Και νομίζω πως ζω, ενώ έχω πεθάνει...

Υπάρχουν λίγοι καλοί στον πλανήτη μας, υπάρχουν και πάρα πολλοί κακοί άνθρωποι. Οι οποίοι έχουν άλλη προέλευση, οι μεν απ’ τους δε.
Και νομίζω πως ζω, ενώ έχω πεθάνει...
Είναι κάποια στιγμή σ’ εκείνη τη θρυλική συνέντευξη του Notis στον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, που ο τραγουδιστής λέει με συγκατάβαση στον, κατά πολύ νεότερό του, δημοσιογράφο: “Αχ Κωνσταντίνε μου… οι άνθρωποι δεν είναι καλοί. Οι άνθρωποι…” Πριν ολοκληρώσει τη σκέψη του, όμως, ο Μπογδάνος τον διακόπτει, με την καλώς εννοούμενη νεανική του αναίδεια, επιχειρώντας να διασώσει τη ροή της συζήτησης: “Κι αν μπορούσε [o Τζορτζ Παπάντριου] που το ξέρεις εσύ;”

Τότε, ελαφρώς ενοχλημένος, όχι τόσο απ’ την αναίδεια, όσο απ’ την αφέλεια του συνομιλητή του, ο Νότης ξεσπά: “ΦΑΙΝΕΤΑΙ. Και πράμα που φαίνεται κολαούζο δεν θέλει. Οι παροιμίες έχουν βγει μέσα από τη σοφία της ζωής των ανθρώπων. ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΟΛΑΟΥΖΟ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ!” Απτόητος όμως, ο νεόκοπος τηλεπερσόνος επιμένει να ζητά εξηγήσεις: “Πώς το διακρίνεις;”

Καταλαβαίνοντας ότι έχει να κάνει με ζηλωτή της δημοσιογραφίας, ο Νότης, τότε, ρίχνει τους τόνους και δίνει μια δική του, λιτή μέτα-ανάλυση γύρω απ’ τους μηχανισμούς της “παροιμίας”: “Άμα με δεις ότι είμαι κοπρόσκυλο όσο και να θέλω να σε ξεγελάσω, ενστικτωδώς το ‘χεις καταλάβει. Γιατί ακόμα έχουμε τα ένστικτα του ζώου μέσα μας και μπορούμε να νιώσουμε το τι συμβαίνει τριγύρω μας. Άσχετα, αν κλείνουμε τα μάτια του ενστίκτου και δε θέλουμε να το πιστέψουμε.”

Οι παροιμίες, λοιπόν, έχουν βγει μέσα απ’ τη σοφία της ζωής των ανθρώπων, οι οποίοι μυρίζονται την κατάσταση σα να ‘ναι ζώα, επειδή όμως δεν είναι ζώα, αρνούνται να δουν αυτό που τους λεν τα ζωώδη ένστικτά τους, επιλέγοντας αντ’ αυτού να δουν αυτό που θέλουν ή αυτό... που “φαίνεται”, μιας και τα ένστικτα, παραδοσιακά, βλέπουν ό,τι παίζεται πίσω απ’ τη βιτρίνα. Αυτό που φαίνεται, όμως, λέει η παροιμία, δεν θέλει κολαούζο. Επειδή φαίνεται. Με ποια μάτια, του προσώπου ή του ενστίκτου; Και αν τα μάτια του προσώπου είναι αυτά που βλέπουν, το ένστικτο είναι ο κολαούζος; Ή μήπως το αντίστροφο; Και τι ακριβώς είναι ο κολαούζος;

Ας δεχτούμε ότι ισχύουν και τα δύο κι εναλλάσσονται κατά περίσταση. Άλλωστε, κάπως έτσι φτάσαμε οι παροιμίες να χρησιμοποιούνται ως επιχειρήματα και η συμπυκνωμένη αλήθεια τους, ως οδηγός —κολαούζος δηλαδή. Γιατί, εφόσον το χωριό φαίνεται, μπορούμε να πάμε και μόνοι μας. Τι να τον κάνουμε τον κολαούζο; Αν όμως, δε φαίνεται, τότε κάποιος πρέπει να μας πάει κι εδώ είναι που μπαίνει στη φάση ο κολαούζος. Φυσικά, χωριό και κολαούζος, μπορούν να είναι οτιδήποτε και συνήθως είναι αυτό ακριβώς που εμείς θέλουμε κι έχουμε προαποφασίσει να είναι. Κι αν δε μας κάνει αυτή η παροιμία, υπάρχουν εκατοντάδες άλλες να διαλέξουμε.

