Κώστας Λειβαδάς: "Ζει ως εκ θαύματος αυτό το κράτος"

Λαλίστατος και (αυτο)κριτικός, ο τραγουδοποιός και τραγουδιστής Κώστας Λειβαδάς μιλά στο In2life για την αδηφάγα Ελλάδα, τη μουσική σε σχέση με το ίντερνετ και το κατά πόσο υφίσταται "στρατευμένο" τραγούδι σήμερα.
της Φιλουμένας Ζλατάνου

Το να είσαι τραγουδοποιός και να θεωρείσαι καλλιτέχνης δε σημαίνει ότι θα είσαι ευαισθητοποιημένος με ό,τι συμβαίνει γύρω σου. Δεν βιώνουμε μια εποχή πολέμου όπου από το διασκεδαστικό μέχρι το πολιτικό τραγούδι είναι όλα στρατευμένα. Όμως κάθε εποχή έχει τα προβλήματά της και μέσω της μουσικής περνάς πιο εύκολα μηνύματα. Και είναι ακόμη πιο σημαντικό όταν ένας τραγουδοποιός προικισμένος όπως είναι ο Κώστας Λειβαδάς, με φωνή που ακούγεται, επιλέγει, εκτός του να υμνεί τον έρωτα, να μιλάει και να καταδικάζει τα κακώς κείμενα και να γράφει τραγούδια όντας αληθινά ευαισθητοποιημένος.

Διαβασμένος, σίγουρος, με μουσικό τάλαντο μεγάλο, επέλεξε προσεκτικά τις συνεργασίες του και μας χάρισε μερικά από τα τραγούδια που όλοι σιγοψιθυρίσαμε. Άλλοτε με ποπ σουξέ και άλλοτε με ψαγμένα τραγούδια, με πολύ δουλεμένες μελωδίες, ξέρει πώς να κερδίζει τον ακροατή. Με το «Έχω άνθρωπο», σε στίχους Θοδωρή Γκόνη και ερμηνεία Γιώτα Νέγκα, το «μπες το κλίμα», τραγούδι-παραγγελία της WWF και το «κόψε την πείνα σου», που περιλαμβάνεται στο νέο δίσκο του Μιλτιάδη Πασχαλίδη, κάνει τη διαφορά και μιλάει για την εποχή μας. Μας μίλησε στο in2life για τη χώρα, τα ανύπαρκτα θεσμικά πλαίσια, την επιρροή των γονέων, τη μάχη της μαρκίζας και πώς ελέγχεται η ματαιοδοξία.

Κατά καιρούς κυκλοφορούν διάφοροι δίσκοι , οι οποίοι είναι πολύ δύσκολο να φτάσουν στο κοινό, είτε ως πληροφορία είτε ως ακρόαση. Γιατί πιστεύεις συμβαίνει αυτό και έχεις παρόμοιους δίσκους υπόψη σου;
Ακούω αυτόν τον καιρό δύο τέτοιους δίσκους, ο ένας είχε κυκλοφορήσει στο παρελθόν και ο άλλος πρόκειται να κυκλοφορήσει, αλλά ακούγονται σαν να έχουν κυκλοφορήσει χρόνια μετά. Προηγούνται της εποχής τους, χωρίς όμως να είναι μοντέρνοι με την τρέχουσα έννοια της ενορχήστρωσης. Ο ένας είναι του Δημήτρη Τσούμα, το «πες το με δικά σου λόγια», που για μένα είναι από τις συγκλονιστικότερες ελεύσεις τραγουδοποιών, λες και εγένετο φως. Ο άλλος είναι σε διαδικασία παραγωγής εδώ και 25 χρόνια και θα κυκλοφορήσει φέτος που είναι και έτος του ποιητή Άρη Αλεξάνδρου. Είναι «Όλο το χρυσάφι της γης» του Άρη Αλεξάνδρου, ένα μελοποιημένο κόνσεπτ όπου συμμετέχουν μουσικοί όπως ο Ross Daily, ο Μάνος Αχαλινωτόπουλος και άλλοι, τραγουδά ο Μιχάλης Λουκοβίκας, ο Ανδρέας Καρακότας, η Ελένη Τσαλιγοπούλου και ίσως κάποιος ακόμη που ξεχνάω.

