Τριανταρίζω σαν χώρα (*)

Αν η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας ήταν άνθρωπος, θα είχε γεννηθεί εκεί κάπου τη δεκαετία του '80
Τριανταρίζω σαν χώρα (*)
Καμιά φορά σκέφτομαι πως τα παιδιά των 90s, όλοι αυτοί που γεννήθηκαν εκεί γύρω στις αρχές της δεκαετίας του ’80-τέλη ’70, και τέλειωναν το σχολείο προς τα τέλη της δεκαετίας του ’90, ακολούθησαν λίγο-πολύ την πολιτικο-κοινωνική πορεία της χώρας. Ή ότι η πολιτικο-κοινωνική κατάσταση της χώρας ακολούθησε λίγο-πολύ τη ζωή τους.

Σκέψου το, ας πούμε: Γεννιέσαι μες στην ελπίδα και τις καλές προθέσεις, όσο περνάν’ τα πρώτα χρόνια της ζωής σου η κατάσταση βελτιώνεται, περνάς όλο και καλύτερα, σε κακομαθαίνουν όλο και πιο πολύ. Μετά απ’ όλο αυτό το κανάκεμα, τι θα γίνεις; Ισορροπημένος άνθρωπος;

Όχι βέβαια, έξαλλος έφηβος θα γίνεις, κάθε μέρα κι άλλο πάρτι, ναρκωτικά, ασωτίες, rave party, χαμός, #τα_σπάμε, δεν έχεις να ανησυχείς για τίποτα, φράγκα υπάρχουν, πληρώνουν οι γονείς, ή τα βρέχει ο θεός, δεν ξέρω πάντως από κάπου υπάρχουν και όποιος θυμάται έστω και έναν διάλογο που να εκτυλίχθηκε στα 90s και το περιεχόμενο του να ήταν η ανησυχία για τα λεφτά που δε φτάνουν ως το τέλος του μήνα, να έρθει να μου τρυπήσει τη μύτη –που λέγαμε και τότε.

Μετά μεγαλώνεις λίγο (λίγο, όχι πολύ) και είσαι έτοιμος να βγεις στις αγορές, να πας να παίξεις με τα μεγάλα τα παιδάκια, όπως μεγάλη είναι κι η ζωή που κάνεις, με τα ταξίδια σου, τα ψώνια σου, τα ώπα σου, τα ωραία σου. Χωρίς κανένα άγχος να σοβαρευτείς/ παντρευτείς/ καταξιωθείς/ βρεις δουλειά/ κάνεις παιδιά/ βγάλεις λεφτά. Αφού λεφτά έχεις. Και περνάς ωραία.

Και μετά ξαφνικά τριαντα(πεντα)ρίζεις, και τα λεφτά σταματούν να φτάνουν, και βρίσκεσαι να πληρώνεις λογαριασμούς και να μην είσαι πολύ σίγουρος τι είναι πολύ και τι είναι λίγο, τι πρέπει να κάνεις για να μπεις στον ίσιο δρόμο, κι αν ίσιος δρόμος υπάρχει τελικά, και πώς ζουν όλοι αυτοί εκεί πέρα. Και να μετράς και να ξαναμετράς κουκιά και να μη σου βγαίνουν, και να περιφέρεσαι παντού και πάντα με ένα ύφος «τι έγινε ρε παιδιά;», διασταύρωση Σπύρου Παπαδόπουλου στους Απαράδεκτους και Τζον Τραβόλτα στο Pulp Fiction.

Όχι, δεν έχω κρύψει κάποιο βαθυστόχαστο μήνυμα πίσω απ’ όλα αυτά, κανένα συμπυκνωμένο απόσταγμα σοφίας. Απλά μου φάνηκε ενδιαφέρουσα η αναλογία. Από εκείνες τις μικρές, χαζές, γεμάτες ασήμαντα νοήματα σκέψεις που κάνεις στο ντουζ μισοζαλισμένος ακόμα από το χανγκόβερ του Δεκαπενταύγουστου.

(*) Ο τίτλος εμπνευσμένος από το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη, Πεθαίνω σαν χώρα

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v