Φιλοπάππου: Στο μπαλκόνι της Αθήνας

Ακολουθούμε χωμάτινα μονοπάτια και περίτεχνα πλακόστρωτα, κάτω από την σκιά της Ιστορίας, στον ομορφότερο λόφο της Αθήνας.
Φιλοπάππου: Στο μπαλκόνι της Αθήνας
Κείμενο - φωτογραφίες: Ηρώ Κουνάδη

Ήταν το μακρινό 2002, όταν ο προ-ολυμπιακός πυρετός «έψηνε» την πόλη, τότε που οι (κατά τα άλλα ευτυχέστατες) ενοποιήσεις των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας απείλησαν να «καταπιούν» τον λόφο του Φιλοπάππου, στη μαύρη τρύπα του ενιαίου εισιτηρίου και του ωραρίου λειτουργίας. Οι πάντα δραστήριοι κάτοικοι των γύρω περιοχών ξεσηκώθηκαν, και το σχέδιο ευτυχώς εγκαταλείφθηκε. Αν οι Αθηναίοι δεν απολαμβάναμε το προνόμιο (;) της βραχύβιας μνήμης, θα τηρούσαμε ενός λεπτού σιγή μπροστά σε αυτό το ηλιοβασίλεμα που σώσαμε από τα νύχια του «8.00-15.00» των αρχαιολογικών χώρων. Αν θέλαμε να το πάμε και ένα βήμα παραπέρα, θα είχαμε ανακηρύξει και το σούρουπο στον λόφο του Φιλοπάππου βασικό και αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα. Όχι, δεν είμαστε καθόλου υπερβολικοί.

Ένας λόφος που ήταν… τρεις

Αυστηρά μιλώντας, ο λόφος του Φιλοπάππου είναι εκείνος στην κορυφή του οποίου δεσπόζει το λευκό Μνημείο του Γάιου Ιούλιου Αντίοχου Φιλόπαππου (που αν δεν ξέρετε ποιος ήταν, δεν συμπληρώσατε το Κουίζ μας για την Αθήνα) και στους πρόποδές του το εκκλησάκι του Άι-Δημήτρη του Λουμπαρδιάρη. Στην πράξη, όταν λέμε «πάμε μια βόλτα στου Φιλοπάππου» οι περισσότεροι αναφερόμαστε σε τρεις διαφορετικούς λόφους, οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους μέσα από ένα δίκτυο μονοπατιών τόσο καλά οργανωμένο που δύσκολα διακρίνεις πού ξεκινά ο ένας και πού τελειώνει ο άλλος.

Είναι ο “original” λόφος του Φιλοπάππου, αυτός με το μνημείο, που αλλιώς λέγεται και Λόφος των Μουσών, ο Λόφος της Πνύκας, και ο λόφος του Αστεροσκοπείου, ή επίσημα Λόφος των Νυμφών. Αναλόγως από ποια γειτονιά ξεκινάς να ανεβαίνεις, εξαρτάται και το από ποιον λόφο θα πρωτοκοιτάξεις λαχανιασμένος την θέα στην απεραντοσύνη της Αθήνας. Ένα από τα δημοφιλέστερα σημεία «εισόδου», πάντως, τα σκαλάκια που ξεκινούν από την οδό Ακάμαντος του Θησείου σας φέρνουν στον λόφο των Νυμφών, όπου βρίσκεται το σχεδιασμένο το 1842 από τον Θεόφιλο Χάνσεν (αρχιτέκτονα της Τριλογίας στην Πανεπιστημίου) Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.



Δύο λόφοι… μετράνε τα άστρα

Συνεχίζοντας να ανεβαίνετε (κι άλλα) σκαλάκια, θα συναντήσετε το δεύτερο τηλεσκόπιο του Αστεροσκοπείου στην κορυφή του λόφου, πλάι στον τούβλινο οβελίσκο που δείχνει τα σημεία του ορίζοντα, όπως τα υπολόγισε από εδώ ένας από τους πρώτους αστρονόμους, ο Μέτων ο Αθηναίος, παρατηρώντας την ανατολή του ήλιου ανάμεσα στην Ακρόπολη και τον Λυκαβηττό. Το πλάτωμα δίπλα του προσφέρει μια από τις ωραιότερες πανοραμικές απόψεις της Ακρόπολης –της κατηγορίας απλώνεις-το-χέρι-και-την-πιάνεις.