Πολλές φορές χάνεται η ευκαιρία να πούμε καλά λόγια για άλλους δίσκους συναδέλφων και επειδή πολλά ενδιαφέροντα τραγούδια τα ακούμε σε ντέμο που είτε δεν έχουν κυκλοφορήσει ποτέ είτε είναι σαν να μην κυκλοφόρησαν, ενισχύεται η άποψη ότι το ελληνικό τραγούδι δεν πάει καλά, γεγονός που έχει γίνει καραμέλα πλέον. Πιστεύω ότι όχι απλώς πάει καλά, τηρουμένων των αναλογιών, αλλά μερικά από τα καλύτερα παιδιά του είτε είναι διάσπαρτα και παρατημένα έχοντας έρθει στο φως είτε βρίσκονται νεογέννητα δεξιά και αριστερά. Το θέμα είναι πόσο διατεθειμένος είναι να ψάξει κανείς, αν έχεις όρεξη να μείνεις στη βολή σου και στα κεκτημένα σου ή να ψάξεις.

Πιστεύεις ότι βοηθάει το ίντερνετ τους καλλιτέχνες να κοινοποιήσουν σε ένα ευρύτερο κοινό τη δουλειά τους;
Αν και είναι νωρίς σχετικά ακόμη για μας, βοηθάει. Εγώ ήμουνα το ανέκδοτο του χώρου, απέκτησα Μyspace πριν ενάμιση μήνα. Δε με ελκύει το διαδίκτυο, δεν έχω πολύ καλή φυσική σχέση με τα μέσα τεχνολογίας γενικά, όμως είναι ένα μέσο που κρύβει ευχάριστες εκπλήξεις και ευκολίες και γρήγορη επικοινωνία και πάνω από όλα ανεξαρτησία στη διαχείριση της δουλειάς σου. Τώρα έχω γλυκαθεί ενώ στην αρχή το έβλεπα σαν αναγκαίο κακό. Θα παίξει ρόλο, από ένα σημείο και μετά καθώς σου δίνεται η εντύπωση ότι δεν έχεις ανάγκη κανέναν και δεδομένου ότι πειράματα όπως αυτό του Κραουνάκη, ο οποίος τα κάνει όλα μόνος του στις παραγωγές του να επιτυγχάνουν, είναι ένα συν παραπάνω ότι οι εταιρίες μπορούν να κλείσουν με την ευχή μας. Αυτός που είναι πολύ καλός στα live και έχει οργανώσει πάρα πολύ καλά το δίκτυο παραγωγής και διανομής του, με όποιο τρόπο γίνεται σε μια αμείλικτη χώρα όπως είναι η Ελλάδα με τις τέχνες, αυτός είναι που θα επιβιώσει.

Είναι αδηφάγος ο χώρος σας;
Θα έλεγα είναι αδηφάγα η χώρα. Είναι ήρωες οι Έλληνες καλλιτέχνες. Εγώ δεν εξετάζω τι κάνει ο καθένας στη διαδρομή του, ο καθένας στο δρόμο του το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί. Ο καθένας αυτοσχεδιάζει σε γενικές γραμμές. Και μόνο όμως που γίνονται καλλιτέχνες το μεγαλύτερο ποσοστό είναι ηρωικό διότι είναι πολύ μικρή και κλειστή η αγορά. Δεν υπάρχουν ανεπτυγμένα μέρη που μπορεί κανείς να πάει να ασκηθεί γύρω απ την τέχνη του και ακριβώς επειδή είναι πάρα πολύ λίγα τα πιθανά πεδία δραστηριότητας, όποιος προλαβαίνει δράττει την ευκαιρία. Ο καλλιτέχνης πάντα σώζεται όταν δεν σταματά να επινοεί τον εαυτό του, από τη στιγμή που δεν σταματά αυτό είναι ένα πολύ καλό δείγμα ως προς τη συνέχεια της πορείας του και προς τη σωτηρία του.

