There Will Be Blood: "Ο επόμενος Πολίτης Κέιν" αφήνει ερωτήματα

Ο ταλαντούχος Πολ Τόμας Άντερσον καταθέτει τη δική του εκδοχή για τη φύση της Αμερικής, σε μια ταινία εξαιρετικά καλοφτιαγμένη, με συγκλονιστικές ερμηνείες αλλά χωρίς ξεκάθαρες προθέσεις.
There Will Be Blood: Ο επόμενος Πολίτης Κέιν αφήνει ερωτήματα
του Λουκά Τσουκνίδα

Το πετρέλαιο, ο μαύρος χρυσός δηλαδή, είναι συνυφασμένο στην εποχή μας όχι μόνο με τις ταραχές στη Μέση Ανατολή ή τα κοινόχρηστα, αλλά και με καλά πράγματα, όπως το φελιζόλ κι ο σουλτάνος του Μπρουνέι. Παλιότερα βέβαια, το μυαλό μας θα πήγαινε χωρίς σκέψη στο θείο απ' το Τέξας. Τον εξωτικό κιτς θείο, που αγόρασε τη ροζ κάντιλακ με τα κέρατα του ταύρου στη μούρη όταν το πετρέλαιο στις ΗΠΑ ανάβλυζε από παντού, περιμένοντας τους τυχοδιώκτες μαυροχρυσοθήρες να το βρουν, να το αντλήσουν και να το μοσχοπουλήσουν. Όμως η εποχή αυτή δεν κράτησε για πάντα, το πετρέλαιο στέρεψε και το μακρύ χέρι του νόμου της αγοράς και της ζήτησης, έπρεπε ν' απλωθεί σ' άλλα μέρη του κόσμου, όπως έχει καταγράψει άλλωστε κι η ιστορία.

Αρκετά μικρά ή μεγάλα σκάνδαλα και κάμποσους μικρούς ή μεγάλους πολέμους μετά απ' τη χρυσή εποχή των αυτόνομων πετρελαιάδων, ο ταλαντούχος Πολ Τόμας Άντερσον εμπνέεται από ένα διάσημο μυθιστόρημα της περιόδου εκείνης (το “Oil!” του Άπτον Σινκλέρ απ' το 1927), για να γυρίσει το δικό του έπος-εκδοχή της “φύσης” της Αμερικής. Το “There Will Be Blood” είναι εξαιρετικά καλοφτιαγμένο, αν και σχετικά λιτό, με δυο ερμηνείες που αναμφισβήτητα εντυπωσιάζουν. Το θέμα είναι πως παρ' ότι τα 158 λεπτά του δε με κούρασαν καθόλου, βγήκα απ' την αίθουσα μπερδεμένος, αφού δεν ένιωσα ν' αντιλαμβάνομαι ξεκάθαρα τις προθέσεις του σεναριογράφου και σκηνοθέτη, ούτε την ουσία αυτής της πιθανής παραβολής. Θα κάνω μια ακόμα προσπάθεια παρακάτω.

Βρισκόμαστε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Κεντρικό πρόσωπο είναι ο Ντάνιελ Πλέινβιου που αφού έχει εξωρύξει μόνος του το ασήμι του, αγοράζει όσα χρειάζονται για να κυνηγήσει το αληθινό όνειρό του. Να γίνει πετρελαιάς. Παίρνει λοιπόν μαζί του το βρέφος του αδικοχαμένου συναδέλφου του και ξεκινά για την περιπέτεια της ζωής του. Μέχρι τώρα παρακολουθούμε έναν μοναχικό άνθρωπο, προσηλωμένο στη μελλοντική του επιτυχία, εργατικό, ανταγωνιστικό, πολυμήχανο κι ανυποχώρητο. Νάτες όλες οι αρετές που αποδίδονται στον καλό αμερικάνο, οι αρχές όπου θεμελιώθηκε η σύγχρονη πλανητάρχισσα.

