Game Over για κόμματα και μπάλα (λέμε τώρα...)

Οι Αγανακτισμένοι έφεραν την πολιτική στην καθημερινότητα και ο επαγγελματικός αθλητισμός δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Λέτε να φταίει ο ανάδρομος;
Game Over για κόμματα και μπάλα (λέμε τώρα...)
Οι περισσότεροι αστοί πολιτικοί- και όχι μόνο- κοίταζαν τους αγανακτισμένους εμβρόντητοι σε στυλ «τι σας έπιασε τώρα;». Ο λόγος είναι απλός: δεν κατάλαβαν. Κάνουν αυτό που έκαναν πάντα, αλλά ξαφνικά δεν γίνονται αποδεκτοί.

Γιατί;

Γιατί απλούστατα η κοινωνία στην οποία απευθύνονται τους έχει ξεπεράσει. Δεν τους φθονεί προσωπικά, απλώς αυτά που τής πουλάνε τής φαίνονται πια μπαγιάτικα. Σαν τη μάνα μου που εν έτει 1990 μου πρότεινε για τη βόλτα με τους φίλους να πάμε «στο Βάρσο, στην Κηφισιά να φάμε μια πάστα».

Οι αγανακτισμένοι επιτέθηκαν σε αυτό που όλοι οι υπόλοιποι θεωρούσαν αυτονόητο και ανάγκασαν ακόμη και αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί τους να αναγνωρίσουν ότι εδώ κάτι συμβαίνει. Η αγανάκτηση από αόριστη γενικούρα του δημοφιλούς «αντί-» έγινε τρόπος σκέψης για μια τεράστια ομάδα πληθυσμού που έκανε το Σύνταγμα και τις άλλες πλατείες τρόπο ζωής της.

Αυτοί έφεραν την πολιτική ξανά στο προσκήνιο. Αυτή τη φορά όχι με τα κομματικά σημαιάκια αλλά με πραγματικές αναρωτήσεις και συζητήσεις για το ποια είναι η δημοκρατία, για το που πρέπει να πάει η χώρα και για το αν έχει νόημα να παίρνουμε μέρος στις εκλογές. Αυτά είναι η πολιτική σήμερα και όχι ποιος «ζωηρός» βουλευτής θα πει τι και θα πάρει υφυπουργείο για να κάτσει ήσυχος.

Τα επικοινωνιακά κόλπα στυλ ανασχηματισμού είναι ξεπερασμένες προσπάθειες να αλλάξει η ατζέντα και παραπέμπουν σε πανικόβλητους πολιτικάντηδες. Σε πολιτικάντηδες μάλιστα που δεν θέλουν ή δε μπορούν να τηρήσουν τα όσα έλεγαν.

Θυμίζω ότι η σημερινή Κυβέρνηση έχει εκλεγεί με παντιέρα της τα «λεφτά που υπάρχουν» και είναι κρυμμένα στη φοροδιαφυγή. Η ίδια ακριβώς κυβέρνηση που δεν έκανε απολύτως τίποτα για την πάταξη της φοροδιαφυγής αποφάσισε πέρσι να κάνει μια περαίωση που νομιμοποιεί τους παραβάτες και αποφασίζει τώρα να επιβάλει μια έκτακτη εισφορά που επίσης επιβραβεύει τον ψεύτη, έναντι του μισθωτού!

Μειώνει το αφορολόγητο για να αναγκάσει εκείνον που βγάζει 200.000 ευρώ το χρόνο δηλώνει 12.000, να φορολογηθεί για 4.000 ευρώ και να πληρώσει πόσα; 200 ευρώ; Ταυτόχρονα παίρνει τα 200 ευρώ που θα λείψουν από αυτόν που όντως έχει ετήσιο εισόδημα 12.000 ευρώ- αυτόν δηλαδή που αμείβεται με 700- 800 ευρώ το μήνα. Τι ψάχνω να βρω, ε;

Για να είμαι ειλικρινής τα γράφω γιατί με τσαντίζουν και όχι γιατί πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξει κάτι.

Όπως δεν πιστεύω ότι μπορεί να αλλάξει κάτι και στον χώρο του ελληνικού επαγγελματικού αθλητισμού. Απλώς εκεί ευελπιστώ ότι τα στημένα παιχνίδια δείχνουν στον πολύ κόσμο πόσο μάταιο είναι να ασχολείται σοβαρά με το αν ο κάθε αθλητής κλώτσησε χθες τη μπάλα καλά, κακά ή μέτρια και με το αν θα κλείσει συμβόλαιο με απολαβές 1, 2 ή 10 εκατομμύρια ευρώ.

Έχω ένα φίλο, το Διονύση. Ο Διονύσης υποστηρίζει με πάθος την ΑΕΚ. Όταν ήταν μικρός, τις Τετάρτες, έκανε κοπάνα από το σχολείο και πήγαινε να δει αγώνες της ΑΕΚ στο Κύπελλο, ζούσε πάντα με την ελπίδα των νικών της ομάδας του, έκλαιγε όταν η ομάδα έχανε, ερχόταν κατσούφης στο σχολείο, έκανε τατουάζ το σήμα της, όταν είχε χρήματα αγόραζε αθλητική εφημερίδα, ενώ ακόμη και σήμερα θυμώνει στους φίλους του όταν δεν έχουν την ίδια γνώμη για τα αθλητικά δρώμενα.

Όπως λοιπόν διάβαζα τους διαλόγους των υποκλοπών για τα στημένα ματς σκέφτηκα το Διονύση. Λυπήθηκα για όλα αυτά τα παιδικά και εφηβικά δάκρυα που ξόδεψε και για τις ειλικρινείς ελπίδες που είχε κάθε χρονιά ότι «φέτος θα τους πατήσουμε κάτω». Λυπήθηκα για το απλό πάθος που κατέθετε στην υπόθεση «η ομάδα μου».

Όταν βλέπεις ότι η αλήθεια σου δεν είναι και τόσο «αλήθεια» σκέφτεσαι μήπως σε έχουν πιάσει λίγο κότσο. 

Όπως όμως δεν υπάρχουν αφέντες χωρίς δούλους, έτσι και χωρίς «πελάτες» δεν υπάρχουν αθλητικές εταιρίες.


Δημήτρης Γλύστρας
[email protected]
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v