Η «Πηγή του κακού» και η κριτική των κοπαδιών

Είναι δυνατόν να διαφωνούμε ως κοινή γνώμη με τη χρησιμοποίηση ενός κειμένου σε μια θεατρική παράσταση; Οποιουδήποτε κειμένου.
Η «Πηγή του κακού» και η κριτική των κοπαδιών

Είναι ευτύχημα να βλέπει κανείς βαρείς κρατικούς οργανισμούς, όπως το Εθνικό Θέατρο, να φέρνουν στο προσκήνιο θέματα που μπορούν να κινητοποιήσουν τον κόσμο να διαφωνήσει, να αισθανθεί και να διανοηθεί με άξονα σημερινά ζητήματα που (πρέπει να) μας αφορούν όλους. Τέτοια ζητήματα είναι, μεταξύ άλλων, ο βαθμός ανοχής των ιδεών του άλλου ή τα όρια της κρατικής παρέμβασης στην ιδιωτική σφαίρα δικαιωμάτων των πολιτών ή οι συνθήκες σωφρονισμού.

Έχοντας στο μυαλό αυτό χάρηκα όταν είδα ότι στην Πειραματική σκηνή του Εθνικού θα ανέβει η “Ισορροπία του Nash” μια παράσταση που με αφορμή δύο βιβλία καταπιάνεται με το θέμα των ατομικών δικαιωμάτων και τη σχέση τους με το κοινωνικό σύνολο.

Βλέποντας τον ντόρο που γίνεται τις τελευταίες ώρες για την συγκεκριμένη παράσταση σκεφτόμουν ότι αδυνατούσα πάντα να καταλάβω αυτούς που έμπλεκαν με την τέχνη την πολιτική τους πεποίθηση ή διαφωνία. Άσχετα από την όποια πολιτική της πρόθεση, η τέχνη αυτονομείται και αποτελεί αφορμή για συναισθήματα, καλλιέργεια και σκέψη. Αν δεν καταφέρνει να το κάνει αυτό, διολισθαίνει στο επίπεδο της προπαγάνδας και πρέπει να αντιμετωπίζεται ως τέτοια.

Αναρωτιέμαι όμως πόσοι από τους επικριτές της περί ου ο λόγος παράστασης διαπίστωσαν κάτι τέτοιο. Πόσοι δηλαδή είδαν την παράσταση και αποφάνθηκαν ότι το περιεχόμενό της δεν προάγει ούτε τον διάλογο, ούτε κρατά ίσες αποστάσεις;

Πόσοι από όσους άκριτα ενώνουν τη φωνή τους με εκείνη του ηλεκτρονικού όχλου ξέρουν ότι τα βιβλία στα οποία στηρίζεται «η Ισορροπία του Nash» είναι δύο: ένα του Ξηρού για τα μετά τη σύλληψή του γεγονότα, αλλά και ένα άλλο του Καμύ. Σε αυτό ακριβώς το δεύτερο  τίθεται το ζήτημα του κατά πόσον έχει οποιοσδήποτε το δικαίωμα να εκτελεί ανθρώπους ή να προβαίνει σε ακρότητες εν ονόματι της ιδεολογίας του ή όποιου άλλου σκοπού.

Έχουμε δηλαδή μια παράσταση που δεν αναφέρεται καν στο τρομοκρατικό παρελθόν του Σάββα Ξηρού, για το οποίο ο ίδιος δεν θέλει να μιλάει καθόλου, όπως προκύπτει και από πρόσφατη συνέντευξή του και από συνέντευξη της σκηνοθέτη.  

Αυτό όμως, το αν ακούγεται η θέση του Ξηρού για το τρομοκρατικό του παρελθόν στην παράσταση, είναι κατά τη γνώμη μου δευτερεύον. Το αναφέρω μόνο για να δείξω το ανυπόστατο της κοπαδιαστής κριτικής που κορυφώνεται τη στιγμή του κλικ στο φεισμπουκικό Like.  

Το σημαντικό είναι άλλο. Από μόνη της η χρησιμοποίηση ιστορικού υλικού για να στηθεί μια παράσταση δεν μπορεί να είναι επιλήψιμη. Όποιο υλικό και αν είναι αυτό- ακόμη και τα ημερολόγια του Χίτλερ. Η σκηνοθέτης Πηγή Δημητρακοπούλου θα μπορούσε ίσως να επικριθεί από κάποιον που είδε την παράσταση και σχημάτισε την εντύπωση ότι η έρευνά της ήταν ελλιπής ή ότι αγιοποιούσε την πλευρά Ξηρού χωρίς να στηρίζει τη θέση της ή δεν ξέρω για τι άλλο.  Προσοχή όμως: να επικριθεί, όχι να δαιμονοποιηθεί.   

Δικαιώνεται άραγε αυτόματα μια πράξη για την οποία έγινε γνωστός κάποιος, αν χρησιμοποιηθούν τα απομνημονεύματά του για να υπάρξει ένα καλλιτεχνικό σχόλιο ή μια παρέμβαση της διανόησης;     

Προφανώς και όχι. Αντίθετα, θα έλεγα. Αν το όλο θέμα έχει φύγει από την επικαιρότητα δίνεται αφορμή για να υπάρξει εκ νέου διάλογος ή/και ευαισθητοποίηση για τα όσα οι πράξεις του σήμαναν ή σημαίνουν. Από μια άποψη μάλιστα, οι μη ακραίες διαμαρτυρίες που προκάλεσε το ανέβασμα της παράστασης αντιστοιχούν σε μία θέση κατά την οποία αυτός που διατάραξε την δημόσια τάξη, σκότωσε, δικάστηκε και καταδικάστηκε δεν έχει κανένα ελαφρυντικό και τα δικαιώματά του λίγο πρέπει να ενδιαφέρουν την κοινωνία.

Αυτό είναι μια τοποθέτηση που έχει τη δική της λογική και μπορεί να σταθεί σε ένα δημόσιο διάλογο.

Το «απαράδεκτο να ανεβαίνει οποιοδήποτε κείμενο ενός πρώην τρομοκράτη σε οποιαδήποτε θεατρική σκηνή της χώρας» δεν είναι θέση. Είναι αφορισμός. Και οι αφορισμοί μπορεί να χτίζουν τη δημόσια εικόνα μας με κάποιο στρεβλό τρόπο, αλλά ποτέ δεν μας πάνε μπροστά.    

Για την ακρίβεια σχεδόν ποτέ. «Καμιά ιδέα δεν μπορεί να δικαιολογήσει εγκλήματα εναντίον της ανθρώπινης ζωής». Με αυτή τη φράση τελειώνει το κείμενο της παράστασης η «Ισορροπία του Nash». Πιστεύω ότι είναι ένας από τους ελάχιστους αφορισμούς που μπορούμε να αξιοποιήσουμε για καλό. Αλλά αυτό είναι θέμα γούστου.

Υ.Γ. Δείτε εδώ τη συνέντευξη της Πηγής Δημητρακοπούλου που δημοσιεύεται στο In2life 

 

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v