Τις περισσότερες φορές κάποιος θα βρεθεί και θα πει έναν αντίλογο ότι είναι μια αχανής χώρα που μπορείς να χαθείς άνετα και να πνιγείς μες τους χιλιάδες καλλιτέχνες και μες την υπέρ-πληροφόρηση. Στερείται παιδείας το ελληνικό κοινό για όλες τις τέχνες. Οι φορείς επίσης είναι πάρα πολύ ελλιπείς και ανάπηροι ή ακόμα και αυτοί που ξεκινάνε, ειδικά οι κρατικοί, με τις καλύτερες υποθέσεις, στην πορεία κάπου «χάνει η βάρκα νερά» και αυτό συμβαίνει γιατί είναι μια χώρα κι ένα κράτος που δεν έχει θεσμικό πλαίσιο. Ζει ως εκ θαύματος αυτό το κράτος διότι ζει στον αέρα αφού ή δεν έχει θεσμικό πλαίσιο ή εκεί που έχει, θαρρείς ότι έχει μόνο και μόνο για να μην τηρηθεί.

Υπάρχει και μια ολόκληρη κατηγορία και ρεύματα τέχνης που οι Έλληνες -χωρίς να υπονοώ ότι φταίνε απαραίτητα- ούτε τα αγάπησαν ποτέ μες στη πολύχρονη ιστορία τους ούτε μπορούμε να περιμένουμε και να απαιτούμε να ξέρουν τους κώδικές τους. Ένα απ αυτά είναι σίγουρα το ηλεκτρικό τραγούδι το όποιο σε μικρότερη ή σε μεγαλύτερη βάση αφορούσε μια μειοψηφία. Επίσης, αν και ήμασταν τρομεροί στην ποικιλία παραδοσιακών χορών και στην εξέλιξή τους, στο τελευταίο μισό του αιώνα η ελληνική κοινωνία δε νομίζω ότι έχει και το χορό και το ψηλό ιδεώδες του σε κάποια θέση. Η παιδεία είναι καταλυτικό θέμα. Οι καλλιτέχνες που προσπαθήσανε να ακολουθήσουν την εποχή τους, αλλά χωρίς να νερώσουν το καλλιτεχνικό τους προφίλ είναι ηρωικά πρόσωπα σε μια χώρα σαν την Ελλάδα. Μιλάμε για μια κοινωνία που έχει αντικαταστήσει τις αξίες με την κατανάλωση και τον καθαρό χρόνο με το παραγωγικό στρες. Κάθε χώρος είναι, λοιπόν, αδηφάγος και ειδικά εμείς που είμαστε διαρκώς στον ανταρτοπόλεμο, στον αυτοσχεδιασμό και στο γιουρούσι και όποιος πρόλαβε μπήκε απ το φεγγίτη. Γι’ αυτό δεν προλαβαίνει και να μας χωνέψει το τέρας και μας καταπίνει αμάσητους.

Υπάρχει η λεγόμενη μάχη της μαρκίζας στο είδος μουσικής που κινείσαι; Ποιο όνομα θα μπει πρώτο;
Αυτό είναι κάτι που εγώ δεν το έχω ζήσει, παρ'ότι συμμετείχα και σε σχετικά πιο μεγάλου βεληνεκούς προγράμματα. Φαντάζομαι ότι παντού υπάρχουνε εγωισμοί. Το οξύμωρο είναι ότι οι καλλιτέχνες που έχουν κάνει μια μεγάλη πορεία και καριέρα, ίσως στη μεγάλη τους διαδρομή να φαντάζει παράδοξος αυτός ο εγωισμός αλλά έχει και ένα μικρό άλλοθι λόγω της διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους πάνω σε ένα τεράστιο "εγώ". Σε αυτή τη ζωή καθώς περνάνε τα χρόνια, μεγαλώνοντας και χορταίνοντας ή γίνεσαι απόλυτα ταπεινός και γλυκός ή αποκτάς ένα τεράστιο εγώ, που δε ξέρεις που να το βάλεις.

