Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές;

Την στιγμή που οι μισθοί μειώνονται με ταχύτατους ρυθμούς, οι τιμές των προϊόντων στέκονται στο… ύψος τους συνεχίζοντας να «βαραίνουν» το καλάθι τις νοικοκυράς. «Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές;». Απαντήσεις στο αιώνιο ερώτημα του Έλληνα καταναλωτή.
Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές;
του Νικόλα Γεωργιακώδη

Αν ήταν αθλητές, θα έκαναν σίγουρα… μαραθώνιο. Ο λόγος για τις τιμές των προϊόντων πρώτης ανάγκης, η αντοχή των οποίων τα τελευταία χρόνια είναι κάτι παραπάνω από αξιοθαύμαστη. Την ίδια στιγμή που ο μισθός του Έλληνα καταναλωτή μειώνεται με ραγδαίους ρυθμούς, η εφορία δεν αστειεύεται και το πετσόκομμα των συντάξεων είναι πλέον υπόθεση ρουτίνας. Τα ράφια των σούπερ μάρκετ και των καταστημάτων δαγκώνουν και ο Έλληνας καταναλωτής, σαν χαρακτήρας ενός αρρωστημένου καρτούν, μένει με το γιγαντιαίο ερωτηματικό πάνω από το κεφάλι του: «Γιατί δεν πέφτουν οι τιμές;»

Οικονομία σε ύφεση, τιμές σε… δίεση

Με την ελληνική οικονομία να βρίσκεται σε ύφεση από το 2008, η παραμονή των τιμών σε υψηλά για την εποχή επίπεδα αποτυπώνεται όχι μόνο στα απορημένα βλέμματα των καταναλωτών, αλλά και στα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε κατά 1,7% το Μάρτιο σε σχέση με πέρσι. Η άνοδος αυτή των τιμών οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση κατά 6,9% της κατηγορίας «Στέγαση», καθότι αυξήθηκαν κατά 21,5% το φυσικό αέριο, κατά 19,1% το πετρέλαιο θέρμανσης και κατά 13,9% ο ηλεκτρισμός. Ακόμη, αύξηση 2,4% σημείωσαν τα τρόφιμα και τα αλκοολούχα ποτά. Τη μεγαλύτερη αύξηση κατέγραψαν τα νωπά φρούτα (11,8%), νωπά λαχανικά (3%), δημητριακά και παρασκευάσματα (2,6%), ζάχαρη-σοκολάτες-γλυκά-παγωτά (3,9%), καφές (7,1%), αναψυκτικά (8,4%), χυμοί φρούτων (9,3%), κρέατα (0,9%), ψάρια (2,9%), γαλακτοκομικά και αυγά (2,7%). Ωστόσο μέρος της αύξησης αυτής αντισταθμίστηκε από τη μείωση κατά 24,6% των τιμών στις νωπές πατάτες.

Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ
                                                                 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ

Ποιοί είναι όμως οι κύριοι λόγοι που εμποδίζουν την πτώση των τιμών στις παραπάνω κατηγορίες;

Φόρος (υπέρ)Προστιθέμενης Αξίας

«Από το 2009 μέχρι και σήμερα το ΦΠΑ αυξήθηκε από το 9% στο 13% και από το 19% στο 23%. Επίσης είχαμε μετατάξεις προϊόντων όπως τα αναψυκτικά για παράδειγμα, από τον χαμηλό στον ψηλό συντελεστή. Αυτό σε έναν βαθμό απορροφήθηκε από τις εταιρείες, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις το κόστος μετακινήθηκε στον βασικό καταναλωτή», λέει ο Στέφανος Κοτζαμάνης, οικονομικός αναλυτής του Euro2day.gr σχολιάζοντας έναν από τους κυριότερους λόγους ανόδου των τιμών στα προϊόντα, τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.
 
«Πρόκειται για ένα… εκρηκτικό μείγμα που δεν έχει να κάνει με την εμπορική πολιτική των εταιρειών, αλλά αποτελεί αποκλειστικά ευθύνη του κράτους», λέει χαρακτηριστικά υψηλόβαθμο στέλεχος της Υπηρεσίας Εποπτείας της Αγοράς του Υπουργείου Ανάπτυξης, ενώ σύμφωνα με τον κ. Θανάση Παπανικολάου, Πρόεδρο του ΣΕΠΟΑ (Σύνδεσμος Επώνυμων Οργανωμένων Αλυσίδων Εστίασης), η ουσιαστική μείωση του συντελεστή ΦΠΑ σε επίπεδα ορθολογικά και βιώσιμα θα επιτρέψει και στις επιχειρήσεις να μειώσουν και τις τιμές τους όπου αυτό είναι εφικτό.

