Όταν φτάσει ο χειμώνας και δε θα 'ρχεται βαπόρι

Πάνε δύο ολόκληρα χρόνια απ' το πρωί που ξαναδιέσχισα το Σύνταγμα κι ανέπνευσα τον καθαρό αθηναϊκό αέρα του, αφού για όσο είχε καταληφθεί απ' τους “αγανακτισμένους” δεν είχα περάσει παρά μόνο μια φορά κι αυτή, επειδή ξεχάστηκα.
Πάνε δύο ολόκληρα χρόνια απ' το πρωί που ξαναδιέσχισα το Σύνταγμα κι ανέπνευσα τον καθαρό αθηναϊκό αέρα του, αφού για όσο είχε καταληφθεί απ' τους “αγανακτισμένους” δεν είχα περάσει παρά μόνο μια φορά κι αυτή, επειδή ξεχάστηκα. Τι όμορφο θέαμα, το σκέφτομαι τώρα και συγκινούμαι μιας που είναι εποχή για κάμπινγκ και για μπιρίτσα στις πλατείες...

Λίγες μέρες λοιπόν μετά από εκείνο το πανέμορφο, ηλιόλουστο, καλοκαιρινό πρωινό του 2011, περνούσα μπροστά από γνωστό στέκι του Κολωνακίου όταν άκουσα μια αγανακτισμένη κυρία να “τα χώνει” στους αφεντάδες του τόπου και να υπενθυμίζει στους συνομιλητές της την περιβόητη, στα πέρατα του κόσμου, αφοσίωση του έλληνα στους σκοπούς που αναλαμβάνει με πάθος.

“Λαϊκή εξέγερση σου λέω! Ας γυρίσουν όλοι απ' τις διακοπές θα δεις τι έχει να γίνει...” είχε πει και κανείς απ' την ομήγυρη δε γέλασε με την τερατώδη αντίφαση αυτής της δήλωσης-πρόβλεψης, η οποία πριν από 20 χρόνια θα μπορούσε να ξεστομιστεί μόνο από χαρακτήρα του “Ρετιρέ” όπου θα χλευαζόταν απ' την παλιοπαρέα του “γραφείου” της κυρίας Ζαχαροπούλου. Πριν από 40 χρόνια δε, θα ξεστομιζόταν από κάποια καρικατούρα του Τσιφόρου ή του Σακελλάριου σε κάποια ηθογραφία αντάξια του Καραγκιόζη στην διακωμώδηση των χαριτωμένων ελαττωμάτων του έλληνα.

Τα θυμήθηκα ολ' αυτά με την ευκαιρία του καινούργιου σουξέ του Βασίλη Παπακωνσταντίνου με τίτλο “Τα σφηνάκια”, ένα κομμάτι αμιγώς καλοκαιρινό και αδιαφιλονίκητα ελληνικό που ανανεώνει, όχι τον βαμπιρικό μύθο, αλλά το μύθο που ονομάζεται “στρατευμένο τραγούδι”.

Στρατευμένο, όχι βέβαια επειδή ξεκινά με τον στίχο “Κυρ λοχαγέ μου θέλω άδεια / Έχω ριζώσει στη σκοπιά”, αλλά επειδή αποτελεί τη μουσική έκφραση της παραπάνω δήλωσης και τη μαζικοποίηση ενός ιδιωτικού παραστρατήματος που θα μπορούσε μέχρι σήμερα να αποδοθεί στην ιδιοσυγκρασία της συγκεκριμένης κυρίας κι όχι στην εθνική της ταυτότητα, αποδεικνύοντας ότι εγώ, κι όχι η κυρία, είμαι ο παπάρας της υπόθεσης. Κι όμως, έρχεται ο εθνικός μας “Βασίλης”, δύο καλοκαίρια μετά, να με δικαιώσει! Το κάνει τραγουδώντας με ζέση τους στίχους του Θοδωρή Γραμμένου υπό τους ήχους του μπουζουκιού του Χρήστου Νικολόπουλου...

Κυρ λοχαγέ μου θέλω άδεια / Έχω ριζώσει στη σκοπιά / Έχω ξεφύγει καίω λάδια / Θέλω να πάω στα νησιά

Παρέα με τα φιλαράκια / Όλη τη νύχτα στα μπαράκια / Να ξεπατώνουμε σφηνάκια

Έλα να πάμε στα νησιά / Να βρούμε γάργαρα νερά / Κι άσε να κάνουν οι αγορές / Μέσα στο βούρκο τους βουτιές / Έλα να πάμε στα νησιά / Έλα να βγούμε στ'ανοιχτά / Μακριά απ'τις λίστες των ληστών / Σε παραλίες γυμνιστών

