Στην άκρη του γκρεμού: Η λογοτεχνία της κρίσης

Ο Τσίρμπες κατέγραψε τις επιπτώσεις της πρόσφατης οικονομικής κρίσης στην Ισπανία σε ένα δαιδαλώδες μυθιστόρημα που όμως καταλήγει… Γολγοθάς για τον αναγνώστη.
Στην άκρη του γκρεμού: Η λογοτεχνία της κρίσης
Από τον Τσίρμπα στον Τσίρμπες: Από τότε που ξεκίνησε η κρίση στην Ελλάδα, λίγοι είναι αυτοί που κατάφεραν να την ενσωματώσουν πετυχημένα στο έργο τους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Τσίρμπας στη νουβέλα του “Η Βικτώρια δεν υπάρχει”. Την ίδια χρονιά, το 2013, στην Ισπανία που είχε μπει πριν από εμάς στην οικονομική δίνη, ο Ραφαέλ Τσίρμπες (1949-2015) στοιχήθηκε με τον έλληνα συνάδελφό του και παρουσίασε ένα πιο πολύπλοκο, πανοραμικό έργο, ένα μυθιστόρημα πλατιάς πνοής.

Το μυθιστόρημα ξεκινά δυναμικά όταν ο μαροκινός Αχμέτ βρίσκει ένα πτώμα στους βάλτους της Όλμπα. Κι έπειτα ο Εστεμπάν μένει ξεκρέμαστος λόγω ύφεσης και κλείνει το ξυλουργείο του, οδηγώντας στην ανεργία τον ίδιο και τους υπαλλήλους του. Η πρώτη έντονη δράση περνά σταδιακά σε πολλές ομόκεντρες περιγραφές της οικονομικής κρίσης, όπως βιώνεται από τους Ισπανούς, και μέσα σ’ αυτούς σκιαγραφούνται συνήθειες, αντιλήψεις, φιλοσοφίες της καθημερινότητας, συμπτώματα υπαρξιακών αλλαγών και παραίτησης. Κι ενώ θα περίμενα να «κάτσει» το ενδιαφέρον μου, ελλείψει δραματικότητας, εξερευνώ με περιέργεια το τσιμπεσικό σύμπαν, ανακαλύπτοντας μια Ισπανία που ταλανίζεται όπως η Ελλάδα.

Ανακαλύπτω γωνιές με ανθρώπους που δεν έχουν να ζήσουν τα παιδιά τους και εκλιπαρούν για ελάχιστα δανεικά, με ανθρώπους που έχασαν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και είναι πλέον ο ίσκιος του εαυτού τους, έναν βάλτο που συμβολίζει όλη την κοινωνική αποτελμάτωση, μια κρίση που τη ζούμε κι εμείς στις διάφορες πτυχές της. Η ιστορία του ξυλουργείου και της οικογένειας που το λειτουργούσε, από τον ενενηντάχρονο πλέον πατέρα μέχρι τα τέσσερα αδέλφια, διακλαδίζεται σε πολυάριθμες μικρές ιστορίες, πολλούς ενδιάμεσους αφηγητές, παρακλάδια και φιντάνια, σε έναν λαβύρινθο που επιχειρεί να περικλείσει όλη την επαρχιακή ζωή, πριν και μετά την κρίση. Ομολογώ ότι άλλες φορές ταξίδευα μέσα σ’ αυτούς τους παραπόταμους, χωρίς να με νοιάζει πού πάω, κι άλλες αγκομαχούσα σε ένα πολυδαίδαλο σύστημα διαδρόμων που δεν είχε καθόλου κάδρα.

Κι εκεί, ως αναγνώστης, έχασα τον μπούσουλα. Όλο αυτό το ψηφιδωτό που χάνει την ευθεία πορεία με παρασέρνει σε μια περιήγηση μέσα στη λίμνη, χωρίς σταθερά σημεία αναφοράς. Την ίδια βαρυστομαχιά διέκρινα και στην Κατερίνα του diavazontas.blogspot.com: “Όμως το βιβλίο τραβάει σε μάκρος, οι ιδέες, οι φράσεις, οι καταστάσεις ανακυκλώνονται κι όλα αυτά χωρίς παραγράφους, με ελάχιστα σημεία στίξης, με ένα λόγο που κολλάει και ξανακολλάει, με επαναλήψεις νοημάτων. Από την μέση και μετά το βαρυγκώμησα σε μεγάλο βαθμό, σχεδόν δεν ήθελα να το βλέπω στο κομοδίνο μου”. Μπλόκαρα αλλά συνέχισα να διαβάζω. Έψαξα όμως ταυτόχρονα να δω τι ακριβώς άρεσε και γοήτευσε το κοινό, έψαξα να δω σημεία στον χάρτη της λίμνης που “έπρεπε” κι εγώ να κοιτάξω.

Ο Μαρίνος στο fractal θίγει το θέμα των απλών ανθρώπων: “Δεν εξυψώνει τη μοίρα τους, δεν ωραιοποιεί τις αφαιρέσεις τους, δεν ντύνει την κτηνωδία με την πολιτική επίφαση της εποχής, δεν ψάχνει λύσεις και διεξόδους. Τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα: μόνο αυτή η άκρη του γκρεμού που όλους θα τους καταπιεί… Είναι ένα μυθιστόρημα για την κρίση, αλλά για την πιο βαθιά ουσία της που δεν είναι οικονομική, αλλά οντολογική. Είναι μια κρίση του αξιακού συστήματος, της ανθρώπινης οντότητας, της ζωής που απλώθηκε σε πράγματα που δεν της άξιζαν και δεν της έπρεπαν.”

