Αρκεί να μην στρατεύουμε το χιούμορ μας, παιδιά  

Ο Αρκάς μπήκε στο πολιτικό παιχνίδι και απογοήτευσε όλους αυτούς που νομίζουν ότι το χιούμορ είναι καλύτερης ποιότητας όταν μένει μακριά απο τα κόμματα.
Αρκεί να μην στρατεύουμε το χιούμορ μας, παιδιά
Η απόφασή του Αρκά να πάρει δημόσια πολιτική θέση (στα ψιλογεράματα, φαντάζομαι) υπέρ του «παραιτηθείτε» τον αποξένωσε από μεγάλο μέρος του κοινού του. Για τον πολύ κόσμο, εκείνο που λειτούργησε στην κατεύθυνση αυτή, είναι το ότι αυτός, όντας ακαθόριστα «εναλλακτικός» τάχθηκε στο πλευρό του κατ΄εξοχήν κόμματος της δεξιάς, δεχόμενος να δεσμεύσει πολιτικά την τέχνη του στην πολιτική- ίσως και στην κομματική- σκοπιμότητα.

Εγώ το βλέπω επίσης με δύο τρόπους. Ο πρώτος έχει να κάνει με την επί της αρχής ελευθερία κάθε ανθρώπου να αυτοπροσδιορίζεται όπως γουστάρει, και να αλλάζει πολιτικές θέσεις όσο συχνά γουστάρει. Ακόμη και αν αυτός ο άνθρωπος λειτούργησε ως πρότυπο ή ως σύμβολο για περισσότερο ή λιγότερο κόσμο, σε προσωπικό επίπεδο έχει δικαίωμα- όπως ο καθένας μας- να ταχθεί όπου νομίζει σωστό.

Το 1990-91 ο Σαββόπουλος είχε βγάλει τον δίσκο «Κούρεμα», πραγματοποιώντας συντηρητική στροφή. Ο δίσκος, μεταξύ άλλων, πρότεινε ψήφο στον «Μητσοτάκ» για να φύγει ο «Παπατζής» και λοιπά ωραία. Ένας κόσμος που είχε δει στον Σαββόπουλο ολόκληρη την μεταδικτατορική αμφισβήτηση του ‘70 και είχε ταυτίσει τα τραγούδια του με την δική του νιότη, φρύαξε. Τα «πουλημένος» έδιναν και έπαιρναν- ειδικά όταν άρχισε τις συνεργασίες με το υπουργείο Άμυνας του Βαρβιτσιώτη και έκανε σειρά συναυλιών σε στρατόπεδα της ακριτικής Ελλάδας. «Μόνο οι νεκροί και τα ντουβάρια δεν αλλάζουν», μου είχε πει τότε, όταν τον είχα, ως πιτσιρικάς, ρωτήσει τι έχει να απαντήσει στις κατηγορίες.

Αυτό είχε λοιπόν συμβεί: Άλλαξε. Το είδε αλλιώς. Το ‘στριψε.

Όσο και να θύμωσαν οι- πιθανώς πια το ίδιο συμβιβασμένοι- άλλοτε ακροατές του, ο ίδιος θέλησε και το έκανε. Αυτοί δεν σταμάτησαν ποτέ να βλέπουν τον Σαββόπουλο ως σύμβολο. Και τα σύμβολα δεν μπορούν να γίνουν κάτι άλλο από σύμβολα. Σίγουρα όχι μεσήλικες που δικαιούνται να συντηρητικοποιηθούν.

Από την άποψη αυτή στηρίζω Αρκά και μπράβο του.

Η δεύτερη οπτική μου έχει να κάνει με το ίδιο θέμα αλλά από την… ανάποδη. Δεν μπορώ να μην σκεφτώ ότι θα μου λείψει η ύπαρξη άλλης μιας φωνής που- στο δικό μου το μυαλό- εξέφραζε την περιφρόνηση στην φτηνιάρικη πολιτική μας ζωή μέσα από το «απολιτίκ», αλλά τελικά βαθιά πολιτικοποιημένο, χιούμορ των χαρακτήρων του Αρκά.

Το «σύμβολο» του Αρκά που είχα πλάσει εγώ, στεκόταν πάνω από τις απόπειρες πολιτικών, πολιτικάντηδων και κομμάτων να «θυμώσουν» ή να καλοπιάσουν τον κόσμο για να τους δώσει την ψήφο του. Φώτιζε την οπισθοδρομικότητα και την καθυστέρηση της ελληνικής κοινωνίας και του σύγχρονου μικροαστού με διεισδυτικό σαρκασμό και πλάκα.   

Όπως σωστά σημειώνει η Έλενα Ακρίτα, την ίδια πορεία ακολούθησε και ο Λάκης Λαζόπουλος, αν και για εμένα τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα. Γούστα είναι αυτά. Απλώς ο Λαζόπουλος απώλεσε «το δίκαιο του σατιρίζοντος», πέφτοντας προς τον Σύριζα και όχι προς την άλλη μεριά.

Ας είναι. Δεν θυμώνω με τον Αρκά, αλλά τον νιώθω ξένο. Κοιτώ προς τους αναγνώστες και λέω κάτι κυνικό. Από ό,τι θυμάμαι, έτσι θα έκανε και ο Μοντεχρήστος.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v