Πηγαίνοντας μερικά χρόνια μπροστά, ο Πλέινβιου έχει μια μικρή εταιρεία, έναν έμπιστο υπάλληλο κι έναν γιο που μπορεί ν' αποκαλεί οικογένεια είτε από ειλικρινή αγάπη είτε για λόγους επικοινωνιακούς, όταν και καλύπτεται πίσω απ' το ίματζ του καλού οικογενειάρχη για να πείσει. Μια μέρα ένας νεαρός, ο Πολ Σάντεϊ, εμφανίζεται μπροστά του για να του πει πως το κτήμα της οικογένειάς του σε μια παρθένα περιοχή έχει πετρέλαιο. Ο Ντάνιελ παίρνει τον μικρό Πλέινβιου και σπεύδει επί τόπου για να μελετήσει το υπέδαφος κι αν αξίζει, ν' αγοράσει τη γη και να επεκτείνει τη μικρή αυτοκρατορία του. Σαν καλός πραγματιστής επιχειρηματίας, σκοπεύει ν' αποκρύψει τις πιθανότητες κέρδους απ' τους ντόπιους και να τους πληρώσει όσο λιγότερα γίνεται, δίνοντάς τους αντί χρημάτων, προοπτικές ανάπτυξης και ποιότητας ζωής. Τίποτε καινούργιο ως εδώ.

Στη μικρή οικογενειακή αγροικία, όπου δε μεγαλώνει τίποτε, ο επίδοξος μεγιστάνας συναντά τον δίδυμο αδελφό του Πολ, τον ιερωμένο Ιλάι Σάντεϊ, φιλόδοξο ηγέτη της νεοσύστατης εκκλησίας της “Τρίτης Αποκάλυψης”. Ο πατέρας Σάντεϊ, πουλάει φθηνά τη γη του κι ο γιος εξοργισμένος, προσπαθεί να εκβιάσει την οικονομική συνεισφορά του Πλέινβιου στην εκκλησία του, πείθοντάς τον ότι έτσι θα πάρει τον κόσμο με το μέρος του. Εκείνος παίζει το ρόλο του αναβαπτισμένου χριστιανού κι έτσι όλα πάνε καλά πλην τριών περιστάσεων: το θάνατο ενός εργάτη σε ατύχημα, την κώφωση του μικρού Πλέινβιου από μια έκρηξη αερίου στην αντλία και την εμφάνιση ενός ετεροθαλή αδελφού, που κερδίζει την εμπιστοσύνη του πετρελαιά. Το τρίτο μέρος, μέσω ενός άλματος στο χρόνο, μας οδηγεί σ' ένα δυνατό, όσο κι αμφιλεγόμενο φινάλε.

           [Το trailer της ταινίας]

Ο αριβισμός του κόσμου των επιχειρήσεων, πότε συνεργάζεται και πότε συγκρούεται με τον θρησκευτικό οπορτουνισμό. Ο Ντάνιελ Πλέινβιου όμως δεν αναρριχάται στις πλάτες των άλλων. Είναι μισάνθρωπος κατά κύριο λόγο, αλλά δουλεύει σκληρά για την εμμονή του. Είναι συμφεροντολόγος με τους αδύνατους και μοχθηρός με τους μοχθηρούς, δίκαιος κατά τις αρχές της επιβίωσης. Η αγάπη του για τον ψυχογιό του δεν είναι τελείως καθαρή, όμως σιγοκαίει κάτω απ' τη σκληρή, εγωκεντρική επιφάνεια. Ποιο είναι το παρελθόν του; Δε μαθαίνουμε ποτέ αρκετά για να τον καταλάβουμε. Ο Ιλάι Σάντεϊ, όπως είναι φανερό απ' την αρχική του έξαρση, αγαπά το χρήμα κι έχει βρει τον τρόπο να το εξασφαλίσει χωρίς δουλειά. Είναι περίπου το αντίθετο του Πλέινβιου, επιχειρεί μέχρι τέλους να παρασιτοζωήσει επάνω του. Αν ζεις από τ' αποφάγια ενός ανήθικου πλουτισμού, πόσο ανήθικο σε κάνει αυτό; Ως ντόπιος θρησκευτικός ηγέτης, διατηρεί την πίστη του εκκλησιάσματός του μια χαρά. Με μας όμως, χάνει το παιχνίδι απ' την αρχή έναντι του, πραγματιστή κατά μία έννοια, Πλέινβιου. Είναι ξεκάθαρα αντιπαθής.