Πολλές απ’ αυτές, μάλιστα, αναφέρονται σε κάποιον Γιάννη. Μάλλον, επειδή είναι ένα κοινό ελληνικό όνομα ή επειδή, λόγω ήχου, μήκους και πολλών παραλλαγών, φαίνεται πιο κατάλληλο για... στιχάκια. Τέλος πάντων, η διαχρονική αξία μιας παροιμίας, είτε αυτή γεννήθηκε σε κάποιο κατσάβραχο της Πίνδου είτε βγήκε απ’ το σοφό κεφάλι του Λάο Τσε, έγκειται στο ότι γενικεύει ως προς το πρόσωπο και ειδικεύει ως προς την περίσταση. Οι χαρακτήρες της συμπυκνωμένης ιστορίας την οποία αφηγείται μια παροιμία δεν μπορούν να επηρεάσουν την εξέλιξή της, είναι εκεί μόνο και μόνο για την εικονογράφηση του μηνύματος. Τι θα γινόταν όμως, αν κάποιος απ’ αυτούς τους χαρακτήρες επαναστατούσε και αποφάσιζε να γίνει κύριος της τύχης του;

Έστω, για παράδειγμα, ότι ο πολύπαθος μα αδιόρθωτος “Γιάννης” των 50+ παροιμιών αποφασίζει να πετάξει το ένα “ν” απ’ το όνομά του και να γίνει “Γιάνης”. Τη στιγμή εκείνη η ιστορία αποκτά εντελώς διαφορετικό λόγο ύπαρξης και το αφηγηματικό βάρος μετατίθεται απ’ την κατάσταση που περιγράφεται στον ίδιο τον χαρακτήρα που τη βιώνει. Ας ρίξουμε μια ματιά, λοιπόν, στο πώς διαμορφώνεται ο χαρακτήρας του Γιάνη μέσα απ’ τη σχετική (sic) σοφία της ζωής των ανθρώπων...

Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάνη τον βαφτίσαμε: Δυσνόητο αρχικά, αλλά με λίγη φαντασία μπορούμε να δούμε τον χαρακτήρα μας να καταφτάνει σε μια δυστοπική εποχή, επαληθεύοντας την προφητεία που λέει ότι τον κόσμο θα βγάλει απ’ το σκότος εκείνος που λέγεται Γιάνης με ένα “ν”.

Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάνη: Η μητέρα του Γιάνη λέγεται Μαρία, όπως και η μάνα ενός άλλου αντίστοιχου μυθικού χαρακτήρα.

Γιάνης κερνάει και Γιάνης πίνει: Ο χαρακτήρας μας αρέσκεται να πίνει μόνος του στα μπαρ, ίσως και στην υγειά του εαυτού του (λόγω της αναφοράς σε κέρασμα).

Γεια σου, Γιάνη... Κουκιά σπέρνω: Ο Γιάνης, μόλις τον χαιρετήσεις, συνηθίζει να μιλά απρόκλητα για την ενασχόλησή του με τη γεωργία. Ίσως, και την κτηνοτροφία, μιας και τα κουκιά μπορεί να είναι και ζωοτροφή. Από μια πιο περιπετειώδη σκοπιά, θα μπορούσε να προαναγγέλλει την εξόντωση κάποιου εχθρού του ο οποίος παρουσιάζει έλλειψη του ενζύμου G6PD.

Όχι Γιάνης, Γιανάκης: Απ’ τους φίλους του, ο Γιάνης απαιτεί να τον αποκαλούν Γιανάκη.

Σαρανταπέντε Γιάνηδες, ενός κοκκόρου γνώση: Οι γνώσεις του Γιάνη αντιστοιχούν στο ένα τεσσαρακοστό πέμπτο (1/45) των γνώσεων ενός κόκκορα.

Κατά το μαστρο-Γιάνη και τα κοπέλια του: Αν ποτέ γίνει μάστορας, τα παιδιά του Γιάνη θα είναι φτυστά ο πατέρας τους.

Πότε ο Γιάνης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί: Παρά τα όσα λέγονται για ‘κείνον, ο Γιάνης δε μπορεί να κάνει τα πάντα. Επίσης, ταλαιπωρείται συχνά πυκνά από αιμορροΐδες και, τότε, δεν μπορεί να κάνει τίποτα.

Να σε δείρω Γιάνη, να σ’ αλείψω μύξα να γιάνει: Μια υπερφυσική ιδιότητα του ήρωά μας είναι ότι, αν χρησιμοποιηθεί επάνω του, η μύξα των άλλων αποκτά θεραπευτικές ιδιότητες. Όχι όμως και η δική του.

