο και τα σκιρτήματα της νιότης έως την ενήλικη ζωή του. Σ’ αυτήν την πλεξούδα του ατομικού βίου διαπλέκεται και η δημόσια σφαίρα, με τις πολιτικές αλλαγές επί Βενιζέλου, την ενσωμάτωση της Λέσβου στην Ελλάδα, η Μικρασιατική Καταστροφή, η Κατοχή κ.ο.κ. αλλά και οι πολιτιστικές εντάσεις της εποχής με ονόματα όπως αυτά των Μυριβήλη, Ταγκόπουλου, Ψυχάρη, Παλαμά και άλλων, που γράφουν στον “Νουμά” ή σε άλλα περιοδικά και συμμετέχουν από τη δική τους πλευρά στα Γράμματα του τόπου.

Το ενδιαφέρον κομμάτι αφορά ναι μεν τη ζωή στη μεσοπολεμική Λέσβο που ακολουθεί μέσες άκρες την ελλαδική πορεία, αλλά πιο σημαντικό κρίνω το μέρος που αναφέρεται στην πνευματική ζωή στο νησί, με κέντρο την Λεσβιακή Άνοιξη. Οι λόγιοι της εποχής μαζεύονται και συζητάνε, καλλιεργούν τα γράμματα και τις τέχνες, με άξονα και κυρίαρχη μορφή τον Μυριβήλη και άλλα μεγάλα ονόματα που πλαισίωσαν σταδιακά την ομάδα όπως ο Βενέζης και ο Κόντογλου. Ο Πανσέληνος, νεαρός εικοσάρης – είκοσι κάτι εκείνη την εποχή, είναι η επόμενη γενιά που περιμένει να εκκολαφθεί μέσα σ’ αυτήν την κυψέλη.

Κι ύστερα η ζωή στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και τη δεκαετία του ’30, όταν ο κομμουνισμός διωκόταν με το βενιζέλειο ιδιώνυμο κι ο Πανσέληνος φοιτούσε στη Νομική, έπειτα δικηγορούσε υπέρ των αριστερών κατηγορούμενων και δονούνταν από την πνευματικότητα της μαχόμενης Αριστεράς, τύπου Βάρναλη και Ιστράτι, ή της λούμπεν λογοτεχνίας τύπου Παρορίτη και Πικρού. Οι «Νέοι Πρωτοπόροι» είναι μια τέτοια κυψέλη αριστερών διανοητών που καταθέτουν με σαφή μαρξιστική ματιά τις θέσεις τους για την τέχνη της εποχής.

Ο Πανσέληνος, ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας, παρουσιάζει την παρουσία του και αποδίδει τις κοινωνικοπολιτικές ζυμώσεις σ’ ένα τοπίο συντήρησης και αμφισβήτησης κι έπειτα αντιφασιστικής αντίστασης. Ο καλλιτέχνης άλλωστε, όπως πιστεύει ο συγγραφέας, πρέπει να είναι πνεύμα αντιρρητικό, για να ανανεώσει την κοινωνία… Ωστόσο, το μαχητικό πνεύμα της εποχής φαίνεται τώρα (το 1975) αμβλυμμένο, σαν η σοφία της απόστασης να έχει λειάνει τις οξύτητες της αντιπαράθεσης που τότε, στον μεσοπόλεμο, ήταν σε ένταση. Οι ακρότητες της σκέψης του φαίνονται πιο θεωρητικά επεξεργασμένες και πιο ήπιες από τη μάνητα εναντίον προσώπων και ενεργειών που τότε αποτέλεσαν εμπαθή στόχο.

Αυτή η αυτοβιογραφία, που γίνεται ενίοτε και χρονικό, είναι γραμμένη σε μια γλώσσα άκρως δημοτική, "μαλλιαρή" (εξ ου και το εγκώμιο για τον Ψυχάρη), ή μάλλον δημοτική αριστερής κοπής, η οποία θέλει να βρίσκεται όσο γίνεται πιο κοντά στο ύφος του λαού, να μην ξεχωρίζει από την ελεύθερη ομιλία του απλού ανθρώπου, όσο κι αν έχει ενσωματώσει τις λέξεις - έννοιες του γραμματιζούμενου. Διανθισμένη με τοπικά χρώματα, προβάλλει σκόπιμα την κομουνιστική της ιδεολογία φυσικά όχι μόνο με τη μορφή της, που καταδηλώνει το λαϊκό της υπόβαθρο, αλλά και με τη σκοπιά με την οποία βλέπει την πραγματικότητα.

Το βιβλίο του Πανσέληνου είναι ξεκάθαρα η ματιά ενός συγγραφέα που έγραψε και πάλεψε από το αριστερό μετερίζι μέσα σε μια εποχή όπου οι διαμάχες μεταξύ των κομουνιστών και των φιλελεύθερων ήταν πολύ οξείες. Ο ίδιος προσπαθεί να δικαιολογήσει (και εν μέρει να μετριάσει) τη στρατευμένη του στάση, που πολλές φορές τον οδηγούσε σε ακραίες επιθέσεις, όπως εναντίον του Μυριβήλη ή του Θεοτοκά. Κι αυτό επιβεβαιώνει ότι, όταν ο λογοτέχνης επιχειρεί να αυτοβιογραφηθεί, ξαναγράφει τη ζωή του, περνώντας συνειδητά ή ασύνειδα τον εαυτό του μέσα από το πρίσμα της κατασκευάστριας υποκειμενικότητάς του, κι έτσι αφήνει πίσω του τη δική του αυτοεικόνα.

Ομολογώ ότι ρούφηξα σε μεγάλο ποσοστό το βιβλίο, καθώς είδα ξανά την εποχή μέσα από έναν άνθρωπο που έζησε πρόσωπα και στιγμιότυπα, τα κατέγραψε με το θάρρος της μεροληπτικής του σκοπιάς κι έτσι εμείς έχουμε ανοικτά τα χαρτιά μιας ολόκληρης περιόδου ζυμώσεων και δημιουργίας.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Ασημάκης Πανσέληνος
“Τότε που ζούσαμε”
Κέδρος 1974
επανέκδοση: Μεταίχμιο 2014
σελ. 523
τιμή: 16,60€
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v