2666: Ένα «κολοσσιαίο» και σοκαριστικό μυθιστόρημα

Ιστορίες μέσα σε ιστορίες, εικόνες μέσα σε εικόνες, μεταμοντέρνα αισθητική, συναρπαστική αφήγηση και ένα ανοικτό τέλος το οποίο αφήνει τον αναγνώστη εκκρεμή. Διαβάσαμε το πολυσέλιδο μυθιστόρημα του Roberto Bolaño και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
2666: Ένα «κολοσσιαίο» και σοκαριστικό μυθιστόρημα
Πολύς ντόρος για ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα που εκτείνεται σε πάνω από 1000 σελίδες. Το πήρα με επιφύλαξη και με βαριά καρδιά, αλλά υπερίσχυσε η περιέργεια και τελικά δικαιώθηκαν οι φωνές όσων τον εκθείασαν. Ο συγγραφέας προβάλλεται ως το νέο μεγάλο όνομα της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, που συνεχίζει τη μεταμοντέρνα παράδοση, χωρίς όμως να ανήκει στον λεγόμενο μαγικό ρεαλισμό. Πολλή συζήτηση για το “2666”, με το οποίο ασχολήθηκαν τόσο οι κριτικοί όσο και οι ιστολόγοι. Για να δούμε, λοιπόν, τι αξίζει:

Το έργο

Το έργο ξεκινά με στοιχεία πανεπιστημιακού μυθιστορήματος, στο οποίο πρωταγωνιστές είναι τέσσερις ακαδημαϊκοί που ασχολούνται μετά μανίας με το έργο του γερμανού συγγραφέα φον Αρτσιμπόλντι, του μεγαλύτερου γερμανού συγγραφέα της μεταπολεμικής περιόδου. Ο εν λόγω συγγραφέας, του οποίου το πραγματικό όνομα είναι Χανς Ράιτελ, δεν εμφανίζεται ποτέ δημοσίως, τον ξέρουν μόνο δυο τρία άτομα από τον εκδοτικό του οίκο και εν ολίγοις αποτελεί ένα αίνιγμα για όλους τους μελετητές του. Το εύρημα αυτό του Bolaño θυμίζει πολύ τον περιβόητο αμερικανό συγγραφέα Τόμας Πύντσον, του οποίου τα έργα ακούγονται αλλά ο ίδιος είναι εξαφανισμένος από προσώπου γης. Οι τέσσερις κριτικοί, ένας Γάλλος, ένας Ισπανός, ένας καθηλωμένος σε καροτσάκι Ιταλός και μια Αγγλίδα, που συνδέονται φιλικά και συναδελφικά, σε μια φάση και ερωτικά, ανακαλύπτουν τα ίχνη του ινδάλματός τους στο Μεξικό (στην πόλη Σάντα Τερέσα) και οι αρτιμελείς επιχειρούν μια εξόρμηση για να βρουν τον ίδιο τον συγγραφέα. Το μυστήριο του αφανούς Αρτσιμπόλντι είναι ο κινητήριος μοχλός που κανοναρχεί το μυθιστόρημα…

Το δεύτερο “βιβλίο” εξελίσσεται στην Σάντα Τερέσα, όπου ο Όσκαρ Αμαλφιτάνο, καθηγητής εκεί, γνωρίζει τους ντόπιους, ακούει μια εσωτερική φωνή να τον συμβουλεύει, γεγονός που, αν δεν είναι τρέλα, είναι ίσως τηλεπάθεια και προσπαθεί να μεγαλώσει τη μικρή κόρη του Ρόσα σε μια περιοχή όπου οι φόνοι νεαρών γυναικών πολλαπλασιάζονται.

Τελειώνοντας κανείς τα δύο πρώτα “βιβλία” ανακαλύπτει πως σε ελάχιστο βαθμό αυτά συνδέονται μεταξύ τους, με λίγα κοινά στοιχεία που δεν φαίνονται εν πρώτοις ικανά να στηρίξουν τον μύθο: ο Αμαλφιτάνο, η Σάντα Τερέσα και οι φόνοι γυναικών, ενώ ο πυρήνας του καθενός δεν έχει ουσιαστική σχέση με τον πυρήνα του άλλου. Ο αναγνώστης οφείλει να αποδεχτεί αυτή τη μεταμοντέρνα αισθητική, αυτή της χαλαρής δομής, που διανθίζεται με άπειρες μικρές και μεγάλες ιστορίες, και να παραδεχτεί ότι δεν κουράζεται μόνο και μόνο χάρη στην αφηγηματική άνεση του Bolaño. Το ζητούμενο είναι αν και πώς ο συγγραφέας θα προχωρήσει ώστε να μην μείνουμε σε ένα παραμυθιακό κισσό που προχωρά διακλαδιζόμενος αλλά να βρούμε μέσα στο χάος κάποια νομοτελειακή δομή. Πολύ φοβάμαι πως η μεταμοντέρνα συνθήκη θα αφήσει τις προσδοκίες μου φρούδες ελπίδες.

