Εκεί που οι άγγελοι παίρνουν μερτικό και ο διάβολος μίζα...

Η απρόσμενη μελέτη των τελευταίων ημερών μου χάρισε - και μου χαρίζει πολύ ενδιαφέρουσες και χρήσιμες γνώσεις. Κάποιες από αυτές σκέφτηκα να τις μοιραστώ μαζί σας...
Εκεί που οι άγγελοι παίρνουν μερτικό και ο διάβολος μίζα...
Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι διάβασμα ρίχνω αυτές τις μέρες. Μιλάμε για σοβαρό διάβασμα, που μου απορροφά κάθε τελευταίο δευτερόλεπτο από τον ήδη ελάχιστο ελεύθερο χρόνο μου! Όχι, δεν αποφάσισα στα γεράματα να επιστρέψω στα θρανία. Απλά έχω την χαρά και τιμή να είμαι κριτής στον διαγωνισμό Born Digital Wine Awards, στον οποίον λαμβάνουν μέρος communicators από όλο τον κόσμο, που ασχολούνται με το κρασί και τα οινοπνευματώδη, πάντα όμως σε ψηφιακά μέσα.
 
Είναι μεγάλη τιμή, δεν το συζητώ. Όχι μόνο γιατί είμαι μέλος σε μια επιτροπή διακεκριμένων συναδέλφων από όλο τον κόσμο, όπως δύο διάσημοι Masters of Wine, η Sarah Abbott και ο Pedro Ballesteros, η βραβευμένη Αμερικανίδα συγγραφέας Elin McCoy ή ο κορυφαίος wine blogger Alder Yarrow, αλλά και επειδή μου έχουν εμπιστευθεί την ευθύνη αξιολόγησης συμμετοχών που έχουν δημοσιευτεί σε μια πληθώρα ψηφιακών μέσων: από μικρά blogs που ούτε γνώριζα πως υπάρχουν, μέχρι τους New York Times!
 
Δεν παραπονιέμαι, λοιπόν. Απλά δυσανασχέτησα, στην αρχή, γιατί πρόκειται για μεγάλο όγκο συμμετοχών. Βλέπετε, ενώ κάθε κριτής αναλαμβάνει από μία κατηγορία (πχ video ή φωτογραφίες ή οινοτουρισμός), ο Πρόεδρος της επιτροπής, καθώς κι εγώ, ως εκπρόσωπος της FIJEV, της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων και Συγγραφέων Οίνου & Αποσταγμάτων, πρέπει να τις αξιολογήσουμε και να τις βαθμολογήσουμε όλες! Και όχι τίποτα άλλο, αλλά η δουλειά αυτή συνέπεσε χρονικά με την πιο φορτωμένη για εμένα περίοδο του χρόνου (ταξίδια, νέα projects, deadlines για άρθρα κλπ).
Πολύ σύντομα όμως, βλέποντας τα βίντεο και διαβάζοντας τα άρθρα, συνειδητοποίησα ότι
μαθαίνω πολλά και εξαιρετικά χρήσιμα πράγματα μέσα από αυτή τη διαδικασία. Κι αυτό γιατί, οι περισσότερες από τις συμμετοχές έχουν προκύψει από εξαιρετικά εμπεριστατωμένη έρευνα. Θα ήθελα να τα μοιραστώ μαζί σας όλα, για λόγους δεοντολογίας, ωστόσο, δεν μπορώ, τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθεί ο διαγωνισμός. Διαβάζοντας όμως κάτι σε ένα από τα άρθρα, χτες, βρήκα μια πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία, που θέλω (και μπορώ) να μοιραστώ μαζί σας. Είναι η εξής:
 
Οι περισσότεροι που ασχολούμαστε με το κρασί (και κυρίως με το οινόπνευμα) έχουμε ακούσει τον όρο "Angels' Share" (στα Ελληνικά, το "μερτικό των αγγέλων"). Αναφέρεται στο ποσοστό ενός αποστάγματος (ισχύει και για το κρασί) που εξατμίζεται κατά την παλαίωσή του στο βαρέλι και, κατά την ρομαντική αυτή δοξασία, πηγαίνει στον ουρανό, για να το απολαύσουν οι άγγελοι. Βέβαια, η πραγματική απώλεια για ένα αποστακτήριο μόνο ρομαντική δεν είναι. Στο Cognac, για παράδειγμα, εκεί που λέγεται ότι πρωτο-επινοήθηκε ο όρος, έχει υπολογιστεί ότι αφορά σε εξάτμιση ποσοστού 2-4% ετησίως. Αν το ποσοστό αυτό το αναγάγουμε σε αποστάγματα τα οποία μπορούν να παλαιώσουν στο ίδιο βαρέλι για 20, 40, 60 ίσως και παραπάνω χρόνια, και τα οποία εν τέλει έχουν μεγάλη αξία, τότε η απώλεια σε ποσότητα και κατ' επέκταση σε έσοδα, είναι πολύ σοβαρή.
 
Στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, στις ΗΠΑ, εκεί όπου παράγεται το bourbon, η μέτρηση της απώλειας του αποστάγματος λόγω εξάτμισης πέρασε σε ακόμα πιο προχωρημένο επίπεδο. Εκεί βρήκαν ότι, πέρα από το 2-4% του μερτικού των αγγέλων, ένα σχεδόν ισοδύναμο ποσοστό απορροφάται από το ξύλο του βαρελιού, μέσω των πόρων του. Επειδή όμως αυτό ουσιαστικά παγιδεύεται στο ξύλο και δεν μπορεί να πάρει το δρόμο προς τα ουράνια, η αντιμετώπισή του από τους αποσταγματοποιούς δεν είναι τόσο ρομαντική, γι αυτό και το ονομάζουν "The Devil's Cut", δηλαδή "η μίζα του διαβόλου", σε ελεύθερη απόδοση. Αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι αυτό το ποσοστό αποστάγματος που έχει απορροφηθεί στο ξύλο, είναι που κάνει τα βαρέλια του bourbon τόσο περιζήτητα και μετέπειτα χρησιμοποιούνται για την παλαίωση εκλεκτών single malts στη Σκωτία.
 
Πληροφορήθηκα δε ότι, σχετικά πρόσφατα, ο Fred Booker Noe III, Master Distiller της Jim Beam, επινόησε και πατεντάρισε μία μέθοδο εξαγωγής του παγιδευμένου αποστάγματος από το ξύλο του βαρελιού. Στη συνέχεια, το χαρμάνιασε με bourbon 6ετούς παλαίωσης και το εμφιάλωσε κάτω από την εύλογη ετικέτα "Jim Beam Devil's Cut"!
 
Δεν το έχω δοκιμάσει, αλλά απ' ότι καταλαβαίνω δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, σπάνιο ή super premium. Απ' ότι έχω δει, στην Αγγλία πωλείται ακόμα και στα σούπερ-μάρκετ, ενώ υπάρχει και στην Ελλάδα, σε τιμή χαμηλότερη των €30. Πουλάει πολύ καλά πάντως, απ' ότι μαθαίνω. Κι εκεί είναι που φαίνεται η σημασία ενός καλού story στο σύγχρονο marketing. Στην υγειά σας!
 
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v