Μιχάλης Ρέππας: "Η σάτιρα πρέπει να έχει όρια"

Σεναριογράφος, ηθοποιός και σκηνοθέτης των κωμωδιών που έχουμε αγαπήσει περισσότερο απ' όλες, ο Μιχάλης Ρέππας μιλά στο in2life για το παρόν και το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου, τα ταμπού της ελληνικής κοινωνίας και τα όρια της σάτιρας.
της Φιλουμένας Ζλατάνου

Ο Μιχάλης Ρέππας αποτελεί μεγάλο κεφάλαιο στην ελληνική κωμωδία. Μαζί με τον επί χρόνια συνεργάτη του Θανάση Παπαθανασίου ανανέωσαν το είδος, βάζοντας τα θεμέλια για τη μετέπειτα εξέλιξη της κωμωδίας στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Η αιχμηρή ματιά του δεν αναλώνεται απλά σε έξυπνες ατάκες, αλλά διεισδύει στους χαρακτήρες εις βάθος. Εκτός από σεναριογράφος επιτυχιών (Τρεις Χάριτες, Δις Εξαμαρτείν, Safe Sex κ.ο.κ ) είναι και επιτυχημένος σκηνοθέτης αλλά και αξιόλογος ηθοποιός καθώς δε μένει μόνο off camera όπως ο Θανάσης Παπαθανασίου αλλά εμφανίζεται και στο γυαλί. Το δίδυμο έφερε ξανά στις αίθουσες τον κόσμο, που είχε σταματήσει να βλέπει ελληνικό κινηματογράφο με το κλασσικό πλέον Safe Sex, ενώ ασχολήθηκαν και με το δράμα, με το ιδιαίτερο και άκρως δυνατό "Οξυγόνο". Στο θέατρο οι παραστάσεις τους είναι πάντα sold out.

Ο Μιχάλης Ρέππας είναι ένας σεμνός άνθρωπος, πολύ καλλιεργημένος που δε μασά τα λόγια του και έχει να σου παραθέσει επιχειρήματα για ό,τι και αν τον ρωτήσεις. Μίλησε στο in2life για τα πάντα, από τη σάτιρα και τα ταμπού μέχρι τους ηθοποιούς και το ταλέντο, σε μια συνέντευξη που αξίζει να προσέξετε.

Πώς βλέπετε την κωμωδία στις μέρες μας στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο; Έχει εκφυλιστεί το είδος;
Κάθε είδος έχει τους κανόνες και τις ιδιαιτερότητες του. Στον κινηματογράφο η κωμωδία ακολουθεί στον τάφο το σύνολο του ελληνικού κινηματογράφου που δείχνει να πεθαίνει. Γιατί 4 και 5 ταινίες τον χρόνο, που όσο πάνε λιγοστεύουν κι αυτές, δεν είναι ζωή. Οι ελάχιστες ελληνικές ταινίες που φτάνουν τελικά στις αίθουσες δημιουργούν ένα φόβο και μια τάση να ποντάρουμε στα σίγουρα. Αυτή η έλλειψη ρίσκου σκοτώνει τη δημιουργία, γιατί το ρίσκο είναι το οξυγόνο της τέχνης. Το αποτέλεσμα είναι μια προσκόλληση στις «συνταγές», πράγμα που στραγγίζει τις ταινίες από κάθε πρωτοτυπία.

Από την άλλη, στην τηλεόραση τα πέντε κανάλια που πρέπει στο prime time να φιλοξενούν κωμωδία αποδυναμώνουν το καλλιτεχνικό δυναμικό που μοιράζεται σε 50 σήριαλ κάθε σαιζόν. Πέντε κανάλια με μυθοπλασία είναι πολλά για ένα λαό δέκα εκατομμυρίων. Θα έπρεπε τα σήριαλ να είναι πιο λίγα και πιο προσεγμένα. Το θέατρο δείχνει να ισορροπεί καλύτερα στις μέρες μας. Το ελληνικό έργο είναι ανεβασμένο σε κάθε είδους σκηνές και στο «εμπορικό» προσκήνιο υπάρχουν περίπου 8 με 10 νέα ελληνικά έργα – κυρίως κωμωδίες. Αυτός είναι ένας καλός αριθμός για να προκύψουν κάποια καλά έργα. Γιατί τα καλά έργα δεν είναι για κάθε μέρα. Αλλά με δέκα έργα τη χρονιά αυξάνουν σημαντικά οι πιθανότητες να προκύψουν.

Πρέπει να έχει όρια η σάτιρα;
Υπάρχει κάτι στη ζωή που δεν έχει ή δεν πρέπει να έχει όριο; Ακόμα και το πολύ νερό κάνει κακό. Φυσικά σε μια δημοκρατία τα όρια τίθενται από τους δημιουργούς και από την ευαισθησία ενός εκάστου και φυσικά από το κοινό που έχει κάθε τρόπο να γυρίσει την πλάτη σε όποιον περνάει τα κοινώς παραδεδεγμένα όρια. Τώρα η ευαισθησία των καλλιτεχνών και του κοινού είναι κάτι πολύ συζητήσιμο αλλά δεν είναι ο χώρος εδώ για να το εξαντλήσουμε το θέμα.