Στο τρίτο «βιβλίο» η υπόθεση παίρνει αστυνομική χροιά. Στην αρχή βέβαια ο Bolaño ξεκινά από αλλού, από τη γυναίκα του Φέητ και την τρελή αναχώρησή της, για να καταλήξει σταδιακά σε μια δημοσιογραφική αποστολή που αυτός αναλαμβάνει στη Σάντα Τερέσα. Εκεί καλείται να καλύψει έναν αγώνα μποξ, αλλά ανακαλύπτει τις δολοφονίες διακοσίων και πλέον γυναικών, για τις οποίες ενδιαφέρεται περισσότερο. Το θέμα άπτεται της τοπικής διαφθοράς και θέτει σε κίνδυνο όποιον το προσεγγίσει περαιτέρω. Γνωρίζει τον Τσούτσο Φλόρες και την γκόμενά του Ρόσα Αμαλφιτάνο, κόρη του καθηγητής Αμαλφιτάνο, και μια δημοσιογράφο τη Γουαδελούπε Ρονκάλ, που κάνει σχετικές έρευνες για τις δολοφονίες, μαζί με την οποία επισκέπτεται στη φυλακή έναν γίγαντα, που θεωρείται ύποπτος γι’ αυτές.

Στο τρίτο βιβλίο καταλαβαίνουμε τον τρόπο κατασκευής του μυθιστορήματος. Από ποικίλα νήματα, μερικά εκ των οποίων δεν έχουν καθόλου απολήξεις, συντίθεται ένας αφηγηματικός κορμός. Με άλλα λόγια πλείστες ιστορίες ακούγονται άσχετες με το θέμα των δολοφονιών, ενώ άλλες συγκλίνουν σε μια κοινή συνισταμένη που σαν κεντρικός ποταμός συγκεντρώνει τα νερά ποικίλων ποταμίσκων, χειμάρρων, ρευμάτων, λιμνών κ.ο.κ. σε μια κοινή κοίτη.

Το τέταρτο μέρος αναφέρεται πιο εστιασμένα στα εγκλήματα που συνταράσσουν για μήνες τη Σάντα Τερέσα. Δεκάδες μικρές ιστορίες πτωμάτων γυναικών, πολλές από τις οποίες βρέθηκαν βιασμένες, άλλες με κομμένες και δαγκωμένες θηλές παρουσιάζονται με ένα μικρό ιστορικό για την καθεμιά και τις έρευνες που διεξήχθησαν. Πάνω σ’ αυτόν τον βασικό κορμό, ο Bolaño απλώνει άπειρες άλλες ιστορίες, από την ιδιωτική ζωή των αστυνόμων μέχρι έναν διασαλεμένο «προσκυνητή» που ουρούσε μέσα στις εκκλησίες πάσχοντας από ιεροφοβία κι από ένα μέντιουμ που αποκάλυπτε το μέλλον έως τη σύλληψη και την παραμονή στη φυλακή του γερμανού Χάας, ο οποίος θεωρήθηκε βασικός ένοχος για τις δολοφονίες. Κι από τη δήλωση του Χάας ότι οι εξάδελφοι Ουρίμπε έχουν κάνει όλες αυτές τις εκτελέσεις μέχρι την παράκληση της βουλευτού Πλάτα από έναν δημοσιογράφο να γράψει για την εξαφάνιση της Αμερικανομεξικάνας φίλης της Κέλλυ.

Το μέρος αυτό προχωράει με άπειρα πλοκάμια που άλλοτε συγκλίνουν κι άλλοτε προκαλούν εντύπωση για το πόσο αποκομμένα είναι ή φαίνονται από τη βασική υπόθεση. Ο αναγνώστης διαβάζει πολυάριθμες ιστορίες, εν μέρει αυτοτελείς, ένα σκηνικό με επεισόδια σαν μικρά μονόπρακτα, σαν μικρά διηγήματα, που σαν ψηφίδες, ετερόκλητες και πλουμιστές, απαρτίζουν ένα τεράστιο ψηφιδωτό προς τέρψη όσων αρέσκονται στη μικροανάγνωση. Γενικότερα κρίνοντας ο Χιλιανός συγγραφέας έστησε ένα ογκώδες έργο όπου η μακροανάγνωση συνδυάζεται με τη μικροανάγνωση χωρίς η μία να υπερκερνά την άλλη. Με τη λέξη “μακροανάγνωση” εννοώ ότι ο αναγνώστης διαβάζει κάθε επεισόδιο με την αίσθηση ότι αυτό ανήκει σε ένα ευρύτερο όλον, το οποίο διέπεται από μια κοινή θεματική που οδηγεί σε ένα προοικονομημένο τέλος. Από την άλλη, με τη λέξη “μικροανάγνωση” εννοώ την απόλαυση του μέρους χωρίς ο αναγνώστης να ενδιαφέρεται να συνδέσει κάθε επιμέρους τμήμα με τα άλλα και ευρύτερα με το όλον που ονομάζεται μυθιστόρημα. Μπαίνουμε στο πέμπτο μέρος με πολλά ανοιχτά μέτωπα που περιμένουμε να κλείσουν ή να συγκλίνουν σε ένα συνιστάμενο αποτέλεσμα.