Από εδώ, δύο διαφορετικές διαδρομές καταλήγουν στους δύο άλλους λόφους: αν συνεχίσετε ευθεία από το πλάτωμα θα καταλήξετε, μετά από λίγο, στην Πνύκα, εκεί όπου συνεδρίαζε η Εκκλησία του Δήμου της Αθήνας του Περικλή, κι εκεί όπου ο Μέτων χρησιμοποιούσε το περίφημο Ηλιοσκόπιο για τις παρατηρήσεις του ουρανού –οι λάτρεις των μικρών, ασήμαντων πληροφοριών σημειώστε ότι η ανατολή του ήλιου στις ισημερίες συμπίπτει ακριβώς με μια από τις δύο διαγώνιους του ηλιοσκοπίου, η οποία διχοτομεί τον λόφο της Πνύκας.

Στις γειτονιές της αρχαίας Αθήνας

Η δεύτερη διαδρομή, που ξεκινά ελαφρώς δεξιά από το τηλεσκόπιο του Λόφου των Νυμφών, σας φέρνει αρχικά στην κορυφή της δια Κοίλης Οδού, ενός από τους κεντρικότερους εμπορικούς δρόμους της Αρχαίας Αθήνας που συνέδεε την πόλη με το λιμάνι του Πειραιά, και εν συνεχεία στις… όχθες του αρχαίου δήμου Μελίτης, γειτονιάς μεταξύ άλλων του Θεμιστοκλή, του Μιλτιάδη και του Κίμωνα. Το δρομάκι (αν δεν μπείτε στον πειρασμό να ξεστρατίσετε προς τα μονοπάτια που ανοίγονται δεξιά κι αριστερά του) καταλήγει σε ένα λαξευμένο βράχο, στον οποίο η παράδοση θέλει ενταφιασμένους τον Κίμωνα και τον Θουκυδίδη. Χωρίς να θέλουμε να χαλάσουμε τον θρύλο, το Υπουργείο Πολιτισμού λέει ότι πρόκειται για παρερμηνεία αρχαίων συγγραμμάτων του Ηρόδοτου και του Παυσανία.

Από εδώ συνεχίζουν πλακόστρωτα μονοπάτια που ελίσσονται κάτω από πυκνή βλάστηση, ανάμεσα σε χωμάτινα λουλουδιασμένα ξέφωτα και πάντα με θέα στο λευκό μνημείο του Φιλοπάππου, που ξεπροβάλλει μέσα από τα φουντωτά δεντράκια στην κορυφή του (απέναντι) λόφου. Πράσινα παγκάκια στις άκρες τους, άλλα κάτω από σκιερές φυλλωσιές και άλλα κάτω από τις πρώτες ανοιξιάτικες ακτίνες του ήλιου, μοιάζουν να σε προσκαλούν να μην συνεχίσεις την διαδρομή, να μείνεις εδώ να θαυμάζεις το τοπίο που αλλάζει καθώς ο ήλιος μετακινείται στις διαφορετικές γωνίες του. Αντισταθείτε στον πειρασμό, υπάρχει λόγος.



Στα βήματα ενός μεγάλου αρχιτέκτονα

Το μεγάλο πλακόστρωτο μονοπάτι καταλήγει μετά από λίγο σε ένα άλλο πασίγνωστο πλακόστρωτο, εκείνο που δημιούργησε από το 1954 έως το 1957 ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης, χρησιμοποιώντας αυτά που αργότερα θα ονομάζαμε «ανακυκλωμένα» οικοδομικά υλικά, από τις κατεδαφίσεις των νεοκλασικών που οργίαζαν εκείνη την εποχή. Το εκπληκτικό με το περίφημο «πλακόστρωτο του Πικιώνη» είναι ότι αν το παρατηρήσεις προσεκτικά θα δεις ότι οδηγεί το βλέμμα προς συγκεκριμένα σημεία: στην προκειμένη περίπτωση, εδώ που βρισκόμαστε, προς το παραδοσιακό καφενεδάκι δίπλα στο εκκλησάκι του 12ου αιώνα που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Δημήτρη τον Λουμπαρδιάρη, σε άλλα σημεία προς την Ακρόπολη.



