3 συγγραφείς προτείνουν 10 βιβλία

Τρεις επιτυχημένοι Έλληνες συγγραφείς, Ο Γιάννης Ξανθούλης, ο Κώστας Μουρσελάς και η Ιωάννα Μπουραζοπούλου περιγράφουν με τον δικό τους, ιδιαίτερο τρόπο δέκα βιβλία που αξίζει να αναζητήσετε σε κάποιο ράφι βιβλιοπωλείου.

3 συγγραφείς προτείνουν 10 βιβλία
Τρεις επιτυχημένοι Έλληνες συγγραφείς, Ο Γιάννης Ξανθούλης, ο Κώστας Μουρσελάς και η Ιωάννα Μπουραζοπούλου περιγράφουν με τον δικό τους, ιδιαίτερο τρόπο δέκα βιβλία που αξίζει να προσέξετε… την επόμενη φορά που θα τα συναντήσετε σε κάποιο ράφι βιβλιοπωλείου.

Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, Η άβυσσος: «Περιγράφει τις περιπέτειες ενός καλόγερου-διανοούμενου από την Μπρυζ, που θα περιπλανηθεί στην Ευρώπη του 16ου αιώνα και θα ερευνήσει τους νόμους της φύσης, της θρησκείας και της πολιτικής, αναζητώντας την ουσία της δικής του ύπαρξης. Μεγαλόπρεπο σαν καθεδρικός ναός και λεπτοδουλεμένο σαν αραβούργημα» λέει η Ιωάννα Μπουραζοπούλου (φωτογραφία αριστερά).

«Σε απορροφά από τις πρώτες σελίδες και ανακαλύπτεις σύντομα ότι έχεις χαθεί στα καλντερίμια, τις δάση και τα αβαεία μιας άλλης εποχής, όπου παρακολουθείς συνεπαρμένος τους δαιδαλώδεις συλλογισμούς του ήρωα και τις μαρτυρικές του αναζητήσεις» συνεχίζει.

«Κατά το συνήθειο των μεγάλων δασκάλων, η συγγραφέας ξετυλίγει υπομονετικά την πλούσια αφήγησή της, που περιλαμβάνει ένα πλήθος ανθρώπων, γεγονότων και καταστάσεων, σαν να ξεδιπλώνει ένα πολύχρωμο χαλί, που η κάθε του λεπτομέρεια είναι από μόνη της μια ιστορία ιδεών και παθών. Συνιστάται για όσους αγαπούν την κλασική λογοτεχνία».

Ντέιβιντ Μπόραταβ, Ψίθυροι στο Μπέγιογλου: Το Μπέγιογλου είναι μια συνοικία, ένας λόφος, ο όγδοος, έξω από τα τείχη που περιβάλλουν την παλιά Κωνσταντινούπολη. Ο ήρωας του βιβλίου, μεγαλωμένος στο Παρίσι και κάτοικος σήμερα του Λονδίνου, επιστρέφει ύστερα από χρόνια στην πατρίδα του και όλα ξαναρχίζουν από την αρχή. «Μου άρεσε και για προσωπικούς λόγους, γιατί τρέφω μια αγάπη για την Κωνσταντινούπολη. Είναι όμως και μια πολύ όμορφη ιστορία, ιδιαίτερα καλογραμμένη κι εξαιρετικά μεταφρασμένη» λέει ο Γιάννης Ξανθούλης (φωτογραφία δεξιά).

Χοσέ Κάρλος Σαμόθα, Η Κλάρα στο μισοσκόταδο: «Πιο στοχαστικό από θρίλερ, πιο σατανικό από επιστημονική φαντασία, πιο φιλοσοφημένο από νουάρ. Αποτυπώνει ανάγλυφα την υπερβολή και την ανθρωποφαγία της τέχνης, την ώρα ακριβώς που την υμνεί» περιγράφει η Ιωάννα Μπουραζοπούλου.

