Rango: Το western που έγινε cartoon

Ένα western σε animaton, και μάλιστα δύο διαστάσεων; Κι όμως. Ο Γκορ Βερμπίνσκι αποτίει φόρο τιμής σε δύο αγαπημένα είδη κινηματογράφου και τα αντίστοιχα κλισέ τους, κι εμείς απολαμβάνουμε το υπέροχο αποτέλεσμα.
Rango: Το western που έγινε cartoon
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο Γκορ Βερμπίνσκι ήθελε από καιρό να κάνει ένα διάλειμμα ανάμεσα στις τεράστιες παραγωγές των “Πειρατών της Καραϊβικής” για να γυρίσει, όπως είπε, μια μικρή ταινία. Το 'πε και το 'κανε λοιπόν και το αποτέλεσμα αυτού του διαλείμματος είναι μια ταινία κινουμένων σχεδίων στις παλιές καλές δύο διαστάσεις, μια κωμωδία γουέστερν που κερδοσκοπεί πάνω σε όσα στερεότυπα μπορεί κανείς να συνδέσει με το είδος για να διασκεδάσει εμάς όσο μοιάζει να το διασκέδασαν κι οι συντελεστές. Το “Rango”, αν και δεν αλλάζει τις ισορροπίες στον κόσμο του ανιμέισιον, είναι τεχνικά και καλλιτεχνικά άρτιο, έχει ρυθμό, χιούμορ και μια σπέσιαλ εμφάνιση του Ανθρώπου Χωρίς Όνομα.

Η υπόθεση
Κεντρικός ήρωας είναι ένας πρασινωπός και χαρωπός οικόσιτος χαμαιλέων με χαβανέζικο πουκάμισο που βρίσκεται ξαφνικά χαμένος στην έρημο της Νεβάδα, ένα περιβάλλον που απέχει πολύ απ' το σπίτι όπου έριχνε τις ξάπλες του μέχρι πρόσφατα. Απελπισμένος και πεπεισμένος ότι δε θ' αντέξει για πολύ, συναντά μια σαύρα, την Μπινς, η οποία τον πηγαίνει μέχρι την κοντινή πόλη Ντερτ. Εκεί στο, κλασικό σκοτεινό σαλούν με τους μέθυσους, τα ρεμάλια και τους πιστολάδες, επινοεί τη νέα περσόνα του, τον μοναχικό πιστολέρο Ράνγκο που η φήμη του προηγείται του ιδίου όπου κι αν πάει. Πολύ γρήγορα θα κληθεί να υπερασπιστεί τα λόγια του και έτσι γίνεται ήρωας κατά λάθος, όταν σκοτώνει το γεράκι που τρομοκρατεί την πόλη όποτε κατεβαίνει για κυνήγι.

Αυτομάτως καλείται να γνωρίσει τον δήμαρχο, μια κυνική χελώνα που μιλά σε συγκαταβατικό τόνο για τους δημότες, την πίστη τους και το αναπόφευκτο των εξελίξεων πριν κάνει τον Ράνγκο σερίφη. Το θέμα είναι ότι, την ανέλπιστη αυτή τιμή, τη δέχεται εν μέσω της μεγαλύτερης κρίσης που έχει γνωρίσει η Ντερτ Σίτι, μιας περιόδου έλλειψης των ζωτικών αποθεμάτων νερού που οι κάτοικοι χρειάζονται για να συνεχίσουν να δίνουν ζωή στην πόλη τους. Ο Ράνγκο βέβαια, καλείται απλώς να εφαρμόζει το νόμο κι όχι να λύνει τέτοιου είδους δημοσιονομικά προβλήματα, όμως ένα ριφιφί στην τράπεζα και το κυνηγητό που ακολουθεί τον φέρνει πολύ κοντά στην αληθινή πηγή της ξηρασίας...
 
[Το trailer της ταινίας]


Η κριτική
Πολύ γρήγορα γίνεται αντιληπτό ότι το γουέστερν του Βερμπίνσκι είναι ένας φόρος τιμής όσο και μια μεταφορά σε ένα άλλο, πιο γλαφυρό κι ελεύθερο, μέσο (κινούμενα σχέδια), των κλισέ που αγάπησε κι αγαπήσαμε σε τόσες και τόσες ταινίες του παρελθόντος. Η αναφορά στο Πνεύμα της Δύσης, την ανέφικτη περιπέτεια με το αίσιο τέλος και την κατάκτηση του αχαρτογράφητου, γίνεται φαύλος κύκλος και αυτοπαρωδείται αφού ο Ράνγκο φεύγει απ' τον αστικό πολιτισμό για να συναντήσει μια κοινότητα ανθρώπων που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, προσπαθούν να έρθουν προς αυτόν.

Ζει μεν την περιπέτειά του και σώζει, μαζί με τους πραγματικούς πιστολάδες και πιονέρους, τα κλισέ απ' τον αυτοεξευτελισμό και την έκπτωση, αλλά η υπόκλιση και το πέσιμο της αυλαίας για μια ολόκληρη εποχή μοιάζει αναπόφευκτη και το γήπεδο γκολφ που ρουφά το νερό είναι αμείλικτο.

Όλα αυτά εκτυλίσσονται με έναν γνήσια διασκεδαστικό τρόπο και μπλέκονται υπέροχα με τα αντίστοιχα κλισέ του μέσου, αυτά των κινουμένων σχεδίων, τη σλάπστικ κωμωδία και τις οπτικές υπερβολές που ταιριάζουν τελικά στο διογκωμένο, παρωχημένο σκηνικό του μυθοπλαστικού γουέστερν. Το σενάριο ρέει άψογα, ο κεντρικός χαρακτήρας ζωντανεύει μπροστά μας και η προβλέψιμη πορεία του αποδεικνύεται απολαυστική και ανακουφιστική σα βόλτα με τραινάκι του Λούνα Παρκ. Οι παραδοσιακές δύο διαστάσεις του φιλμ, αισθητική επιλογή δίχως άλλο, δίνουν την αίσθηση των τριών λόγω της άψογης δουλειάς της εταιρείας του Τζορτζ Λούκας (Industrial Light and Magic), που αναλαμβάνει εδώ και διεκπεραιώνει άριστα την πρώτη μεγάλου μήκους παραγωγή της.

Το “Rango” είναι μια πολύ καλή ταινία κινουμένων σχεδίων, ότι πρέπει για μεγαλύτερα παιδιά και ειδικά για καμένους σινεφίλ.

Βγαίνουν ακόμη:
- Το μέτριο γκανγκστερικό δράμα “London Boulevard”, το κουραστικό, μακρόσυρτο, σαπουνοπερίστικο γαλλικό δράμα “Little white Lies”, το υπερφίαλο, κακογραμμένο οικογενειακό δράμα “Incendies”, η αδιάφορη κωμωδία “Just Go with It”, το ιστορικό “The Eagle”, “Οι Ιππείς της Πύλου” του Νίκου Καλογερόπουλου και το παλιό, καλό “Metropolis (1927)” του Φριτς Λανγκ στην ολοκαίνουργια, πλήρως αποκατεστημένη κόπια του.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v