Η Χούντα και ο μύθος της «αντίστασης όλου του κόσμου»

«Πώς ενώ στο Πολυτεχνείο ήταν όλα και όλα 500 άτομα, μετά την πτώση της Χούντας, η μισή Ελλάδα είχε βρεθεί εκεί μέσα;».
Σε κάθε «εορτασμό του Πολυτεχνείου» θυμάμαι μια καθηγήτρια, φιλόλογο, που είχα στο γυμνάσιο. Ήταν μια συντηρητική και σοβαρή γυναίκα. Ψήφιζε δεξιά, αλλά με τη λογική της ευπρέπειας και όχι με την ιδεολογία της λαϊκής δεξιάς τύπου «Απογευματινή».

«Δε μπορώ να καταλάβω», έλεγε εν έτει 1988 η καθηγήτρια, «πώς ενώ στο Πολυτεχνείο ήταν όλα και όλα 500 άτομα, μετά την πτώση της Χούντας, η μισή Ελλάδα είχε βρεθεί εκεί μέσα». Δυσάρεστη θέση «κόντρα» στην ενωτική αντιπάθεια του λαού μας για τη δικτατορία και, κυρίως, κόντρα στην συλλογική επιθυμία η αντίσταση στη Χούντα να ήταν κοινός τόπος.

Τότε, η αριστεροειδής ανατροφή μου με είχε κάνει να εκπλαγώ δυσάρεστα από τη θέση της φιλολόγου μας. Μεγαλώνοντας, κατάλαβα όχι μόνο ότι αυτή ήταν η αλήθεια, αλλά και ότι γενικώς η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας στους συνταγματάρχες δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε «μαζική».
 
Ο λόγος είναι απλός. Για τον περισσότερο κόσμο η Χούντα δεν έφερε και μεγάλη αλλαγή στη ζωή του- ορισμένες κατηγορίες μάλιστα ωφελήθηκαν, όπως οι αγρότες που τους χαρίστηκε ένα μέρος των δανείων που τους είχε δώσεις η Αγροτική τράπεζα. Γιατί λοιπόν να τα βάλουν οι φιλήσυχοι άνθρωποι με το καθεστώς; Η πλειοψηφία της κοινής γνώμης είχε τη γνώμη ότι, όσοι τόλμησαν να αντισταθούν στη Χούντα, που συνήθως προέρχονταν από τον χώρο της αριστεράς, «πήγαιναν γυρεύοντας».

Όχι ότι το καθεστώς ήταν συμπαθές- κάθε άλλο. Κανείς δεν τους χώνευε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τους μισούσε ή, πολύ περισσότερο, ότι ήταν διατεθειμένος να αναλάβει κάποιου είδους δράση για αυτό. Ολόκληρες στρατιές ανθρώπων προσπαθούσαν να μπουν στο δημόσιο, όπως και σήμερα, οι «ημέτεροι» πανηγύριζαν για τα προνόμιά τους, όπως και σήμερα και πολύς-πολύς κόσμος βολεύτηκε κάπου, όπως συμβαίνει και με τις σημερινές αλλαγές κυβερνήσεων.

Και άρα; Η αντίσταση στη Χούντα δεν υπήρξε; Ο Θεοδωράκης; Οι φυλακές και τα βασανιστήρια; Είναι μύθος αυτά; Ασφαλώς και όχι.

Για μια ομάδα ανθρώπων η Χούντα ήταν όλα αυτά. Και βασανίστηκαν και εξορίστηκαν και κυνηγήθηκαν. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς έβαζαν και εκρηκτικούς μηχανισμούς μικρής έντασης (οι «κροτίδες» για τις οποίες καμάρωνε ο πρώην Πρωθυπουργός κ. Σημίτης). Όλοι αυτοί οι άνθρωποι όμως δεν ήταν η πλειοψηφία. Οι περισσότεροι δεν είχαν πολυκαταλάβει τι γίνεται. Οι διαμαρτυρίες για την ανελευθερία στις πολιτικές πεποιθήσεις ήταν μια ανυπακοή που, αν και ήταν «μάλλον» ηθικά ορθή, δεν φαινόταν καθόλου σώφρων.

Τα περί αδράνειας του κόσμου φαίνονται και στις επιστολές που έστειλε ο Αβέρωφ στον Καραμανλή στο Παρίσι. «Ο κόσμος εδώ ενδιαφέρεται περισσότερο για το ποδόσφαιρο», έλεγε με πίκρα, ενώ παρόμοιες αναφορές υπάρχουν και εκ μέρους της αμερικανικής πρεσβείας που, όπως αναφέρει σε ενημέρωσή της προς το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, δεν εντοπίζει κίνδυνο ανατροπής του μετά το 1967 καθεστώτος.

Ναι, λοιπόν. Πιθανότατα στα χρόνια 1967-1974 δεν αποδείχθηκε ότι οι έλληνες «πέφτουν και στη φωτιά για τη δημοκρατία και τις πολιτικές ελευθερίες τους». Μάλλον οι όποιοι ηρωισμοί κατά του καθεστώτος ήταν υπόθεση ατόμων ή ομάδων και όχι «εθνικό ζήτημα».
Αυτή όμως η πλευρά της ιστορίας έχω την αίσθηση ότι δεν συνέφερε κανέναν και για αυτό δεν έγινε και πολύ δημοφιλής. Δεν συνέφερε βέβαια εκείνους που για επτά χρόνια ούτε που σηκώθηκαν από τον καναπέ τους. Δεν συνέφερε όμως ούτε τους πραγματικούς πρωταγωνιστές της αντίστασης κατά της χούντας, τους οποίους η «πειραγμένη» συλλογική μνήμη ανέδειξε σε ηρωικούς πιονιέρους μιας πανεθνικής προσπάθειας. Οι περισσότεροι άλλωστε με αυτή την προίκα έπιασαν τα πόστα.

Θα μας είναι πιο χρήσιμο από το να κατασκευάζουμε στη συλλογική μας μνήμη μια αντίδραση που δεν υπήρχε, να δούμε επακριβώς ποια ήταν αυτή, και- αν μας νοιάζει τόσο πολύ- γιατί ήταν μόνο τόση και όχι περισσότερη. Είναι σημαντικό να έχουμε άποψη για την ιστορία μας. Το πρόβλημα είναι ότι η άποψη σφυρηλατείται με την γνώση και την αμφισβήτηση και αυτές δεν είναι πάντα εύκολες.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v