Η Ταινιοθήκη στη νέα της εποχή

Ένα πανέμορφο, διατηρητέο κτίριο. Τρεις κινηματογραφικές αίθουσες. Ένα τεράστιο κινηματογραφικό αρχείο. Το in2life επισκέπτεται το καινούριο κτίριο της Ταινιοθήκης και μιλά με τον Αντιπρόεδρό της για το έργο, τους στόχους και την εξωστρέφεια που μπορεί, επιτέλους, να αποκτήσει.
Η Ταινιοθήκη στη νέα της εποχή
της Ηρώς Κουνάδη

Ένα ολόλευκο κτίριο τραβάει εδώ και τρεις εβδομάδες τα βλέμματα, στο σημείο όπου η Ιερά Οδός συναντά τη Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον κεντρικό δρόμο του up and coming Μεταξουργείου. Ανάμεσα σε συνεργεία, γκαράζ, οικοδομές και νυχτερινά κέντρα, στην απόλυτη μεταβιομηχανική hip γειτονιά της Αθήνας, η Ταινιοθήκη της Ελλάδος βρίσκει, επιτέλους, τη μόνιμη στέγη που της άξιζε, στο πανέμορφο διατηρητέο κτίριο στην ταράτσα του οποίου οι παλιότεροι θυμούνται τον θερινό κινηματογράφο Λαΐς.

Οι αριθμοί μαρτυρούν ότι το ταξίδι ως εδώ ήταν αναμφισβήτητα μεγάλο: 46 χρόνια ζωής μετρά η Ταινιοθήκη (59 αν συνυπολογίσουμε την προηγούμενη «μορφή» της, την Κινηματογραφική Λέσχη Αθηνών), 10 ακριβώς χρόνια πέρασαν από την πρώτη συνάντηση του Προέδρου της Ταινιοθήκης, Νίκου Κούνδουρου, με τον αρχιτέκτονα που ανέλαβε τον σχεδιασμό του κτιρίου της Ταινιοθήκης, Νίκο Μπελαβίλα (δείτε στα Σχετικά Documents το κείμενο του Νίκου Κούνδουρου για το χρονικό της εγκατάστασης της Ταινιοθήκης στο κτίριο της Λαΐδας). Ο προορισμός, όμως, άξιζε τον κόπο.

Δύο αίθουσες προβολής, μία μεγάλη 200 θέσεων και μια μικρή 60 θέσεων, βαπτισμένη “cine club” για τα μέλη της Ταινιοθήκης, εξοπλισμένες με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα, ένας θερινός κινηματογράφος 250 θέσεων στην ταράτσα με υπέροχη θέα στην Ακρόπολη, μουσείο κινηματογράφου, βιβλιοθήκη, αναγνωστήριο, οπτικοακουστικά αρχεία, φουαγιέ, κυλικείο και πωλητήριο συνθέτουν το νέο σπίτι της Ταινιοθήκης, που είναι πλέον έτοιμη να υποδεχθεί επισκέπτες, να οργανώσει φεστιβάλ, να προβάλλει το σπάνιο υλικό της, να γίνει, επιτέλους, πιο εξωστρεφής.

«Η Ταινιοθήκη πάντα ήταν ανοιχτή στο ευρύ κοινό. Εκείνο που της έλειπε ήταν ένας δικός της χώρος ώστε να μπορέσει να βγάλει προς τα έξω το πολιτιστικό απόθεμα που έχει συγκεντρώσει» λέει ο Θόδωρος Αδαμόπουλος, Αντιπρόεδρος της Ταινιοθήκης. «Και μιλάμε για πάνω από 15.000 τίτλους ταινιών μυθοπλασίας, για πολλά εκατομμύρια μέτρα φιλμ πάνω στα οποία έχει αποτυπωθεί ό,τι έχει συμβεί στον κόσμο, και ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο.

«Η Ταινιοθήκη αναμφισβήτητα είναι ένας χώρος που προβάλει καινούρια κινήματα απ’ τη μία πλευρά, αλλά μην ξεχνάμε πως είναι και μουσείο κινηματογράφου. Διατηρεί μέσα εδώ κι αυτή που λέμε φιλμική μνήμη, όλες τις ταινίες τις παλιές, είτε αυτές τις προβάλλουμε για αισθητικούς λόγους είτε για ερευνητικούς».

Πίσω από αυτό τον χαρακτηρισμό ως «μουσείο κινηματογράφου» βρίσκεται το τεράστιο έργο αποκατάστασης, συντήρησης και ψηφιοποίησης σπάνιου κινηματογραφικού υλικού, που φτάνει ως τα πρώτα δειλά βήματα του ελληνικού βωβού κινηματογράφου.

«Ψάχνοντας ανά την υδρόγειο, ανακαλύψαμε ταινίες σε πατάρια, σε αποθήκες, κομματιασμένες, και μπορέσαμε και τις φτιάξαμε. Κι έτσι έχουμε ολόκληρο το «Δάφνις και Χλόη», αλλά και την πρώτη fiction ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, το «Οι Περιπέτειες του Πιλάρ» όπου βλέπουμε μια Αθήνα άγνωστη, όπως έχει κινηματογραφηθεί το 1924. Βλέπουμε πώς χορεύανε στα club του Φαλήρου, με τις στολές τις Charleston οι κυρίες, με τις ορχήστρες τζαζ, βλέπουμε τη λεωφόρο Συγγρού χωρίς κανένα κτίριο δεξιά κι αριστερά, με ένα τραμ να τη διασχίζει μόνο, βλέπουμε το Φαληρικό Δέλτα κι όλη τη Λεωφόρο Ποσειδώνος όπως ήταν τότε» λέει ο κ. Αδαμόπουλος.