Αν το φιλμ του Άντερσον είναι μια απλή ιστορία όπου το κακό φωλιάζει στο καλό, η αποτυχία στην επιτυχία και τούμπαλιν, τότε μάλλον πλατιάζει και πέφτει σε κλισέ. Αν είναι μια αλληγορία για την ίδια την Αμερική (πόσες θ' αντέξουμε ακόμα άραγε;), τότε δεν κατάφερε να με τραβήξει στην καρδιά της. Ίσως είναι μια προσπάθεια απογύμνωσης των δυο δυνάμεων, υλικής και πνευματικής, που παλεύουν ποια θα φτάσει πρώτη στην αλήθεια, όσο οι άνθρωποι που ταλαντεύονται ανάμεσα πετυχαίνουν κάτι πιο βραχυπρόθεσμο που τους ωφελεί και μένει τελικά για πάντα. Η απάντηση μπορεί και να βρίσκεται στην τελευταία σκηνή, μπορεί όμως και στην κοφτή δήλωση του τίτλου.

Μια ταινία καλογυρισμένη, με δυο παθιασμένους πρωταγωνιστές αλλά έναν σκηνοθέτη που ίσως να υπερέβαλλε στην προσπάθειά του να ξεπεράσει τον εαυτό του. Μοιάζει ικανή να σε συγκλονίσει, αλλά εγώ έμεινα αμήχανος. Τουλάχιστον, μ' έκανε να θέλω να τη δω και δεύτερη φορά. Επιφυλάσσομαι...

Βγαίνουν ακόμα: 
- Το ετεροχρονισμένο “Tristram Shandy: A Cock and Bull Story” του Μάικλ Γουιντερμπότομ, με τους πολύ καλούς Στιβ Κούγκαν και Ρομπ Μπράιντον, η συνεισφορά του Μπράιαν Ντε Πάλμα στις ταινίες για το Ιράκ “Redacted”, η κωμωδία με την αξιαγάπητη Ίσλα Φίσερ και τον Τζέισον Μπιγκς “Wedding Daze”, το θρίλερ “Untraceable” και το αμερικάνικο ριμέικ της κλασικής πλέον ταινίας τρόμου των αδερφών Πανγκ “The Eye”. 

- Το απαράδεκτο “Into the Wild” του Σον Πεν. Εξηγούμαι: Η απλοϊκή σε βαθμό ιδεολογικής αισχροκέρδειας μεταφορά στη μεγάλη οθόνη της συγκλονιστικής ιστορίας του νεαρού ιδεαλιστή Κρις ΜακΚάντλς, ο οποίος αποφάσισε πριν μερικά χρόνια ν' αφήσει πίσω του την κοινωνία όπως την ξέρουμε για να ζήσει στη φύση με μόνο όπλο τις ικανότητες του, αλλά όπως ήταν “ΦΥΣΙΚΟ” για ένα βουτυρόπαιδο των προαστίων, πέθανε από την πείνα. Το “Into the Wild” του ακτιβιστή (που δουλεύει και καμιά φορά στο Χόλιγουντ) Σον Πεν, είναι ακόμα μια “playmobil” καταγγελία του αμερικάνικου υλισμού.

Χάνει έτσι πλήρως την ευκαιρία (καμία έκπληξη εδώ) για τα ρεαλιστικά διδάγματα της συγκεκριμένης ιστορίας (αν τα είδε ποτέ) γύρω απ' τους κίνδύνους που κρύβει η κάθε είδους άκριτη αγιοποίηση συγκεκριμένων lifestyle σε βαθμό θρησκευτικού δογματισμού. Α ναι, ξέχασα, η αντικαπιταλιστική θρησκεία χρειάζεται κι αυτή τους οσιομάρτυρές της κι ο Πεν γυρίζει στην ουσία τα δικά του “πάθη του Ιησού”. Καλή δουλειά, Σον. 
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v