Είδαμε τον «Άγριο σπόρο» στο Επί Κολωνώ

Το εξαιρετικό κείμενο του Γιάννη Τσίρου γίνεται αφορμή για μια αξιομνημόνευτη ερμηνεία από τον Τάκη Σπυριδάκη στο θέατρο Επί Κολωνώ.
Είδαμε τον «Άγριο σπόρο» στο Επί Κολωνώ
της Ιωάννας Μπλάτσου

Στο άνυδρο συγγραφικό τοπίο της ελληνικής δραματουργίας του 21ου αιώνα, ξεχωρίζει η αδρή και συγκροτημένη γραφή του Γιάννη Τσίρου. Στον «Άγριο σπόρο» κινείται υφολογικά σε αντιδιαστολή με την ντοκιμαντερίστικη «Αόρατη Όλγα» του. Εδώ, δανείζεται αλλά και τροποποιεί τα δομικά στοιχεία του αστυνομικού θρίλερ (ένα κλειστό κοινωνικό πλαίσιο, μια εξαφάνιση προς εξιχνίαση, η απαραίτητη έρευνα διαλεύκανσης του μυστηρίου, υπόνοιες κακουργηματικών πράξεων, σασπένς, ανατροπές, αμφισημία κινήτρων), για να συνθέσει ουσιαστικά ένα έργο με σφιχτή και ενδιαφέρουσα δομή και με αναγνωρίσιμους χαρακτήρες, με χυμούς που θα ζήλευε και ο Ιάκωβος Καμπανέλλης.

Κυρίως, όμως, ο Τσίρος παραδίδει στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία ένα έργο που αντικατοπτρίζει τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα, το ανάδελφον της ελληνικής ράτσας χωρίς εξωραϊστικά φίλτρα ή παραμορφωτικούς καθρέφτες. Παραδίδει ένα κείμενο-καθρέφτη μέσα στο οποίο αντανακλάται ο νεοέλληνας, μέσα από τις αντιφάσεις του βίου του, καθαρά, λιτά, με περίσσια συμπάθεια αλλά και τον δέοντα προβληματισμό, ένα κείμενο το οποίο διαπερνά το σαρκαστικό αλλά και λυτρωτικό χιούμορ του συγγραφέα.

Ο Γιάννης Τσίρος εστιάζει σε εγνωσμένες κοινωνικές παθογένειες αυτού του τόπου από τη Μεταπολίτευση και μετά -πολιτικό σύστημα που στηρίζεται σε πελατειακές σχέσεις, ρουσφέτια, αυθαιρεσίες και παρανομίες με πρόσχημα την επιβίωση, διερρηγμένος κοινωνικός ιστός ως αποτέλεσμα της μη εφαρμογής και επιβολής του νόμου. «Με τα ψέματα ζούμε. Αν λέγαμε την αλήθεια, θα είχαμε αφανιστεί», λέει κάποια στιγμή ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου στην κόρη του.

Στην παραλία Αμμούδι είναι στημένη μια αυτοσχέδια –και παράνομη- καντίνα. Από το φορητό CD player ακούγεται «Το παράπονο του ξενιτεμένου» («Σαν απόκληρος γυρίζω») του Βασίλη Τσιτσάνη -τραγουδά η Σωτηρία Μπέλλου. Εδώ, ο Σταύρος (Τάκης Σπυριδάκης) με την κόρη του Χαρούλα (Ντάνη Γιαννακοπούλου) πωλούν στους λουόμενους «Stavros’ Pork, Salades, Patates (sic), beer». Η ελληνοποίηση των «πατατών» με λατινικούς χαρακτήρες καθόλου τυχαία. Στο συγγραφικό σύμπαν του Γιάννη Τσίρου, οι σκηνικές λεπτομέρειες δεικνύουν στοιχεία της χαρακτηροδομής των προσώπων. Στην καντίνα έρχεται ο Τάκης (Ηλίας Βαλάσης), φίλος του Σταύρου και αστυνομικός. Τους ενημερώνει ότι έχει εξαφανιστεί ένας νεαρός γερμανός τουρίστας από την παραλία και έχουν αρχίσει έρευνες για τον εντοπισμό του. Παίρνει κατάθεση από τον Σταύρο και τη Χαρούλα. Σε λίγο, καταφτάνει στην παραλία κλιμάκιο Γερμανών ερευνητών, μαζί με τους γονείς του νεαρού που αναζητείται.