«Χωρίς την ψηφιοποίηση, τουλάχιστον στο κομμάτι που αφορά στην έρευνα είναι πολύ δύσκολο να ανταπεξέλθουμε. Ο τεράστιος αριθμός των ερευνητών που προσέρχεται σε εμάς, δεν μπορεί να καθίσει να δει μια ταινία σε προβολή, αυτό απαιτεί και έξοδα και χρόνο πολύ. Για την έρευνα χρειάζεται ψηφιοποιημένο υλικό. Συμμετέχουμε σε πάρα πολλά ευρωπαϊκά προγράμματα, μεταξύ αυτών στο μεγάλο project που έγινε στην Ελλάδα, την Κοινωνία της Πληροφορίας.

«Έχουμε ψηφιοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος του παλιού ελληνικού κινηματογράφου είτε αυτό αφορά ταινίες μυθοπλασίας, τις οποίες έχουμε ανακατασκευάσει εμείς, στα δικά μας εργαστήρια, είτε αφορά ταινίες επικαίρων, ντοκιμαντέρ. Παράλληλα, μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων, έχουμε διοχετεύσει προς τα έξω πολλά στοιχεία από το δικό μας πολιτιστικό απόθεμα, τα οποία υπάρχουν σήμερα σε διάφορα sites σε όλον τον κόσμο».

Μπορώ, λοιπόν, εγώ, ως απλός σινεφίλ που δεν κάνει κάποια συγκεκριμένη έρευνα, να περάσω απλά ένα πρωί από την Ταινιοθήκη και να ζητήσω να δω, ας πούμε, την Αστέρω του Δ. Γαζιάδη του 1929, που προβλήθηκε σε αποκατεστημένη κόπια με την ευκαιρία των εγκαινίων της Ταινιοθήκης; γεννάται η εύλογη απορία. «Φυσικά» μου απαντά ο κ. Αδαμόπουλος. «Και κάποιος που θέλει για προσωπική του ευχαρίστηση να δει μια ταινία, θα τη δει. Απλά έπεται των αναγκών των ερευνητών, που κάνουν επιστημονική δουλειά. Είμαστε ανοιχτοί για τους πάντες και για τα πάντα, αλλά μέσα από μία τάξη. Αλλιώς θα δημιουργούταν χάος».

Στις τρεις εβδομάδες λειτουργίας της, στην Ταινιοθήκη έχουν ήδη ολοκληρωθεί δύο επιτυχημένα φεστιβάλ, το γνωστό και πριν τη μετακόμιση Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου που διοργανώθηκε φέτος για έκτη φορά, και το Αφιέρωμα στην σχολή Béla Balázs της ουγγρικής πρωτοπορίας. Επόμενοι στόχοι;

«Τώρα που έχουμε τις αίθουσες τις δικές μας μπορούμε κάλλιστα να βγούμε πιο δυναμικά προς τα έξω. Λέγοντας δυναμικά, δεν εννοώ να εμφανιστούμε, γιατί δε μας ενδιαφέρει τόσο η εμφάνιση, όσο η προσφορά. Να κάνουμε τους προγραμματισμούς μας, τα αφιερώματα σε σχολές, σε εθνικότητες, σε σκηνοθέτες, σε κινηματογραφικά είδη».

Παράλληλα, υπάρχουν σχέδια για εκπαιδευτικά προγράμματα που θα οργανώνονται στη μικρή αίθουσα, το Cine Club, για σχολεία και μαθητές όλων των βαθμίδων. «Υπάρχουν χίλιοι δυο τρόποι που μπορεί κανείς να μπει στην εκπαιδευτική διαδικασία μέσω του κινηματογράφου. Θα μπορούν οι καθηγητές τους ή δικοί μας άνθρωποι να τους μιλούν για την εικόνα γενικότερα, για τη δυναμική της, για την ιστορία της αποτύπωσης της κίνησης, τις απαρχές του κινηματογράφου. Υπάρχουν, από την άλλη, πολλές ταινίες που αναπαριστούν ιστορικές στιγμές, υπάρχουν πάρα πολλές ταινίες που αφορούν στη γεωγραφία, που μιλούν για τα ρεύματα της ζωγραφικής ή της αρχιτεκτονικής, ώστε όλα αυτά τα οποία διδάσκονται από τα σχολικά βιβλία να μπορούν να τα δουν πραγματικά, σε προβολή».

«Μέσα από τις ταινίες μπορεί κανείς να ανακαλύψει οτιδήποτε έχει συμβεί στον αιώνα που λειτούργησε η κινηματογραφική γραφή, είτε αυτό αφορά θέμα αισθητικής είτε αφορά θέμα ιστορίας είτε αφορά την ανθρωπογεωγραφία. Όλος ο εν δράσει κόσμος του 20ου αιώνα έμμεσα ή άμεσα έχει αποτυπωθεί πάνω στο φιλμ» καταλήγει ο κ. Αδαμόπουλος.

Κι είναι εκεί, στο καινούριο, υπέροχο κτίριο της Ταινιοθήκης της Ελλάδος και περιμένει να τον ανακαλύψουμε.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v