Κυρ λοχαγέ μου τι θα γίνει / Βλέπω στον ύπνο μου αχινούς / Θέλω να πάω Μυτιλήνη / Ανάφη, Τήλο και Λειψούς

Να πάμε στις βραχονησίδες / Που' ναι γυμνές οι κορασίδες / Και ξεκολάνε πεταλίδες

(Ρεφρέν)

Στην Κάλυμνο με τα σφουγγάρια / Στην Αμοργό με τα φεγγάρια / Να αλιεύουμε τα ψάρια

Τώρα πια κανείς δε μπορεί να πει ότι έκρινα έναν ολόκληρο λαό από την παπαριά ενός ανθρώπου. Τώρα που ένας βετεράνος στιχουργός με έναν βετεράνο μπουζουκτσή κι έναν βετεράνο τραγουδιστή των καημών του λαού μας βροντοφωνάζουν αυτό που κάθε ένας από εμάς κρύβει στην καρδιά του, τη λαχτάρα να ξεπατώνει σφηνάκια όλη νύχτα στα μπαράκια και να χαζεύει γυμνές κορασίδες να ξεκολάνε πεταλίδες σε πείσμα ληστών και αγορών. Και λιστών.

Ένας τέτοιος είναι και ο Αντώνης Ρέμος και δε χάνει την ευκαιρία να το βροντοφωνάξει όταν οι υποκριτές του επιτίθενται για τα “χουντογλέντια” στα οποία συμμετέχει για να κερδίσει ένα πενιχρό νυχτοκάματο...

“Δεν πίνω σαμπάνιες, δεν ανοίγω σαμπάνιες, δεν χύνω σαμπάνιες και δεν πληρώνω σαμπάνιες. Αυτό το κάνουν άλλοι. Εγώ το μόνο που κάνω είναι να τραγουδώ και να προσπαθώ να διασκεδάζω τον κόσμο. Και προσπαθώ να το κάνω καλά. Γι' αυτό και μόνο μπορώ να απολογηθώ. Για όλα τα άλλα, το κάνουν οι άλλοι. Ούτε θέλω, ούτε πρέπει, ούτε είναι η δουλειά μου να απολογηθώ. Οσον αφορά το χιούμορ με τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας, είναι χιούμορ. Χιούμορ που εκφράζεται πολλές φορές στην υπερβολή, αλλά χιούμορ. Το χιούμορ του μέσου Ελληνα! Σε αυτούς ανήκω και εγώ και με αυτόν τον τρόπο αντιδράμε στη σκληρή, σημερινή πραγματικότητα στην οποία μας έχουν επιβάλλει να ζούμε. - Αντώνης Ρέμος”

Δ Ι Κ Α Ι Ω Σ Η! Το λέει και ο εθνικός σταρ. Με αυτόν τον τρόπο αντιδράμε στη σκληρή κλπ. Με σαμπάνιες, American rib eye steak και καραβιδόψυχα πανέ GOD DAMMIT! Και αγνό, ανόθευτο ελληνικό χιούμορ. Οτιδήποτε άλλο είναι εντελώς α-πατριωτικό και αν-ελληνικό.

Αλλά γι' αυτό αγαπώ το καλοκαίρι διάολε!

Και πριν φύγω για “ν' αλιεύσω (!!!) τα ψάρια” και να αράξω “σε παραλίες γυμνιστών” στα νησιά μας ας παραφράσω εκείνο το παλιό τραγουδάκι του Μποστ μετατρέποντάς το σε στρατευμένο στο γόνατο, με πέντε μόνον μικροαλλαγές...

Ένα πλοίο έθνος ταξιδεύον με υπέροχον καιρόν / αιφνιδίως εξοκείλει ανοιχτά των Αζορών Αγορών.

Κι ένας νέος με μιαν νέα, ωραιότατα παιδιά ελληνόπουλα αγνά / φθάνουν κολυμβών γενναίως εις πλησίον αμμουδιά.

Ζώντας βίον πρωτογόνου και ο νέος με την κόρη / κοίταζαν και κάπου κάπου εάν έρχεται βαπόρι.

Αλλά φθάσαντος χειμώνος και μη φθάνοντος βαπόρι / απεβίωσεν ο νέος και απέθανεν η κόρη.

Αργότερα αργότερα πλησίασαν δυο κότερα / ήρθε κι ένα βαπόρι ματαίως ψάχνον για να βρει / ματαίως ψάχνον για να βρει τον νέον και την κόρη.

Κατηραμένη νήσος, νήσος χούντα, χούντα των Αζορών Αγορών / που καταστρέφεις νέους και θάπτεις των κορών.

Να πέσει τιμωρία από τον ουρανόν / να λείψεις απ’ τους χάρτας και των ωκεανών.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v