Το περίεργο είναι ότι η νεότερη γενιά, η πιο φρέσκια, είναι αυτή που εμφανίζει περίεργα δείγματα και που με έναν και δυο δίσκους είτε είναι στο έντεχνο είτε στη λαϊκό-ποπ είτε οπουδήποτε, έχει έναν εγωισμό και ένα τουπέ -ίσως και από άμυνα- λες και είναι ο Paul McCartney. Αυτό οφείλεται στην εποχή, που έμαθε πολύ γρήγορα σε μια μερίδα νεολαίας ότι μπορείς να γίνεις διάσημος σε μια νύχτα και καλλιέργησε το ότι το θέμα εδώ είναι να φτάνεις όσο πιο γρήγορα γίνεται στο τέρμα, με αποτέλεσμα να μην γλεντάει κανείς τη διαδρομή και να μην νοιάζεται να βρει τον αληθινό καλλιτεχνικό εαυτό του. Όταν έχει κάνει ένα-δυο δίσκους χωρίς καν να το έχει καταλάβει, στη πραγματικότητα νομίζει ότι είναι κάποιος άλλος από αυτός που είναι. Πρόκειται για την άλλη όψη του νομίσματος από τους παλιούς που είχαν φτύσει αίμα πολλές φορές για να φτάσουν εκεί που έπρεπε και μετά ήταν δύσκολο να πάνε πίσω το εγώ τους.

Πώς ελέγχεται η ματαιοδοξία που πηγάζει από την αναγνωρισιμότητα;
Κακά τα ψέματα, όσο πιο μικρός είσαι τόσο πιο δύσκολα θα το αποφύγεις με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Μπορεί κάποιος να το δείχνει ή και να μην είναι καθόλου εμφανές αλλά μέσα του να νιώθει υπεράνθρωπος. Θα πρέπει να είμαστε λίγο επιεικείς με τα ευαίσθητα τρωτά πλάσματα που λέγονται άνθρωποι. Το να νιώθεις κάθε μέρα ευγνώμων και να θυμάσαι κάθε μέρα ότι όλα είναι δώρο, ακόμα και ο καφές που πίνεις, και να συνειδητοποιείς κάθε τόσο ότι είσαι μια μικρή κουκίδα σε ένα τεράστιο σύμπαν.

Την ώρα που εσύ κάνεις το καλλιτεχνικό σου έργο είσαι ένα χαλίκι μες στους αιώνες και την ίδια στιγμή σε όλο τον πλανήτη άλλα 2 εκατομμύρια κάνουν αριστουργήματα. Εάν δεν έχει θρησκευτική παιδεία κάποιος, ο μόνος τρόπος είναι κάθε τόσο να υπενθυμίζει στον εαυτό του τη ρευστότητα και τη σχετικότητα των πραγμάτων και το πόσο περαστικοί είμαστε όλοι και ταξιδιώτες από αυτόν τον πλανήτη και βράζουμε στο ίδιο καζάνι οπότε οφείλουμε να είμαστε και πιο αλληλέγγυοι και πιο αγαπητικοί με τον διπλανό.

Πρέπει σε μια τέτοια εποχή να είναι «στρατευμένοι» οι καλλιτέχνες;
Δεν πρέπει τίποτα. Εδώ δεν είναι μόνο θέμα ανάγκης, ότι ένοιωσες την ανάγκη να εκφράσεις την εποχή σου ή να αντισταθείς. Παίζει ρόλο και το αν έχεις και το ταλέντο να το κάνεις. Υπάρχουν και καλλιτέχνες οι οποίοι νιώθουν σε προσωπικούς διαλόγους, εκφράζουν τις απόψεις τους, αλλά στο τραγούδι δε μπορούν να το προσαρμόσουν καλά. Δεν κάνουμε όλοι την ίδια δουλειά, δηλαδή το τραγούδι που είναι αποκλειστικά της διασκέδασης στρατεύτηκε και αυτό στο παρελθόν σε καιρό πολέμου για να διασκεδάσουν οι στρατιώτες και αυτό θεωρείται μια μορφή αντίστασης.