Μια κακή διεθνής συγκυρία

Τα τελευταία δύο χρόνια πρώτες ύλες όπως το σιτάρι, το κακάο, ο καφές, η ζάχαρη, ο χαλκός, και το αλουμίνιο παρουσίασαν θεματική αύξηση τιμών, επηρεάζοντας μια σειρά προϊόντων τα οποία παράγονται με βάση αυτές τις ύλες. «Βασική αιτία της αύξησης αυτής ήταν η άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, οι οποίες επηρεάστηκαν πολύ λιγότερο από την κρίση συγκριτικά με τον ανεπτυγμένο κόσμο της Δύσης», λέει ο κ. Κοτζαμάνης. Οι τιμές αυτές είναι διεθνείς χρηματιστηριακές τιμές και δεν επηρεάζονται από την ελληνική πλευρά, επομένως ισχύει ο εξής «χρυσός» κανόνας: Όσο αυξάνεται η ζήτηση και δεν υπάρχει η αντίστοιχη προσφορά, η τιμή ανεβαίνει. Απλό.

Όσον αφορά την τιμή του πετρελαίου, η οποία και αυτή με τη σειρά της επηρεάζει την τιμή χιλιάδων προϊόντων στις διεθνείς αγορές, ούτε αυτή έκατσε στα… αυγά της. «Είδαμε το πετρέλαιο από 80 δολάρια το βαρέλι να πηγαίνει στα 130 με 140 δολάρια», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Κοτζαμάνης. Μία από τις κυριότερες αιτίες της ανόδου αυτής, σύμφωνα με στέλεχος της Υπηρεσίας Εποπτείας της Αγοράς, είναι το επικείμενο εμπάργκο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Ιρανικό πετρέλαιο, το οποίο με τη σειρά του δημιούργησε γεωγραφική αβεβαιότητα πλήττοντας τις δυτικές οικονομίες.

Τα… διοικητικά βάρη

Η επαφή με το κράτος κοστίζει.
«Όσο ζούσαμε την εποχή των παχέων αγελάδων, αγνοούσαμε τα διοικητικά βάρη. Τώρα όμως που ήρθαμε στα δύσκολα τα αντιλαμβάνονται πλέον και οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις», λένε κύκλοι της Υπηρεσίας Εποπτείας. Τα διοικητικά βάρη εν ολίγοις αφορούν το κόστος που έχει η κάθε εταιρεία σε συναλλαγές της με το κράτος. Τέτοιου είδους συναλλαγές γίνονται με το Υπουργείο Υγείας, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, Εσωτερικών με τους Δήμους και ούτω καθ’ εξής. Αν και αρκετές από αυτές τις συναλλαγές είναι απαραίτητες, υπάρχουν δεκάδες οι οποίες δεν είναι αναγκαίες και επηρεάζουν αρνητικά το κόστος των επιχειρήσεων (και εν τέλει τους καταναλωτές) χωρίς… λόγο. Σύμφωνα με υπολογισμούς του ΙΟΒΕ τα «βάρη» αυτά των εταιρειών ανέρχονται στο 6% του ΑΕΠ, νούμερο… τεραστίων διαστάσεων σύμφωνα με τους ειδικούς. «Αν τα βάρη αυτά δεν εκλείψουν, δεν μπορούμε να αναμένουμε από μια εταιρεία να μειώσει τις τιμές των προϊόντων της», λένε χαρακτηριστικά στο Υπουργείο Ανάπτυξης.

Επιτόκια από… άλλη διάσταση

«Αυτή τη στιγμή οι ‘καλές’ ελληνικές επιχειρήσεις επιβαρύνονται με ένα επιτόκιο δανεισμού της τάξης του 8% με 10%», λέει ο κ. Κοτζαμάνης την στιγμή που στα ευρωπαϊκά επιτόκια παρατηρείται Ιστορικό χαμηλό. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο Έλληνας μικρομεσαίος επιχειρηματίας πληρώνει διπλάσιο επιτόκιο από τον Γερμανό συνάδελφό του και κατά τέσσερεις μονάδες υψηλότερο σε σχέση με τον Γάλλο. Ακόμα πιο ακριβό είναι το χρήμα στην Ελλάδα για δάνεια άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ, τα οποία λαμβάνουν συνήθως οι μεγάλες επιχειρήσεις. Για έναν Έλληνα επιχειρηματία το επιτόκιο φτάνει το 6,10%, υπερδιπλάσιο από τον Ιρλανδό συνάδελφό του (2,84%), η χώρα του οποίου επίσης είναι εντός μηχανισμού στήριξης.