Έχουμε ξεπεράσει τα ταμπού στην Ελλάδα ή απλά καλυπτόμαστε πίσω από υποτιθέμενους εκμοντερνισμούς συμπεριφορών; Είναι δύσκολο ή εύκολο να απενοχοποιήσουμε την κάθε είδους διαφορετικότητα;
Κοιτάξτε διαφορετικός είναι ο μαύρος, διαφορετικός είναι και ο παιδεραστής. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε να τους βάλουμε όλους στον ίδιο ντουρβά. Αν υπάρχει μια τάση στις μέρες μας για την αποδοχή της διαφορετικότητας είναι γιατί όλο και πιο πολύ γινόμαστε πολυεθνικές κοινωνίες. Και αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε ψύχραιμα και λογικά. Φυσικά και έχουμε ξεπεράσει πολλές προκαταλήψεις αλλά δημιουργούμε στη θέση τους άλλες. Δεν υπάρχουν κοινωνίες η άτομα πλήρως απαλλαγμένα από κάθε είδους προκατάληψη. Η προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε λογικά την διαφορετικότητα γύρω μας αλλά και μέσα μας είναι μια πρόκληση ανθρωπισμού που δεν λήγει ποτέ.

Ως πολυπράγμων καλλιτέχνης ποια ιδιότητα σας τονίζετε περισσότερο; (ηθοποιός, σεναριογράφος, σκηνοθέτης)
Είναι φανερό πως είμαι συγγραφέας και σκηνοθέτης κατά βάσιν. Η ιδιότητα μου ως ηθοποιού απλώς τροφοδοτεί τις άλλες δυο και κυρίως την σκηνοθεσία όταν έρχομαι σε επαφή με ηθοποιούς και μπορώ πιο εύκολα να συμμεριστώ τα προβλήματα τους.

Τι σημαίνει να είναι κάποιος ταλαντούχος, τι εστί ταλέντο τελικά;
Ταλέντο είναι πολλά πράγματα. Πρώτα απ' όλα είναι η ευτοκία. Υπάρχουν άτομα που τους είναι εύκολο να κάνουν κάτι. Να τραγουδήσουν, να γράψουν, να χορέψουν κ.λπ. Αυτό όμως δεν αρκεί. Μια άλλη παράμετρος είναι το μέτρο. Όταν διαθέτεις αυτή την ευτοκία που είπαμε και μπορείς να κάνεις πολλά πράγματα, το θέμα είναι τι επιλέγεις από τα πολλά. Δεν γίνεται σε ένα βιβλίο να γράψεις όσα μπορείς αλλά όσα εξυπηρετούν το θέμα σου. Δεν γίνεται σε ένα ρόλο να κάνεις οτιδήποτε, παρά μόνο αυτά τα λίγα που εξυπηρετούν τον ρόλο και το έργο. Και ούτω καθ' εξής. Αλλά πέρα από την ευτοκία και το μέτρο υπάρχει και κάτι ακόμα πιο δύσκολο και πολύτιμο. Η αλήθεια. Όχι φυσικά η αντικειμενική αλήθεια. Αυτή δεν την ξέρει κανένας. Η υποκειμενική σου αλήθεια. Η δική σου αυθεντικότητα. Ο πραγματικός καλλιτέχνης αγωνίζεται μια ζωή να ξεπεράσει τα κλισέ και να φτάσει στον εαυτό του. Και το περίεργο είναι ότι όσο πιο προσωπικός γίνεται τόσο πιο μεγάλη αποδοχή έχει.

Τι χρειάζεται να έχει ένας ηθοποιός για να τον επιλέξετε;
Τι άλλο; Ταλέντο και φυσικά να ταιριάζει στον εκάστοτε ρόλο. Αρκετές φορές βέβαια λαμβάνεται υπ' όψιν και η αναγνωρισιμότητα του από το κοινό. Και όχι μόνο για εμπορικούς λόγους (οι οποίοι δεν είναι ευκαταφρόνητοι) αλλά και για ουσιαστικά καλλιτεχνικούς. Για να έχει καταφέρει ένας ηθοποιός να γίνει δημοφιλής σημαίνει ότι κουβαλάει αυτά τα στοιχεία που τον κάνουν να κρυσταλλώνει με την παρουσία του έναν αυθεντικό ανθρώπινο τύπο τον οποίο το κοινό αναγνωρίζει και τον ξεχωρίζει. Οι δημοφιλείς ηθοποιοί φέρουν τη λαϊκή ψήφο και το κύρος της έκφρασης του κοινού αισθήματος.