«Οι καλλιτέχνες του βιβλίου χρησιμοποιούν ανθρώπινους καμβάδες για τα έργα τους, μοντέλα που εκπαιδεύονται σκληρά και υποβάλλονται σε ταπεινώσεις και επεμβάσεις για να αναπαραστήσουν πετυχημένα τη «ζωή», έχοντας χάσει τη δική τους. Τα σώματά τους γίνονται άμορφος πηλός στα χέρια παθιασμένων δημιουργών κι όσο πειστικότερη είναι η μεταμόρφωση – απονέκρωσή – τους, τόσο ανεβαίνει η αξία τους στην αγορά. Για εκείνους που γοητεύονται από πρωτότυπα και σκοτεινά θέματα», προσθέτει η ίδια.

Χουάν Κάρλος Ονέτι, Το Ναυπηγείο: «Αγάπησα φοβερά αυτό το μυθιστόρημα- μεγάλος συγγραφέας αυτός ο Ονέτι!» λέει ο Κώστας Μουρσελάς (φωτογραφία αριστερά). Και αυτό το έργο του είναι νομίζω ένα έργο- σταθμός στη λατινοαμερικανική λογοτεχνία γενικότερα. Ο Ονέτι διασκεδάζει με την ανθρώπινη αποτυχία και με τον παρηκμασμένο ήρωά του. Η τελευταία δουλειά του είναι να αναλάβει τη διεύθυνση ενός χρεοκοπημένου και ερειπωμένου ναυπηγείου. Η φάρσα ολοκληρώνεται με το να ερωτευτεί και τη μισότρελη κόρη του ιδιοκτήτη του ναυπηγείου. «Μια φάρσα απίθανής γοητείας, ένα δράμα απίθανων διαστάσεων. Τρυφερό, αδιανόητο, σαρκαστικό».


Λένα Κιτσοπούλου, Μεγάλοι Δρόμοι: Το ταχυδρομείο της γειτονιάς, το κομμωτήριο του χωριού, ο τέταρτος όροφος μιας τυχαίας πολυκατοικίας, ένα τρένο του '89, τα μπριζολάκια του Τέλη, μια μύγα που κοπανιέται στο τζάμι, το αρνί του Πάσχα, τα μακαρόνια με κιμά είναι τα πλαίσια κι οι αφορμές πάνω στα οποία η Λένα Κιτσοπούλου χτίζει τις ιστορίες της. «Δεν είχα διαβάσει κάτι άλλο της Κιτσοπούλου, και με εξέπληξε ευχάριστα» λέει ο Γιάννης Ξανθούλης. «Είναι ένα πολύ φρέσκο βιβλίο, μου θύμισε παλαιότερα πράγματα. Οι ιστορίες του είναι σαν σενάρια έτοιμα για ταινίες μικρού μήκους –ή και για μεγάλου μήκους».

Νίκος Δαβέτας, Εβραία Νύφη: Η Εβραία Νύφη είναι επιλογή του Κώστα Μουρσελά. «Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα- ό,τι καλύτερο έχει γράψει ο Δαβέτας μέχρι σήμερα νομίζω- που μέσα από την πρωτότυπη φόρμα του συνδυάζει τι πιο απίθανες κτηνώδεις σχέσεις των ηρώων του. Συνεχώς σε εκπλήσσει, συνεχώς ανατραπεί, συνεχώς βρίσκεσαι σε ερωτηματικά που τροφοδοτούν όλο και εντονότερα τη δράση και το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ένα πανέξυπνο μιξάζ του γραπτού λόγου με τον προφορικό, που κάνει την ανάγνωση απολαυστική. Καμιά στιγμή δε σε αφήνει σε κενό αέρος», λέει. Κατά τον κ. Μουρσελά, η δράση του μυθιστορήματος προωθείται κυρίως όχι μέσω της πλοκής, αλλά μέσω των ηρώων του, των αμοιβαίων σχέσεών τους και της ελλειπτικής γραφής του. «Τολμηρό, ακραίο και ενώ μοιάζει να βαραίνει επάνω του η ιστορία τελικά ελάχιστο ρόλο θα παίξει∙ Βαραίνουν οι σχέσεις» τονίζει ο κ. Μουρσελάς.