Μέσα σε αυτή τη λαίλαπα του κυρίαρχου ερωτικού τραγουδιού, δεν γίνεται να σφυρίζεις διαρκώς κλέφτικα και να μην πιάσει η κεραία σου τα φοβερά πράγματα που γίνονται γύρω μας, το ότι λιγοστεύει ο αέρας και το οξυγόνο για όλους και να μη νιώσεις ότι θες να πεις κάτι για αυτό ή για τους χιλιάδες συνταξιούχους ή για τα πρώτα δεινά που φέρνει η παγκοσμιοποίηση στους τόσους διαφορετικούς πολιτισμούς, γιατί ο καλλιτέχνης είναι πρώτα ευαίσθητος δέκτης και μετά είναι εξαιρετικά ευαίσθητος πομπός. Δεν χρειάζεται απαραίτητα, και αυτό είναι θετικό για μας, να περνάνε μέσα από μια κομματική σύμπνοια και ενότητα ή μέσα από οργανωμένα βήματα, αρκεί και ένα στιγμιαίο αντανακλαστικό κάποιου.

Τα δύο τελευταία τραγούδια που έκανα, ένα για τον Πασχαλίδη, το «κόψε την πείνα σου» -που ήταν στιγμιαίο αντανακλαστικό απέναντι στη διήγηση ενός φίλου μου που δούλευε σε ένα εργοστάσιο- και το «μπες στο κλίμα», που ήταν παραγγελία της WWF, ήταν τέτοια αντανακλαστικά απέναντι στα ερεθίσματα που λάμβανα είτε με τις φωτιές είτε ζώντας στη φύση στα Χανιά και καταλαβαίνοντας ότι λιγοστεύει το οξυγόνο. Για μένα η πιο μεγάλη νίκη μέχρι τώρα ήταν το τραγούδι «παιδιά των δρόμων», δηλαδή το γεγονός ότι ένα τραγούδι σε μια εποχή που ήταν ακόμη πιο δύσκολη και συνωστισμένη και που λίγοι το πίστεψαν στην αρχή, ενώ ακριβώς μιλάει για το πώς ενώ είμαστε άοπλοι μέσα στο μπάχαλο και δουλεύουμε απ'το πρωί μέχρι το βράδυ, αυτό που έχει ουσιαστικά σημασία είναι η πίστη, η παρέα, η ταπεινότητα και το να μην ξεχνάμε ότι κάθε μέρα ζούμε από θαύμα, μου ανακοίνωσαν ότι σε ένα τσαρτ επιτυχιών όπως το ελληνικό, το κομμάτι αυτό είναι νούμερο ένα.

Το να βλέπω μέσω της δύναμης της λαϊκότητας της φωνής της Ελένης από ηλικιωμένους στα Γιάννενα μέχρι ψαράδες στη Κάσο να το χορεύουν και να αντιδρούνε, αυτό για μένα σημαίνει πολλά. Μου έδωσε τρομερό θάρρος και μου θύμισε ότι τα μέσα, με αδυσώπητο τρόπο πια, κατευθύνουν τον κόσμο αλλά αρκεί να αλλάξεις λίγο το ερεθισμα και θα το πάρεις το feedback από τον κόσμο.