Η σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη έχει ακολουθήσει πιστά το κείμενο, χωρίς αχρείαστους σκηνοθετισμούς, αφήνοντας τον σκληρό ρεαλισμό των καταστάσεων και τους λεπτομερώς καθοδηγημένους ηθοποιούς της να καθηλώσουν τον θεατή.

Ο Τάκης Σπυριδάκης στον ρόλο του Σταύρου, του φτωχοδιάβολου που παλεύει καθημερινά για την επιβίωση, κυρίως με αθέμιτα μέσα, αλλά με καλές προθέσεις, είναι απλώς καθηλωτικός. Πηγαία αυθεντικός, με μια σπάνια –πια- ερμηνευτική αθωότητα, ο Σπυριδάκης συμπυκνώνει το φιλότιμο και τον ωχαδερφισμό του λαϊκού ανθρώπου, την αδυναμία του να συλλάβει τις συνιστώσες μιας νέας παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας στην οποία καλείται να ζήσει και να επιβιώσει και ταυτόχρονα την αταβιστική του αντίδραση –με εφηβικούς, ανώριμους όρους- σε αυτό το νέο κοινωνικό μοντέλο που ούτε καταλαβαίνει μα ούτε και θέλει να κατανοήσει. Ο Σταύρος του ενσαρκώνει τα αθεράπευτα χαΐρια της ράτσας μας, αλλά και την τόσο συγκινητική έλλειψη «στρατηγικής επιβίωσης». Γιατί μπορεί να μην έχει την επόμενη μέρα ούτε καντίνα, γιατί θα του την κατεδαφίσει η μπουλντόζα, ούτε χοιροστάσιο, γιατί θα του το κλείσει η Υγειονομική Υπηρεσία, αλλά μπορεί να κερνά ακόμα τους φίλους του ένα ούζο και να τραγουδά τον «Απόκληρο» του Τσιτσάνη σαν να μην υπάρχει αύριο.

Δίπλα στον Τάκη Σπυριδάκη στέκεται επάξια ο Ηλίας Βαλάσης (Τάκης, Αστυνομικός). Χωρίς ιδιαίτερες υποκριτικές περγαμηνές και με ιδιαίτερο επαγγελματικό παρελθόν (αρχικά αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και στη συνέχεια παίκτης και νικητής του reality show “Survivor”) δικαίωσε απόλυτα την Ελένη Σκότη για την επιλογή της. Αρχικά, χαλαρός αλλά με την προσφιλή μαγκιά του επαρχιώτη αστυνομικού, στη συνέχεια, πιο αυστηρός και «υπηρεσιακός» και στο τέλος, στιβαρά άκαμπτος, ένα όργανο εξουσίας που επιβάλλει την τάξη, αντλώντας την προσωπική του ταυτότητα μέσα από την επαγγελματική του επιλογή.

Η Ντάνη Γιαννακοπούλου (Χαρούλα) έχει διανύσει εμφανώς αρκετό δρόμο από την περσινή της αμήχανη ερμηνεία και έχει κατακτήσει το ρόλο της κόρης-υπεργονιού που φροντίζει και προστατεύει τον πατέρα της από τον κοινωνικό του περίγυρο αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό.

Η παράσταση ολοκληρώνεται με τον συγκλονιστικό μονόλογο του Σταύρου, αυτόν τον «ανθεκτικό» και «άγριο σπόρο» του ελληνικού DNA: «Χιλιάδες προσπαθήσανε να τόνε ξεριζώσουν, μα σα τόνε ξερίζωναν, σκόρπιζαν χίλιοι σπόροι. Μια ακρογιαλιά είν’ όλη η χώρα. Παντού φυτρώνουμε».
Info:
«Άγριος σπόρος»
Επί Κολωνώ (Ναυπλίου 12, Κολωνός, τηλ.: 2105138067)
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Σαβ 18.00, Κυρ 21.30, Δευτ-Τρ 21.00
Τιμές εισιτηρίων: €12, €14, €15, €17
Διάρκεια: 100’
Έως: 31 Ιανουαρίου 2017
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v