Το περί ου ο λόγος καφενεδάκι, το οποίο άλλοι αποκαλούμε «ησυχαστήριο του Πικιώνη», άλλοι «καφενείο στον Λουμπαρδιάρη» και άλλοι απλά «Λούμπο» (από την ονομασία που χρησιμοποιεί ο καθένας μαντεύεις εύκολα την ηλικία και τη γειτονιά καταγωγής του), αποτελεί, ακόμη και κλειστό όπως είναι πια, αξιοθέατο. Δεν είναι λίγος ο κόσμος που πιάνει τραπεζάκι κάτω από τις δροσερές φυλλωσιές του, με το βιβλίο ανά χείρας ή απλά για να χαζεύει τις περίτεχνες μαρμάρινες γραμμές, τους πέτρινους τοίχους και τα ξύλινα στέγαστρα που δένουν τόσο αρμονικά μεταξύ τους και με τα δέντρα που ξεπροβάλλουν μέσα από τα πετροφραγμένα παρτέρια τους.

Θα ήταν ψέμα αν λέγαμε ότι δεν θέλουμε να το ξαναδούμε να λειτουργεί, αλλά και ιεροσυλία να «αξιοποιηθεί» όπως άλλοι αντίστοιχοι χώροι της περιοχής, με τραπεζάκια που μόνο από την οροφή δεν θα κρέμονται και τιμές που θα αγγίζουν τον θεό. Προς το παρόν, πάντως, τα σχέδια περί πώλησής του από την Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ η οποία διαχειρίζεται τα ακίνητα του Υπουργείου Πολιτισμού και του ΕΟΤ δεν φαίνονται να ευοδώνονται καθότι ο πλειοδότης που θα έχει «επιχείρηση εστίασης με ετήσιο τζίρο άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ και 207.099,74€» να δώσει για τη συντήρηση του κτίσματος δεν φαίνεται στον ορίζοντα.

Όταν κοιτάς από ψηλά…

Λίγα μόνο βήματα από το καφενεδάκι στον Λουμπαρδιάρη ξεκινούν τα μονοπάτια, χωμάτινα και πλακόστρωτα, που στριφογυρίζουν στην πλαγιά του λόφου, ανεβαίνοντας προς την κορυφή την οποία στολίζει το μνημείο του πρίγκιπα από την Συρία, που αγάπησε τόσο την Αθήνα ώστε να θέλει να θαφτεί στην… ταράτσα της. Και η πόλη της οποίας διατέλεσε Ύπατος κατά τη ρωμαϊκή κυριαρχία, του ανταπέδωσε την αγάπη δίνοντας το όνομά του στον ομορφότερο λόφο της. Πέρα από το ίδιο το γιγάντιο μνημείο, το ύψος του οποίου αγγίζει τα δέκα μέτρα, με τα εντυπωσιακά αγάλματα του ίδιου, του πατέρα και του γιου του στην μαρμάρινη πρόσοψη, το λαχάνιασμα μέχρι εδώ πάνω αξίζει και για έναν ακόμα λόγο: Γιατί αυτό είναι το μοναδικό σημείο απ’ όπου φαίνονται μαζί η Ακρόπολη και οι καμάρες του Ηρώδειου, σε έναν τέλειο συνδυασμό.

Φυσικά, είναι μάλλον περιττό να αναφέρουμε ότι και η «υπόλοιπη» θέα στην μεγαλειώδη απεραντοσύνη της Αθήνας από εδώ πάνω είναι συγκλονιστική. Ειδικά την ώρα που τα φώτα της πόλης αρχίζουν να ανάβουν, το ένα μετά το άλλο, και τις συζητήσεις μονοπωλούν οι τοπογραφικές παρατηρήσεις του τύπου «κοίτα, η Στέγη!», «να το Καλλιμάρμαρο», «ο Πύργος είναι αυτός που βλέπω από εδώ;». Μέχρι να γυρίσεις προς τα πίσω και να δεις τα κιτρινωπά φώτα της Ακρόπολης κόντρα στο σκούρο μπλε του ουρανού, και να τα ξεχάσεις όλα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v