Σπίτι χωρίς Γιάνη, προκοπή δεν κάνει: Απ’ τη στιγμή που ήρθε στον κόσμο ο Γιάνης, κανένα σπίτι δεν προκόβει, αν δεν μπει μέσα εκείνος.

Τα καλά του Γιάνη θέλουν, μα τον Γιανη δεν τον θέλουν: Υπάρχουν κάποιοι που θέλουν έναν άλλο σωτήρα και όχι τον Γιάνη. Συνεπώς, ο ήρωάς μας δεν μπορεί να τους σώσει αν δε θέλουν να σωθούν.

Φοβάται ο Γιάνης το θεριό και το θεριό το Γιάνη: Ο Γιάνης φοβάται το θεριό, αλλά και το θεριό φοβάται τον Γιάνη, κάτι που σημαίνει ότι η τελική αναμέτρηση θα είναι συγκλονιστική.

Γιάνης πήγε, Γιάνης ήρθε: Ό,τι περιπέτεια κι αν ζήσει, ό,τι κίνδυνο κι αν αντιμετωπίσει ο Γιάνης επιστρέφει αλώβητος.

Όλοι μιλούν για τ’ άρματα κι ο Γιάνης για την πίτα: Ο Γιάνης δε μιλά ποτέ για τη δράση του. Εκτός όμως από ήρωας, είναι και άριστος μάγειρας —άσος στις πίτες— κάτι που αποτελεί και το αγαπημένο του θέμα συζήτησης γύρω απ’ τη φωτιά.

Αν είχε ο Γιάνης γνώση, θα μας δάνειζε καμπόση: Όπως ξέρουμε ο Γιάνης έχει τόσες γνώσεις όσο το 1/45 των γνώσεων ενός κόκκορα. Είναι λοιπόν προφανές ότι δεν του περισσεύει κιόλας για να δανείζει στον οποιονδήποτε.

Σαράντα χρόνια Γιάνης, μαστρο-Γιάνης δε γίνεται: Αν περάσουν σαράντα χρόνια και δεν έχει γίνει μάστορας, τότε ο Γιάνης δεν πρόκειται να γίνει μάστορας ποτέ. Κι έτσι, τα παιδιά του θα μοιάζουν στη γυναίκα του.

Γιάνη γύρευε και Νικόλα καρτέρει: Όταν τον ψάχνεις, ο Γιάνης εμφανίζεται από εκεί που δεν τον περιμένεις και, συνήθως, με κάποια άλλη μορφή, π.χ. του Νικόλα.

Σέρνει ο Γιάνης το Γιανάκη, κι η Γιανάκαινα το Γιάνη: Ο Γιάνης απολαμβάνει να χορεύει κυκλικούς χορούς με τη γυναίκα του.

Δεν είναι κάθε μέρα τ’ Άι-Γιανιού: Για την ακρίβεια, δεν είναι ποτέ τ’ Άι-Γιανιού γιατί δεν υπάρχει Άι-Γιάνης με ένα “ν” κι έτσι ο Γιάνης δεν έχει ονομαστική εορτή.

Όπου γάμος και χαρά, τρέχα Γιάνη μασκαρά: Λάτρης του Ζορό από μικρός, στους γάμους και τις χαρές, ο Γιάνης τρέχει γύρω-γύρω φορώντας μία μάσκα.

Όπου γάμος και τραπέζι κι ο Γιανάκης εις τη μέση: Αμετανόητα προληπτικός, στα τραπεζώματα των γάμων, ο Γιάνης κάθεται πάντα ακριβώς στη μέση.

Πιασ’ τον Γιάνη τον άπιαστο: Τον Γιάνη δεν τον πιάνεις από πουθενά.

Ο Γιάνης ο σπανός μας λείπει: Ο Γιάνης, αν και καραφλός, δεν είναι σπανός.

Και παπάς έγινες Γιάνη; Έτσι θέλει ο δάσκαλός μου: Ο Γιάνης είναι μοναχός Σαολίν.

Τι ‘χες Γιάνη; Τι ‘χα πάντα: Ο Γιάνης είναι φετιχιστής.

Όπου ακούς Μαρία και Γιάνη, βάλε ψάρια στο τηγάνι: Στον Γιάνη και τη μητέρα του αρέσουν τα τηγανητά ψάρια.

Όλα τα φαγιά του Γιάνη: Όπως είπαμε, ο Γιάνης είναι άριστος μάγειρας. Το “Όλα τα φαγιά του Γιάνη” είναι ένα βιβλίο μαγειρικής με όλες τις αγαπημένες του συνταγές.

Ποιος κλάνει; Τον Γιάνη ρώτα: Ο Γιάνης διαθέτει εκπληκτική όσφρηση και ξέρει πάντα ποιος είναι αυτός που έχει κλάσει.