Για τα μίντια τι γνώμη έχεις και το πώς χειρίζονται τα θέματα που μας αφορούν;
Δεν συμφωνώ που μιντιοποιήθηκε η κοινωνία, που η τηλεόραση και η διασκέδαση είναι καθρέπτης της κοινωνίας αυτής, οπότε της αξίζει. Νομίζω ότι πολύ πιο δυσανάλογα κατευθύνουν τα μίντια τα πράγματα. Ο μιντιακός χρόνος που πάει πέρασε έφυγε, ευνοεί πολύ την αμνησία. Το είδες το έφαγες, γεια σας! Και είναι κάτι που βολεύει και τους πολιτικούς οι οποίοι τις προγραμματικές δηλώσεις τους τις προβάρουν πλέον για την τηλεόραση και όχι για τον κόσμο. Όπως έχει πει και ο Umberto Eco, έχουμε περάσει στην εποχή των πολιτικών-ηθοποιών. Πιο πολύ τους ξέρουμε από τις εκρήξεις τους σε πάνελ και από εκφραστικές τους μανιέρες παρά από τη δουλειά τους.

Έχουμε άνθρωπο τελικά;
Βέβαια έχουμε, είτε είναι εν ζωή είτε όχι. Έχει να κάνει με το πόσο ευαίσθητοι είμαστε, πόσο θέλουμε να κοιτάξουμε. Πολλές φορές οι απαντήσεις όπως και οι άνθρωποι που μας αγαπάνε βρίσκονται «κάτω από τη μύτη» μας, αλλά δε φτάνουν σε μας οι σωστές ερωτήσεις. Ενώ η απάντηση υπάρχει εμείς κάνουμε τη λάθος ερώτηση. Αν κάναμε τη σωστή ερώτηση η απάντηση θα ήταν μπροστά μας.

Είχα διαβάσει παλιά σε ένα κείμενό σου ότι περνάς φάσεις αυτιστικές; Θα ήθελα να μου το εξηγήσεις αυτό.
Αυτό ήταν χιούμορ της στιγμής και να με συγχωρεί όποιος έχει αληθινό αυτιστικό στην οικογένεια. Εννοούσα ότι πόσο ειδικής θερμοκρασίας και κολλημένα άτομα είμαστε, και μπορεί να μην ισχύει μόνο για τους καλλιτέχνες αλλά εγώ μιλούσα για τον εαυτό μου και κατ’ επέκταση για τους καλλιτέχνες. Δε μπορούσα να ζήσω, να επικοινωνήσω, να καταλάβω τον εαυτό μου εάν δε φιλτράρονταν όλο αυτό από μια διαδικασία μουσική. Δε μπορούσα να φανταστώ ότι θα ξεκινούσα μια επικοινωνία αν δεν είχε μουσική βάση. Αυτό κρύβει και φοβερές παγίδες γιατί δεν προχωράει η ζωή έτσι. Το στοίχημα είναι να παντρεύεις τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις σου με όλα αυτά, όπως η μουσική. Από την άλλη, όπως είπε και ο Όσκαρ Ουάιλντ, τι θα ήταν ο καλλιτέχνης χωρίς τις εμμονές του; Σωστό και αυτό αλλά από την άλλη δε θέλω να φτάσω στο σημείο να κόψω το αυτί μου για να το ζωγραφίσω όπως ο μέγιστος Van Gong.

Θέλω ένα σχόλιο για τους φανατικούς οπαδούς και το φιλοθεάμον κοινό. Και ποιους προτιμάς.
Ο Χατζιδάκις έλεγε, και από μια άποψη είχε δίκιο, ότι το κοινό του ο καθένας οφείλει να μαθαίνει να το επιλέγει μέσα από τη δουλειά του και την αισθητική του. Βέβαια αυτό ούτε τότε γινόταν ακριβώς γιατί το τραγούδι είναι σαν σφαίρα, όταν φεύγει από σένα πάει οπουδήποτε. Δε μπορώ να είμαι κριτικός με μια μερίδα φανατικών, ειδικά γύρω από το φερόμενο ως έντεχνο -που προσωπικά βρίσκω γελοίο τον τίτλο- ή ηλεκτρικό τραγούδι γιατί αυτοί μας κράτησαν εμάς και συνεχίζουν να μας δίνουν ζωή, να μας τροφοδοτούν, να μας αγαπάνε και να μας επιστρέφουν την έμπνευση. Είναι άλλο το κοινό που θα πάρει το αμάξι για να μας ξαναδεί και στη Λάρισα ας πούμε και είναι άλλο το ότι σκίζω το ρούχο μου.