Η Χαρτουλάρη στην “Εφημερίδα των συντακτών” μιλάει, ως συνήθως, πολιτικά: “Το επίτευγμα αυτού του σπουδαίου Ισπανού συγγραφέα είναι ότι δημιουργεί υψηλή λογοτεχνία και φιλοσοφεί τα της ανθρώπινης συνθήκης, με πρώτη ύλη την επικαιρότητα της κρίσης στις πιο ωμές λεπτομέρειές της. Την περιγράφει ρεαλιστικά μέσα από μια πλειάδα σύνθετων και καλοδουλεμένων χαρακτήρων, της δίνει αλληγορική διάσταση, τη σχολιάζει ειρωνικά, τη ζυγίζει ηθικά και την αναστοχάζεται εντάσσοντάς την σε ένα ιστορικό πλαίσιο που αγκαλιάζει τρεις γενιές. Χωρίς καθόλου να πολιτικολογεί, γίνεται εντέλει βαθύτατα πολιτικός”.

Το πώς μετατρέπει ο συγγραφέας το πολιτικό σε λογοτεχνικό επιχειρεί να εξηγήσει ο Αθανασίου στην “Εποχή”: “Γράφοντας για όλα αυτά, ο Τσίρμπες αποφεύγει τη μεγάλη παγίδα: το διδακτισμό, τη διακηρυκτική ευκολία, το άρωμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ο Τσίρμπες τραβάει το ρεαλισμό στα όριά του, μεν, για να αποτυπώσει όμως ένα οικουμενικό ερώτημα που βγαίνει μέσα από τα βάθη της ψυχής του ανθρώπου. Γράφει ένα κείμενο εξαιρετικά πυκνό και γεμάτο εσωτερική ένταση, ένα κείμενο που πιάνει τον αναγνώστη από το λαιμό, χρησιμοποιώντας ένα λόγο ακριβή, σαφή, ξεκάθαρο, σκληρό, που παγιδεύει τον αναγνώστη σε ένα κείμενο ζόρικο αλλά απολαυστικό, χωρίς να καταφεύγει σε στιλιστικούς ναρκισισμούς και εκζητήσεις.”

Αναζητώντας τη λογοτεχνική αξία του έργου, τι είναι αυτό που κάνει τον αναγνώστη να δει όχι την κρίση αλλά την απόδοση της κρίσης και τη μυθιστορηματική της πραγμάτωση, διαβάζω στον Δαββέτα στην “Καθημερινή”: “Χαρακτηριστικό δείγμα κοινωνικού εξπρεσιονισμού, λογοτεχνικού ρεύματος που άνθησε όχι τυχαία μετά το μεγάλο «Κραχ» του μεσοπολέμου, το έργο του Τσίρμπες έχει υφολογικές συγγένειες τόσο με το «Βερολίνο Πλατεία Αλεξάντερ» του Ντέμπλιν, όσο και με το «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Σελίν... Ο καταιγιστικός ρυθμός του εσωτερικού μονολόγου του πρωταγωνιστή συνδυασμός προφορικού ιδιώματος και ισπανικής αργκό όπως και ο λυγμικός τόνος των μικροϊστοριών, που αφηγούνται σε πρώτο πρόσωπο οι εμπλεκόμενοι στη ζωή του συγγενείς και απολυμένοι εργάτες, κατορθώνουν να μεταδώσουν στον αναγνώστη ακέραιη την αγωνία, το άγχος και την απόγνωση μιας ολόκληρης κοινωνίας, που δέχεται καταπρόσωπο το «Δόγμα του Σοκ» και συντρίβεται”.

Τελικά καλή είναι η δύσκολη, στρυφνή, δαιδαλώδης λογοτεχνία; Καταλαβαίνω ότι ο Τσίρμπες έχει κάνει πολλή και καλή δουλειά, αποδίδοντας πολλές λεπτομέρειες της κρίσης, στην καθημερινότητα ενός μέσου Ισπανού, με όλα τα μικρά και μεγάλα ποταμάκια που διαρρέουν τη ζωή των κατοίκων μιας μικρής βαλτώδους πόλης. Από την άλλη, ως αναγνώστης βαρυγκομώ σε κάθε σελίδα που πρέπει να την ανέβω σαν γολγοθά. Καταλαβαίνω και αισθάνομαι τις μικρές σκηνές που έχουν τη δική τους μαγεία, μια μικρή γωνιά που ανθίζει η χαρά και η λύπη, η απογοήτευση και η ελπίδα. Από την άλλη, πλακώνομαι με τόνους τέτοιες σκηνές που δεν αφήνουν το μυαλό να αναπνεύσει από την αναγνωστική υπερένταση.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος


Ραφαέλ Τσίρμπες
“Στην άκρη του γκρεμού”
μετ. Β. Κνήτου
εκδόσεις Κέδρος
2015
Σελ. 440
Τιμή: 16,60
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v