Μπρος Μαρία και πίσω Γιάνης: Ο Γιάνης τρέφει μεγάλη αγάπη και σεβασμό για τη μητέρα του.

Ξέρει ο Γιάνης τι έχει στον τορβά του: Ο Γιάνης είναι ελαφρώς παρανοϊκός. Δεν αφήνει κανέναν —ούτε καν τη μητέρα του— να του γεμίσει τον τορβά.

Όπου Γιάνης και μάλαμα: Ο Γιάνης είναι γκάνγκστα και γι΄αυτό φορά πάντα χρυσαφικά (κοινώς, “μπλινγκ”).

Γιάνη είχα, Γιάνη έχω κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι Γιάνη θα γυρέψω: Η γυναίκα του Γιάνη είναι ο μοναδικός άνθρωπος που γνωρίζει το σχέδιο του Γιάνη να σκηνοθετήσει τον θάνατό του, όταν αποφασίσει ν’ αποσυρθεί από ήρωας και ν’ ασχοληθεί εκτενέστερα με την καλλιέργεια κουκιών. Ξέρει επίσης, που θα τον συναντήσει μετά την κηδεία για να χαθούν στο ηλιοβασίλεμα.

Χμ! Καθόλου άσχημα. Δε νομίζω ότι οι χαρακτήρες της Μάρβελ είναι πιο πολύπλοκοι απ’ τον Γιάνη μας. Τώρα μπορούμε να πάρουμε όλα αυτά τα ενδιαφέροντα στοιχεία και να βάλουμε τον ήρωά μας σε μία φανταστική ιστορία. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να μην είναι καν απ’ τον πλανήτη μας, αλλά από κάποιον άλλο, μακρινό, έτη φωτός μακριά μας, που καταστράφηκε εν μία νυκτί κι είναι, εκείνος, ο μόνος επιζών… Εντάξει, εντάξει! Δε χρειάζεται να του βρούμε ιστορία τώρα αμέσως. Τον κρατάμε, όμως, καβάντζα για το μέλλον της στήλης.

“Υπάρχουν κακοί άνθρωποι”, συνέχισε ο Νότης μετά τη σύντομη διατριβή του για τη δύναμη των παροιμιών: “Υπάρχουν λίγοι καλοί στον πλανήτη μας, υπάρχουν και πάρα πολλοί κακοί άνθρωποι. Οι οποίοι έχουν άλλη προέλευση, οι μεν απ’ τους δε.” “Κάπου το λες…” τολμά να ψελλίσει εκείνη τη στιγμή ο Μπογδάνος, για να λάβει την κατηγορηματική απάντηση του λαϊκού βάρδου: “Άλλη προέλευση οι μεν απ’ τους δε. ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΑ ΙΔΙΑ!”

Καταλαβαίνοντας τότε, ότι δεν μπορεί να αποφύγει το θέμα, ο νεαρός δημοσιογράφος προσπαθεί, τουλάχιστον, να πάρει στα χέρια του το τιμόνι της συζήτησης: “Αυ… λοιπόν. Πάνω σ’ αυτά, έχουν άλλη προέλευση… θα μπορούσε κανείς να το εκλάβει ότι εννοείς ότι έχουνε άλλη πολιτισμική, οικογενειακή και τέτοια, αλλά εσύ το λες αλλιώς…” “ΑΛΛΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ!” γκαρίζει ο Νότης. “Αλλά εσύ το λες αλλιώς, δηλαδή…” συνεχίζει κομπιάζοντας ο Μπογδάνος. “ΑΠΟ ΑΛΛΟΥΣ ΚΟΣΜΟΥΣ ΕΙΜΑΣΤΕ!” επιμένει ο Νότης. Σ’ εκείνο το σημείο δεν υπήρχε πλέον επιστροφή για τον νεόκοπο παρουσιαστή. Χωρίς να ξανακομπιάσει, έθεσε ευθέως στον συνομιλητή του το ερώτημά που, πλέον, είχε σχηματισθεί στο μυαλό όλων μας. “Να σου πω,” του είπε, “η ανθρώπινη φυλή... προέρχεται απ’ τη Γη;”

Ο Notis, χωρίς να αιφνιδιαστεί απ’ το απότομο ξεψάρωμα του μικρού, έριξε το βλέμμα του κενό. Ύστερα από μια δραματική παύση που παρέτεινε για κλάσματα του δευτερολέπτου την αγωνία μας, στράφηκε ξανά προς τον Μπογδάνο και με ήρεμη, γεμάτη βεβαιότητα φωνή, του απάντησε:

“ΚΑΙ από την Γη.”

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v