Πώς αντιμετωπίζετε τις αρνητικές, άδικες κριτικές δημοσιογράφων όπως το "είναι μέσα σε όλα, δεν πρέπει να παραπονιούνται";
Οι αρνητικές κριτικές είναι στο παιχνίδι. Ακόμα και οι διαβολές. Αλλά στη ζωή ενός καλλιτέχνη δε μετράνε τέτοιου είδους δημοσιεύσεις. Ο απολογισμός μιας καριέρας είναι μια πολύ σοβαρή ιστορία που παίρνει πολύ χρόνο. Και δε γίνεται από τους συντάκτες των εφημερίδων. Γίνεται από αυτό το αόριστο πράγμα που λέμε κοινό. Μια δυο επιτυχίες ή μια δυο αποτυχίες (γιατί έχουμε το δικαίωμα αυτό) δε λένε τίποτα. Αυτό που μετράει είναι μια ολοκληρωμένη καλλιτεχνική πορεία σε βάθος χρόνου. Και μπροστά σε αυτό το βάθος χρόνου, κακιούλες σαν αυτή δε μετράνε ούτε όσο το τσίμπημα ενός κουνουπιού.

Πόσο... ισορροποημένοι είναι οι ηθοποιοί εν τέλει και οι καλλιτέχνες, με τις συνεχείς εναλλαγές ρόλων και καταστάσεων;
Δεν πιστεύουμε ότι η είσοδος και η έξοδος από πλασματικές καταστάσεις και συναισθήματα φθείρει την ψυχική ισορροπία των ηθοποιών και των καλλιτεχνών γενικότερα. Το αντίθετο μάλιστα. Το να δοκιμάζεις τα αισθήματα σου σε μια προσομοίωση ζωής, όπως είναι τα έργα, είναι πολύ πιθανά ευεργετικά. Γιατί τα πλασματικά αισθήματα των έργων (τα οποία είναι και αυτά δικά σου) σε βοηθάνε να παίρνεις απόσταση από τα αισθήματα της πραγματικής σου ζωής και να τα επεξεργάζεσαι πολύ πιο ψύχραιμα. Οι ηθοποιοί είναι τυχεροί, γιατί παίζουν με την ζωή όπως τα παιδιά με τα παιχνίδια τους και αυτό τους κάνει πιθανώς πιο ισορροπημένους από άλλους επαγγελματίες.

Λένε πως οι παρέες γράφουν ιστορία. Εσείς που συνεργάζεστε χρόνια με τον Θανάση Παπαθανασίου, πώς συμβαδίζετε σε ένα χώρο που χαρακτηρίζεται αδηφάγος και άκρως ανταγωνιστικός;
Δεν έχω αναρωτηθεί ποτέ σχετικά με αυτό το θέμα και δεν έχω καμιά απάντηση. Η συνεργασία μας λειτουργεί και δεν σκέπτομαι να την διακόψω. Τι θα κέρδιζα; Να μην μοιράζομαι τα λεφτά; Μα θα έκανα τόσο μεγάλες επιτυχίες χωρίς τον Θανάση; Να μην μοιράζομαι την υστεροφημία; Μα τότε θα έχω πεθάνει. Ποιο λοιπόν θα ήταν το κέρδος μου;

Χειραγωγείται το κοινό και πώς το βλέπετε στην εποχή μας;
Και ναι και όχι. Και αυτό συνέβαινε πάντα. Υπάρχουν φούσκες στη δουλειά μας. Αλλά οι φούσκες δεν κρατάνε πολύ. Και όσο αντίξοες συνθήκες και να υπάρχουν δεν μπορεί να κλείσει ο δρόμος μιας γνήσιας καλλιτεχνικής έκφρασης.

Θα μου σχολιάσετε το νέο θεατρικό σας με τίτλο "Συμπέθεροι από τα Τίρανα";
Το έργο είναι ό,τι λέει ο τίτλος. Τόσο ως προς το θέμα, όσο και ως προς το ύφος. Μια κόρη φέρνει στο σπίτι τον γαμπρό που συμβαίνει να είναι Αλβανός. Δραματουργικά είναι μια κωμωδία που παίζει με τους κώδικες της παλιάς ελληνικής φαρσοκωμωδίας, άλλες φορές πηγαίνοντας παράλληλα και άλλες φορές ανατρέποντας τους.

Πού οδεύει ο ελληνικός κινηματογράφος τελικά και πού εντοπίζετε το πρόβλημα στο να μη δίνεται η πρέπουσα σημασία σε ένα είδος που στο εξωτερικο ανθίζει;
Ανθίζει εκεί που αντιμετωπίζεται σαν ένα καταναλωτικό προϊόν και προστατεύεται σαν τέτοιο. Και αυτό το μέρος είναι η Αμερική και εσχάτως η Γαλλία και ακολουθούν δειλά κάποιες ευρωπαϊκές χώρες. Η χώρα μας και ο πολιτικός μας κόσμος, αγκυλωμένος ακόμα στην ρητορεία της μεταπολίτευσης, δεν εννοεί να καταλάβει ότι κινηματογράφος χωρίς κινηματογραφικούς παραγωγούς δεν μπορεί να υπάρχει. Όπως δεν μπορεί να υπάρξει βιβλίο χωρίς εκδότες. Ούτε καν η Νέα Δημοκρατία, ένα κόμμα που ευαγγελίζεται την ελεύθερη οικονομία και τον φιλελευθερισμό δε δείχνει να μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι ζούμε στον καπιταλισμό και όσο ο παραγωγός είναι στη γωνία και δεν ενισχύεται ο ελληνικός κινηματογράφος θα παραμένει στον τάφο του.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v