Φανατικός από φανατικός διαφέρει. Όμως όλοι βοηθάνε, αρκεί να μη φτάνουν σε όρια απειλητικά ή καταπιεστικά για τον καλλιτέχνη. Δε μπορείς να απαιτείς από τον καθένα να έχει το χρόνο να διεισδύσει στο βάθος της δουλειάς σου, γεγονός που συμβαίνει με κάποιους φιλότεχνους που με δυο λόγια σε κάνουν να αντιληφθείς ότι κατανόησαν τι ακριβώς ήθελες να πεις. Εγώ είμαι και σε έναν χώρο όπου η οπαδοποίηση ακόμα και όταν συμβαίνει δεν γίνεται με έναν τρόπο φανατικό και με ακραία διάθεση. Κολλημένοι υπάρχουν παντού και δε μπορείς να τους αποφύγεις. Παρόλ'αυτά δε χωνεύω καθόλου τους ξερόλες είτε είναι μέρος του κοινού, είτε των μίντια είτε δικοί μας. Δε μπορείς να είσαι απόλυτος με τη δουλειά και τη ζωή του άλλου ειδικά αν δεν έχεις πονέσει ή τριβεί στο ίδιο πεδίο. Ο καθένας μπορεί να έχει την άποψή του αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα την πάρω στα σοβαρά.

Πόσο μεγάλο ή μικρό ρόλο παίζουν οι γονείς και το περιβάλλον ενός παιδιού στη μετέπειτα πορεία του;
Καταλυτικό, σε όλη μας τη ζωή και την ισορροπία. Και σε αυτά που κάνουμε και σε αυτά που δεν κάνουμε από αντίδραση. Θέλει δουλειά με τον εαυτό μας για να τα διαλευκάνουμε αυτά. Αλλά ο Έλληνας την ψυχανάλυση την έχει πάρει με κακό μάτι και νομίζει ότι όποιος κάνει είναι τρελός. Ακόμα και την πόλη που ζούμε την κουβαλάμε μέσα μας. Αυτά μεγαλώνοντας τα επισημαίνεις και προσπαθείς να κάνεις αυτό που πιστεύω ότι είναι καθήκον όλων μας, να κρατήσουμε από τους γονείς μας αυτά που πραγματικά μας ταιριάζουνε και να αφαιρέσουμε τα υπόλοιπα ώστε να εξελιχθούμε. Και οι γονείς μας διαμορφωμένοι άνθρωποι ήταν όταν μας κάνανε με δικά τους πράγματα διαφορετικά. Εμένα οι γονείς μου και από τις δύο πλευρές με έχουν βοηθήσει, και στηρίζοντάς με και πολεμώντας με σφοδρά, με αποτέλεσμα να χάσω κάτι στο δρόμο, λόγω του ακραίου αντανακλαστικού, αλλά και να φτάσω κάπου γρηγορότερα, όπου αλλιώς δεν θα είχα τα κότσια να το φτάσω.

Πιστεύεις ότι υπάρχει μια παρελθοντολαγνεία στην εποχή μας; Ό, τι έγινε παλιά ήταν καλό ενώ τώρα όχι.
Αυτό είναι ένα μόνιμο σύνδρομο και συναντάται σε κάθε εποχή. Το παλιό έχει ήδη συντελεστεί, έχει πάρει τη θέση του και πάντα υπερτερεί από το μελλούμενο και από αυτό που προσπαθεί να καταταχθεί εκείνη την ώρα μες το γίγνεσθαι. Το επικίνδυνο με τις πολύ συντηρητικές χώρες ή με αυτές που δεν έχουν πολλές ευκαιρίες και γρήγορη εξέλιξη, όπως η δική μας, είναι ότι το παλαιοπωλείο γίνεται καθεστώς.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v