Ζαν Ζενέ, Ο σκοινοβάτης: Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου λέει πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα «ενστικτώδες, κολασμένο και θεσπέσιο. Διαβάζεται ξανά και ξανά, γιατί προκαλεί μέθη και οράματα. Σχοινοβασία πιο επικίνδυνη κι από αυτή που περιγράφει. Νιώθεις τον ίλιγγο του ακροβάτη, την αδηφαγία του κοινού, την ερωτική μανία που ενώνει εκείνον που ποθεί να μαγέψει κι εκείνον που ποθεί να μαγευτεί. Έργο ελάχιστων σελίδων, τελειώνει πριν αρχίσει και τα έχει πει όλα. Για όσους επιτρέπουν στους εαυτούς τους να παρανοήσουν με μία λέξη ή μία φράση, και να περιφέρονται άρρωστοι για μήνες. Για τους ποιητές της ζωής».

Χρήστος Οικονόμου, Κάτι θα γίνει, θα δεις: «Χρόνια είχα να διαβάσω ένα τόσο γοητευτικό βιβλίο», λέει ο Κώστας Μουρσελάς. «Με έπεισε ότι η τέχνη μεγαλουργεί όταν διαπιστώνουμε ότι μόνο μέσα από τη λαϊκότητά της αγγίζει βαθύτερα τον άνθρωπο. Αν και διαδραματίζεται στις λαϊκότερες συνοικίες του Πειραιά, εν τούτοις, φτάνοντας στην τελευταία του σελίδα έκπληκτος συνειδητοποιείς ότι σε έχει απογειώσει και ότι έχεις διασχίσει όλες τις βασανισμένες γειτονιές του κόσμου» συμπληρώνει. Μα μιλά για τους χαρακτήρες του έργου: «Ήρωες με μοναδικούς χαρακτήρες που δημιουργούν σχέσεις, πάθη συγκρούσεις φόβους, ελπίδες». Και καταλήγει: Δεκατέσσερα εμπρηστικά διηγήματα που δημιουργούν μία ενιαία τοιχογραφία ηττημένων ανθρώπων που σε πείσμα της απελπισίας τους επιμένουν να ελπίζουν και καθημερινά βυθίζονται σε όλο και περισσότερη λάσπη.

Γ. Γ. Βίκελμαν, Ιστορία της αρχαίας τέχνης: Το έργο- ορόσημο που έκανε διάσημο τον Γερμανό αρχαιολόγο και ιστορικό της τέχνης σε όλο τον κόσμο προτείνει ο Γιάννης Ξανθούλης. «Γιατί είναι χρήσιμο» εξηγεί. «Χρήσιμο με τον τρόπο που ήταν παλαιότερα χρήσιμη η εγκυκλοπαίδεια της γυναίκας, ή ο θαυμαστός κόσμος των ζώων»,συμπληρώνει παιγνιωδώς. Ο Βίκελμαν προσεγγίζει για πρώτη φορά με το έργο αυτό την ιστορία της τέχνης ως ξεχωριστό κλάδο της ιστορίας, συνδυάζει κλιματολογικά, μυθικά, ιστορικά, θρησκευτικά, πολιτικά, κοινωνικά, αισθητικά και πολιτισμικά στοιχεία, και προβαίνει στην ερμηνεία και αξιολόγηση της τέχνης των αρχαίων λαών, και ειδικότερα των Ελλήνων, με τρόπο πρωτότυπο.

Μορντεκάι Ρίχλερ, Ο κόσμος του Μπάρνεϋ: «Να ένα εκπληκτικό μυθιστόρημα», λέει ο Κώστας Μουρσελάς. «Δεν σε προκαλεί και δεν σε κερδίζει με την πλοκή του, αλλά με τη σχέση των ηρώων του, τις καταστάσεις που ζουν και τις ανατροπές τους. Φιγούρες κωμικές, γεμάτες συγκίνηση και αγάπη, ένα ύμνος στην ομορφιά και στη ζωή. Τρυφερό, ανατρεπτικό και σαρκαστικό συγχρόνως: Ο τελειότερος συνδυασμός. Αρκεί να φανταστεί κανείς ότι την ίδια ημέρα που ο ήρωάς του παντρεύεται, ερωτεύεται μια άλλη- και αυτό δεν φαίνεται παράλογο στον αναγνώστη».
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v