ΕΦΚ ή… Εξαντλητικός Φόρος Καυσίμων

Μία ακόμα καταστροφική ρύθμιση, με πρόφαση για ακόμα μια φορά την κρίση, ήταν η αύξηση του Ειδικού Φόρου Καυσίμων κατά… 449%. Το ποσοστό είναι από κάθε άποψη αστρονομικό και είχε ως επακόλουθο η τιμή της βενζίνης να πάρει την ανιούσα. «Εκτός του ότι έχουμε την ακριβότερη βενζίνη της Ευρώπης, η αύξηση του ΕΦΚ η οποία επιβαρύνει όχι μόνο το νοικοκυριά, αλλά και τις βιομηχανίες αποτελεί σημαντικό κόστος για αυτές. Κόστος το οποίο μεταφέρουν σε μεγάλο βαθμό στον τελικό καταναλωτή», λένε στην Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς.

Αντί επιλόγου: Ο έξυπνος καταναλωτής και οι τιμές που… πέφτουν

Ωραία λοιπόν. Οι χρόνιες παθογένειες της οικονομίας μας, το ότι είμαστε μια χώρα κατανάλωσης και όχι παραγωγής, οι σχέσεις με το κράτος που κοστίζουν στις επιχειρήσεις, η κακή παγκόσμια συγκυρία, το ΦΠΑ και ο ΕΦΚ είναι οι κυριότερες αιτίες που το καλάθι της νοικοκυράς δεν σταματάει να… καίει. Υπάρχει τρόπος άραγε, μέσα σε όλη αυτή την σουρεάλ κατάσταση ο καταναλωτής να βγει κερδισμένος; Υπάρχει. Απλά θα πρέπει να φερθεί έξυπνα και να προσαρμόσει ανάλογα τις αγορές του, ώστε να μην πιάνεται κορόιδο.

«Έξυπνες αγορές. Αυτό περιμένουμε να κάνουν οι καταναλωτές», λένε στο Υπουργείο Ανάπτυξης φέρνοντας ως παράδειγμα τη συχνή (και λανθασμένη) «στρατηγική» του καταναλωτή, ο οποίος επιλέγει ένα συγκεκριμένο σημείο πώλησης και κάνει όλες τις αγορές του από εκεί. Η λύση βρίσκεται, όπως όλοι ξέρουμε αλλά ελάχιστοι εφαρμόζουμε, στην… πατροπαράδοτη έρευνα αγοράς. Έτσι ο καταναλωτής αποκτά δύναμη και δίνει κίνητρο στην εκάστοτε επιχείρηση να μειώσει τις τιμές της. Άλλωστε, ολοένα και περισσότερες από αυτές θέλοντας να κερδίσουν μερίδιο στην αγορά έχουν εντείνει τις προσφορές τους, κάτι που σύμφωνα με το Υπουργείο Ανάπτυξης μπορεί να επιδράσει στη μείωση των τιμών.

Την σκυτάλη από τους καταναλωτές έπειτα, σύμφωνα με τον κ. Κοτζαμάνη, πρέπει να πάρει η Επιτροπή Ανταγωνισμού. «Η Επιτροπή πρέπει να λειτουργήσει. Να ελέγξει τις τιμές μέσα σε κατηγορίες που οι τιμές δείχνουν να είναι παράλογα υψηλές», αναφέρει, ενώ τονίζει πως θα πρέπει επίσης να γίνουν κινήσεις στον αγροτικό χώρο, έτσι ώστε να περιοριστεί δραστικά η τεράστια ψαλίδα μεταξύ της τιμής του παραγωγού και της τιμής πώλησης στον κεντρικό καταναλωτή. Αν κρίνουμε πάντως από τα εκάστοτε «κινήματα» (πατάτας, ελαιόλαδου κτλ.), σε αυτόν τον τομέα τουλάχιστον, βρισκόμαστε σε καλό δρόμο.

Τέλος, δεν θα πρέπει να αμελήσουμε το γεγονός πως οι τιμές σε αρκετές περιπτώσεις πέφτουν. Πέφτουν σε προϊόντα πακέτων (π.χ. στα δύο το ένα δώρο) ή με εκπτωτικά κουπόνια, μειώσεις οι οποίες όμως δεν εμφανίζονται στα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, καθώς όταν καταγράφεται ο πληθωρισμός δεν συνεκτιμώνται οι επιστροφές, οι εκπτώσεις και τα δωρεάν προϊόντα. Οι τιμές επίσης, έχουν πέσει σε κατηγορίες όπως τα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά είδη, τα αυτοκίνητα, ο τουρισμός και τα ασφαλιστικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v