Manu Chao: Ο τροβαδούρος των... αντιεξουσιαστών

Μουσική που κινείται κάπου ανάμεσα στην έθνικ, τη γάλλικη μπαλάντα και το... παιδικό τραγούδι, έντονα πολιτικοποιημένος στίχος και... παγκόσμια επιτυχία. Γνωρίστε τον άνθρωπο πίσω από το μύθο, μέσα από την ιστορία ενός πραγματικού Clandestino.
του Γιώργου Φλώκα

Παίζει με χαρακτηριστική φρεσκάδα μια μουσική που δύσκολα κατηγοριοποιείται και κινείται μεταξύ έθνικ, γαλλικής μπαλάντας, ρέγκε και …παιδικών τραγουδιών. Έχει έντονα πολιτικοποιημένο στίχο ενώ η σχέση λατρείας που έχει και με το ελληνικό κοινό αναμένεται να πιστοποιηθεί μια ακόμη φορά στο Rockwave.

Γεννημένος στη Γαλλία αλλά Βάσκος στην καταγωγή, o Μάνου Τσάο τραγουδά στα γαλλικά, τα Ισπανικά, τα Αραβικά και τα Αγγλικά, πολλές φορές μέσα στο ίδιο κομμάτι.

Είχε την ευκαιρία να βιώσει ο ίδιος τη ζωή του μετανάστη (Clandestino), καθώς ενώ γεννήθηκε στην Ισπανία, η οικογένειά του αναγκάστηκε να μετακομίσει στο Παρίσι εξαιτίας της δικτατορίας του Φράνκο, καθώς ο πατέρας του, ο Ραμόν, εκτός από συγγραφέας - δημοσιογράφος, ήταν και αριστερός, ενώ είχε καταδικαστεί σε θάνατο από τον δικτάτορα.

Λίγο μετά τη γέννηση του, η οικογένεια μετακόμισε στα προάστια του Παρισιού όπου ο Μάνου μεγάλωσε και εμπνεύστηκε από διάφορους αριστερούς καλλιτέχνες και διανοούμενους, φίλους του πατέρα του.

Στο Παρίσι, το πρώτο του συγκρότημα ήταν οι Le Hot Pants, με γνήσιους πανκ προσανατολισμούς και απήχηση μόνο στην underground σκηνή της πόλης. Το 1987, ο Μανουέλ Τσάο, μαζί με τον ξαδερφό του Σαντιάγο Κασιαριέγο και τον αδερφό του Αντόνιο Τσάο συγκρότησαν τους θρυλικούς Mano Negra, τη μπάντα που τους οδήγησε στην επιτυχία.

Η μουσική των Negra είναι βαθύτατα επηρεασμένη από το βρετανικό πανκ κίνημα, και κυρίως τους Clash και Dr Feelgood, σε μια επιδέξια ανάμειξη με ένα κράμα γαλλικής, ισπανικής και μαροκινής κουλτούρας. Ξεκινούν συνεργασία με μια μικρή ανεξάρτητη εταιρία αλλά η τεράστια επιτυχία του πρώτου τους κομματιού, του Mala Vida τους οδηγεί με συνοπτικές διαδικασίες στην υπογραφή συμβολαίου με τον κολοσσό Virgin.

Ο πρώτος τους δίσκος με την πολυεθνική κυκλοφορεί το 1988 με την ονομασία Patchanka, όπως είχαν ονομάσει οι ίδιοι το ιδιότυπο στυλ μουσικής που έπαιζαν. Το 1989 κυκλοφορεί ο δεύτερος δίσκος, με την ονομασία Puta's Fever. To 1991 ηχογραφούν το King of the Bongo, ενώ από τουρνέ στην Ιαπωνία προκύπτει το live CD Hell of Pachanka.

Το Casa Babylon είναι και ο τελευταίος δίσκος του συγκροτήματος, ηχογραφήθηκε το 1994 και έχει έντονο latin στοιχείο. To 1995 μετακομίζουν στη Μαδρίτη και το διαλύουν οριστικά. Το νέο project του Manu λέγεται Radio Bemba και ο πρώτος σόλο δίσκος έρχεται το 1998, Cladestino και ο δεύτερος Proxima estazion: Esperanza. Ο Manu είναι πλέον κάτοικος Βαρκελώνης, αν μπορεί κανείς τον πει κάτοικο μιας μόνο πόλης.

Με τους Mano Negra, ο Τσάο περιόδευσε ανά τον κόσμο, όπου εκτός από τις συναυλίες, επικεντρώθηκε στην καταγραφή των κατά τόπους έθνικ στοιχείων, ιδίως στη μουσική.
Μετά από διαμάχη με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, ο Μάνου επιστρέφει στη Μαδρίτη, όπου και δημιούργησε τους Radio Bemba Sound System. Στόχος του αυτή τη φορά ήταν να αναπαράγει τους ήχους της μουσικής του δρόμου από διάφορες κουλτούρες.

Το αποτέλεσμα ήταν εντελώς διαφορετικό από τη μουσική των Negra. Η φήμη του Μάνου Τσάο εκτινάχθηκε με τραγούδια όπως το Clandestino και το King of the Bongo και απογειώθηκε κυριολεκτικά με το Me Gustas Tu το 2001. Οι στίχοι των τραγουδιών του είναι βαθύτατα πολιτικοποιημένοι, ενώ επικεντρώνονται σε σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα όπως η μετανάστευση, η οικονομική εξαθλίωση, αλλά και η διεθνής πολιτική σκηνή.

Για κάποιους, ο Τσάο είναι το μέλλον της παγκόσμιας μουσικής. Για άλλους, είναι μια φιγούρα που αγωνίζεται υπέρ της εθνικής ταυτότητας, κατά της παγκοσμιοποίησης και εναντίον των κυβερνήσεων που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα. «Είμαι ένας ακτιβιστής, όπως θα έπρεπε να είναι όλοι. Μόνο μην με αποκαλέσετε ηγέτη, οι ηγέτες διαφθείρονται», λέει ο ίδιος.

«Δεν είμαι αισιόδοξος για τα πράγματα. Αν κοιτάξω προς το μέλλον τα περισσότερα πράγματα που βλέπω είναι απαισιόδοξα. Το μόνο που με βοηθάει είναι να ελπίζω. Αν δεν έχεις ελπίδα, καταπέφτεις στην παραίτηση που είναι το χειρότερο πράγμα ή στον κυνισμό. Δεν θέλω να είμαι ούτε παραιτημένος ούτε όμως και κυνικός. Αυτός είναι ο τρόπος μου, η ελπίδα. Όσο πιο μαύρο βλέπεις το μέλλον τόσο περισσότερο πρέπει να ελπίζεις», σημειώνει σε συνέντευξή του.

Το 2004, ο Μάνου Τσάο επέστρεψε στις γαλλικές του ρίζες, με το Siberie m’etait contee ενώ στα τέλη του 2007, κυκλοφόρησε το La Radiolina. Επίσης έχει βοηθήσει στην ανάδειξη έθνικ καλλιτεχνών όπως οι Amadou & Mariam, αξιοποιώντας τις εμπειρίες του από τις περιοδείες στη Νότια Αμερική.

Φέτος αναμένεται να τον δούμε ζωντανά στο Rockwave, στην τρίτη ημέρα του φεστιβάλ στις 10 Ιουλίου μαζί με την Patti Smith. Ελπίζουμε ότι δεν θα στραβώσει κάτι μέχρι τότε…
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v