Το πέμπτο μέρος γυρίζει με έναν αφηγηματικό κύκλο στην αρχή, αφού πιάνει το νήμα από τη ζωή του Χανς Ράιτελ, που εξελίχθηκε στον γνωστό Αρτσιμπόλντι. Γεννημένος στη Γερμανία και μεγαλωμένος με ελλιπή παιδεία κατατάσσεται στον στρατό στα πρόθυρα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, στέλνεται στο σοβιετικό μέτωπο, ζει τα στρατιωτικά γεγονότα και τον διωγμό των Εβραίων, ερωτεύεται κι αρχίζει να γράφει λογοτεχνία, ώσπου καταφέρνει να την εκδώσει και ξεκινά τη συγγραφική του σταδιοδρομία. Έκτοτε εξαφανίζεται με πολύ αμυδρές ειδήσεις γι’ αυτόν, εκτός από τα χειρόγραφα που στέλνει προς δημοσίευση.

Η κριτική

Το κολοσσιαίο αυτό έργο του Roberto Bolaño δεν μπορεί να εκτιμηθεί διαμιάς, αφού διακλαδίζεται σε πολλά επίπεδα. Ωστόσο, ο αναγνώστης μπορεί και το απολαμβάνει παρά το μέγεθός του. Τι μπορούμε τελικά να πούμε συμπερασματικά με βάση την πρώτη μακροχρόνια ανάγνωση;

Αφενός, ο Bolaño κινείται σε μια μεταμοντέρνα αισθητική που φέρνει στον αναγνώστη όλη την καινούργια αντίληψη περί μυθιστορήματος. Η αποσπασματικότητα και τα παράλληλα νήματα που απλώνονται προς το άπειρο εισάγουν μια νέα σύλληψη του μυθοπλαστικού κόσμου. Το μυθιστόρημα πλέον δεν περιλαμβάνει μόνο ό,τι είναι οργανικά χρήσιμο για την πλοκή ή την ατμόσφαιρα, αλλά περιέχει πολλά στοιχεία, πολλές ατραπούς, επίπεδα, διαδρόμους, πολλά επεισόδια. Όπως στη ζωή κάθε ανθρώπου βρίσκονται άπειρα στιγμιότυπα και συναντήσεις, πολλές από τις οποίες δεν θα ξαναβρεθούν μπροστά του, έτσι και στον μυθιστορηματικό κόσμο του Bolaño τα πολυάριθμα επεισόδια συστήνουν αφενός το πανόραμα του σύγχρονου κόσμου και αφετέρου δείχνουν ότι ο κόσμος δεν συντίθεται από σκηνές σε αλληλουχία και αιτιώδη σχέση αλλά από συμβάντα, πολλά από τα οποία δεν συνδέονται ενώ λίγα έχουν μια πιο μακροπρόθεσμη αξία.

Αφετέρου, το ανοικτό τέλος και η απουσία εξήγησης στο αστυνομικό αίνιγμα για τις δολοφονίες των γυναικών της Σάντα Τερέσα αφήνει τον αναγνώστη εκκρεμή. Αυτός αρχίζει να σκέφτεται αν μια τέτοια τάση έχει αποτέλεσμα, αν του δίνει μια εικόνα ερμηνείας του κόσμου ή του υποδεικνύει ότι απλώς ο κόσμος στηρίζεται στο τυχαίο, στο ανερμήνευτο, στο εικός και όχι στο αλληλένδετο. Η ζωή του ανθρώπου διασταυρώνεται με μικρά και μεγάλα γεγονότα, κάποια από τα οποία έχουν κοσμοϊστορική σημασία, κάποια εθνική και κάποια άλλα μόνο προσωπική. Και μέσα σ’ αυτά πολλά διλήμματα δεν τελεσιδικούν υπέρ του ενός ή του άλλου και πολλά ερωτήματα δεν βρίσκουν απάντηση, με αποτέλεσμα ο άνθρωπος να τα κουβαλά αιωνίως.

Ο blogger Πατριάρχης Φώτιος

Roberto Bolaño
“2666”
μετ. Κ. Ηλιόπουλος
εκδόσεις Άγρα
2011
σελ. 1166
τιμή: 37€

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v